Ενδείξεις που συντείνουν στο ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει επιδείξει σαφή πρόθεση για επιτάχυνση των διαδικασιών και επίσπευση της συμφωνίας με τους εταίρους, κυριαρχούν από το πρωί της Τρίτης στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Die Welt περιγράφει ως «βέβαιη» την συμφωνία Αθήνας – δανειστών, ενώ λίγο πρίν το μεσημέρι της Τρίτης το Μέγαρο Μαξίμου επιβεβαίωσε ότι το προηγούμενο βράδυ ο Αλέξης Τσίπρας είχε μία ακόμη επικοινωνία με την Ανγκελα Μέρκελ.
Πηγές που έχουν γνώση για τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η διαπραγμάτευση, μεταδίδουν ότι η πρόοδος των τελευταίων ημερών ήταν καταλυτική, σε βαθμό που υπάρχει, σύμφωνα με αυτές τις πληροφορίες, μία βάση συμφωνίας με συγκεκριμένα στοχεία και δεσμεύσεις σε όλα τα πεδία (ακόμη και στο ασφαλιστικό, τα εργασιακά και άλλα πεδία που βρίσκονται έως σήμερα πέραν των «κόκκινων γραμμών»), πλην του ζητήματος του χρέους, το οποίο πιθανολογείται ότι θα μείνει σε εκκρεμότητα για την επόμενη φάση διαπραγματεύσεων.
Καταλυτική για τις εξελίξεις θα είναι η συνάντηση που θα έχει το απόγευμα της Τρίτης ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης με τον Μάριο Ντράγκι στην Φρανκφούρτη.
Σύμφωνα με πληροφορίες, αντικείμενο της συνάντησης δεν θα είναι μόνον το θέμα της ρευστότητας, αλλά το σύνολο των διαπραγματεύσεων και της επιδιωκώμενης λύσης.
Με βάση αυτά, ο κ. Τσίπρας εμφανίζεται αποφασισμένος να αποφύγει το δραματικό σενάριο της πιστωτικής ασφυξίας και να προχωρήσει σε μία σειρά μεταρρυθμίσεις και αποφάσεις για μέτρα, ακόμη κι αν αυτό σημάνει ότι θα απαιτηθεί μία σύγκρουση με την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του.
Οπως μεταφέρουν ήδη από τα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, εφόσον η κυβέρνηση προχωρήσει στην συμφωνία με τους δανειστές, την οποία το Μέγαρο Μαξίμου φέρεται να επιδιώκει, οι εξελίξεις στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό θα είναι ραγδαίες και οι αναδιατάξεις μοιραία θα εκδηλωθούν στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Για εμπόδια στις διαπραγματεύσεις κάνει λόγο το Μαξίμου
Για εμπόδια στις διαπραγματεύσεις μιλά το Μέγαρο Μαξίμου, καθώς η συζήτηση της Αθήνας με τους δανειστές βρίσκεται σε κομβικό σημείο.
Παράλληλα, οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι υποχωρήσεις από ελληνικής πλευράς έχουν γίνει και ότι παρά ταύτα, οι δανειστές «έχουν κόκκινες γραμμές παντού».
Αναλυτικότερα, η κυβέρνηση αναφέρει σε ενηυμερωτικό σημείωμα που διακινήθηκε νωρίς το απόγευμα της Τρίτης:
«Οι σοβαρές διαφωνίες και αντιθέσεις μεταξύ ΔΝΤ και ΕΕ, δημιουργούν εμπόδια στις διαπραγματεύσεις και υψηλούς κινδύνους. Ενώ μέχρι πρότινος το βασικό επιχείρημα των θεσμών ήταν ότι η ελληνική πλευρά δεν κατέθετε ολοκληρωμένες προτάσεις τώρα, πλέον, είναι φανερό ότι και προτάσεις έχουν κατατεθεί και ουσιαστικές υποχωρήσεις έχουν γίνει στην κατεύθυνση ενός «έντιμου συμβιβασμού».
Η διαφορά, όμως, στρατηγικής ανάμεσα στους θεσμούς δημιουργεί εμπόδια.
α. Το ΔΝΤ θέτει τις κόκκινες γραμμές τους στις μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στο συνταξιοδοτικό και στα εργασιακά, ενώ έχει χαλαρές γραμμές στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος. Στο πίσω μέρος της σκέψης του ΔΝΤ βρίσκεται η διαγραφή του χρέους ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο.
β. Αντιθέτως η Κομισιόν έχει κόκκινες γραμμές στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος και συνεπακόλουθα στην μη διαγραφή του χρέους και χαλαρές γραμμές στις σκληρές μεταρρυθμίσεις όπως αυτές του συνταξιοδοτικού και των εργασιακών.
Το αποτέλεσμα είναι το σύνολο των θεσμών να έχει κόκκινες γραμμές παντού: Συνταξιοδοτικά, εργασιακά [ΔΝΤ] και πρωτογενές πλεόνασμα [Κομισιόν]. Με αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός. Η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στους θεσμούς και στην αδυναμία συνεννόησης μεταξύ τους.
Έχοντας η ελληνική κυβέρνηση συνειδητοποιήσει την κραυγαλέα αντίφαση πήρε την πρωτοβουλία:
α. Να μη φέρει στην Βουλή το πολυνομοσχέδιο πριν υπάρξει προοπτική συμφωνίας.
β. Να βάλει στο τραπέζι της συζήτησης την επόμενη μέρα, δηλαδή το σχέδιο εξόδου στις αγορές και χρηματοδότησης της ανάπτυξης στην μετά τον Ιούνιο εποχή».
Αξισοημείωτο είναι πάντως ότι το Μέγαρο Μαξίμου επιλέγει να παραπέμψει στην αρθρογραφία των Financial Times όπου περιγράφονται τα προβλήματα της διαπραγμάτευσης και δεν αναφέρει καθόλου δημοσίευμα της γερμανικής Die Welt, όπου η συμφωνία ελληνικής κυβέρνησης δανειστών παρουσιάζεται λίγο πολύ ως δεδομένη:
«Στους σημερινούς FT αποκαλύπτονται πλήρως οι στρατηγικές αντίθεσης μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ [άρθρο του Peter Spiegel]», αναφέρεται στο σημείωμα του Μεγάρου Μαξίμου, όπου επίσης υπογραμμίζεται: «Οι FT αποκαλύπτουν ότι ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, Paul Thomsen, προειδοποίησε τους Υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης ότι «ενδεχομένως το ΔΝΤ να μην δώσει το μερίδιο που του αναλογεί στη δόση ύψους 7,2 δισ. ευρώ» αν «δεν διαγράψουν σημαντικό μέρος του χρέους της Ελλάδας». Την ίδια ώρα, σημειώνει ο P. Spiegel, «η Ευρωζώνη, που έχει στην κατοχή της το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους, είναι σταθερά αντίθετη σε ελάφρυνση χρέους»».
Την ίδια ώρα ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, επιβεβαίωσε την αντίθεση μεταξύ Κομισιόν και ΔΝΤ, δηλώνοντας ότι το ζήτημα του χρέους «μπορεί να συζητηθεί μόνο μετά από μια συμφωνία για ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων». Μια στρατηγική διαφωνία, με επίκεντρο την Ελλάδα, μεταξύ Κομισιόν και ΔΝΤ που λειτουργεί σε βάρος της χώρας».