Το να βρει κανείς δουλειά δεν σημαίνει ότι θα ξεφύγει και από τη φτώχεια είναι η τραγική διαπίστωση έκθεσης της Κομισιόν. Επιβεβαιώνοντας την έξαρση του φαινομένου των «φτωχών εργαζομένων» εν μέσω κρίσης, πολιτικών σκληρής λιτότητας και απορρύθμισης της αγοράς εργασίας, η έκθεση επισημαίνει ότι μόνο στο 50% των περιπτώσεων η εξεύρεση εργασίας αποτέλεσε τη λύση για τη φτώχεια, που έχει διογκωθεί στην Ευρώπη της κρίσης.
Ειδικότερα, η ετήσια επισκόπηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απασχόληση και τις κοινωνικές εξελίξεις το 2013, παραδέχεται ότι η οικονομική κρίση στην Ευρώπη οδήγησε σε εκρηκτική αύξηση της φτώχειας μεταξύ των ανθρώπων παραγωγικής ηλικίας, για τους οποίους η εξεύρεση εργασίας ενδέχεται να μην αρκεί για να ξεφύγουν από την ένδεια.
Για να καταπολεμηθεί η φτώχεια, δεν αρκεί η σταδιακή μείωση της ανεργίας, αλλά χρειάζεται η δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας, υπογραμμίζεται.
«Πρέπει να δώσουμε προσοχή, όχι μόνο στη δημιουργία, αλλά και στην ποιότητα των θέσεων εργασίας, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε μια βιώσιμη ανάκαμψη που να μειώνει όχι μόνο την ανεργία, αλλά και τη φτώχεια», τόνισε ο επίτροπος αρμόδιος για την απασχόληση, τις κοινωνικές υποθέσεις και την κοινωνική ένταξη, Λάζλο ‘Αντορ.
Η εξεύρεση εργασίας βοηθά τους ανθρώπους να ξεφύγουν από τη φτώχεια μόνο στο 50% των περιπτώσεων, σύμφωνα με την έκθεση.
Όσοι καταφέρνουν να βρουν δουλειά συνήθως εργάζονται λιγότερες ώρες και λαμβάνουν μικρότερο μισθό σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που αυξάνει το φαινόμενο της λεγόμενης «φτώχειας στην εργασία».
Σημαντικό ρόλο ωστόσο, εκτός του είδους της εργασίας, παίζουν και άλλοι παράγοντες, όπως η επαγγελματική κατάσταση του συντρόφου τους.
«Δυστυχώς, δεν μπορούμε να πούμε ότι το να έχει κανείς εργασία συνεπάγεται απαραιτήτως και μια αξιοπρεπή διαβίωση», είπε ο Επίτροπος Απασχόλησης της ΕΕ Λάσλο Άντορ, προσθέτοντας ότι η κατάσταση αυτή είχε «σημαντικές επιπτώσεις» στην ανάκαμψη της Ευρώπης.
«Η σταδιακή μείωση της ανεργίας πιθανότατα δεν θα είναι αρκετή για να αντιστρέψει την τάση αύξησης του επιπέδου φτώχειας», προειδοποίησε.
Μολονότι η ευρωζώνη βγήκε πέρυσι από την ύφεση, το ποσοστό ανεργίας παραμένει ανησυχητικά υψηλό, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, γεγονός που πυροδοτεί επικρίσεις για τις πολιτικές λιτότητας που ακολουθούνται.
Η έκθεση δείχνει επίσης ότι οι άνθρωποι που λαμβάνουν παροχές ανεργίας είναι πιο πιθανόν να βρουν δουλειά σε σχέση με εκείνους που δεν λαμβάνουν επιδόματα ή άλλες παροχές, ιδίως όταν τα συστήματα συνδέουν τις παροχές, οι οποίες περιορίζονται με το πέρασμα του χρόνου, με την υποχρέωση του ανέργου να αναζητήσει εργασία.
Αναποτελεσματικό το σύστημα κοινωνικών παροχών στην Ελλάδα
Παράλληλα, υπογραμμίζει τη σημασία ενός αποτελεσματικού συστήματος κοινωνικών παροχών τόσο για την επάνοδο των ανέργων στην απασχόληση όσο και για την άμβλυνση των χρόνιων ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων.
Σημειώνεται, μάλιστα, ότι σε ορισμένες χώρες (π.χ. Πολωνία, Βουλγαρία) σημαντικά τμήματα του πληθυσμού δεν καλύπτονται από τα συνήθη δίκτυα ασφαλείας (παροχές ανεργίας, κοινωνική βοήθεια) και κατά κανόνα στηρίζονται στην οικογενειακή αλληλεγγύη ή στην αδήλωτη εργασία.
Επίσης, τα συστήματα κοινωνικών παροχών της Ελλάδας, της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας χαρακτηρίζονται από πολύ μικρή αποτελεσματικότητα, σε σχέση με τα συστήματα άλλων χωρών της ΕΕ, επισημαίνει η ίδια επισκόπηση, ενώ σημειώνει ότι το 2012, το 35% του πληθυσμού στην Ελλάδα απειλούνταν με φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό.
Το ποσοστό αυτό κατατάσσει την Ελλάδα τέταρτη στην ΕΕ, μετά τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Λετονία. Επισημαίνεται, επίσης, ότι η Ελλάδα υπέστη τη μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ, μεταξύ 2008-2013, από οποιαδήποτε άλλη χώρα και κατέγραψε τη μεγαλύτερη αύξηση ανεργίας στην ΕΕ.
Μεγάλα θύματα της κρίσης οι Ελληνίδες εργαζόμενες
Στην Ελλάδα, σημειώνεται ότι τα μεγαλύτερα θύματα της κρίσης είναι οι γυναίκες, ενώ οι κοινωνικές παροχές στην Ελλάδα και στην Ισπανία μειώνουν την ανισότητα πολύ λιγότερο από ό,τι στην Αυστρία και στο Λουξεμβούργο.
Όσον αφορά τις χρόνιες ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων, από την επισκόπηση προκύπτει ότι εξακολουθούν να υφίστανται διαφορές που πλήττουν τις γυναίκες, ως προς τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, τις αμοιβές και τον κίνδυνο της φτώχειας.
Οι γυναίκες τείνουν να εργάζονται συνολικά λιγότερες ώρες από ό,τι οι άνδρες, με αποτέλεσμα τον περιορισμό των ευκαιριών σταδιοδρομίας τους, την αμοιβή τους με χαμηλότερο μισθό και σύνταξη και κατά συνέπεια, τη μείωση της οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας τους.
Σε ορισμένα κράτη-μέλη, ένα υψηλό ποσοστό γυναικών εργάζεται σχετικά λίγες ώρες (π.χ. Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία και Ην. Βασίλειο), ενώ σε κάποιες άλλες χώρες (κυρίως της Κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, στην Ισπανία και την Ιρλανδία) η συμμετοχή των γυναικών στην εργασία μπορεί να είναι χαμηλότερη, αλλά όταν απασχολούνται, τείνουν να εργάζονται σχετικά περισσότερες ώρες.
Μόνο λίγα κράτη-μέλη (κυρίως οι Σκανδιναβικές και οι Βαλτικές χώρες) έχουν κατορθώσει να συνδυάζουν υψηλά ποσοστά απασχόλησης των γυναικών με περιορισμένες διαφορές μεταξύ των δύο φύλων ως προς τις ώρες εργασίας.
Τέλος, η ίδια επισκόπηση υπογραμμίζει ότι από τα πρώτα κιόλας έτη ζωής του ευρώ, άρχισαν να εμφανίζονται αποκλίσεις μεταξύ των κρατών-μελών, κυρίως λόγω της ανισόρροπης ανάπτυξης σε ορισμένα κράτη-μέλη, με βάση το συσσωρευόμενο χρέος, το οποίο υποδαύλισαν τα χαμηλά επιτόκια και οι μαζικές εισροές κεφαλαίων και το οποίο συνοδεύτηκε συχνά από απογοητευτικές εξελίξεις ως προς την παραγωγικότητα και από προβλήματα ανταγωνιστικότητας.
Οι παράπλευρες απώλειες της εσωτερικής υποτίμησης
Η Επιτροπή επισημαίνει ακόμη τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι χώρες της ευρωζώνης στην ανάκτηση της ανταγωνιστικότητάς τους, δεδομένου ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να υποτιμήσουν το νόμισμά τους.
Οι χώρες αυτές είναι υποχρεωμένες να λαμβάνουν μέτρα εσωτερικής υποτίμησης συμπιέζοντας τους μισθούς και τις τιμές.
Η πολιτική αυτή, ωστόσο, έχει τους περιορισμούς της και τις επιπτώσεις της, ιδίως όσον αφορά την αύξηση της ανεργίας και την κοινωνική ένδεια, και η αποτελεσματικότητά της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι το άνοιγμα της οικονομίας, η ανθεκτικότητα της εξωτερικής ζήτησης, και η παρουσία πολιτικών και επενδύσεων για την ενίσχυση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας.
Άντορ: Δεν φταίνε μόνο τα μνημόνια
Ερωτώμενος για τις αρνητικές συνέπειες που είχαν οι εφαρμοζόμενες πολιτικές στις χώρες που λαμβάνουν δανειακή βοήθεια από την τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ΕΚΤ και ΔΝΤ), όπως η Ελλάδα, ο Άντορ παραδέχτηκε ότι «είναι αλήθεια πως χάθηκαν θέσεις εργασίας».
Ωστόσο, «είναι λάθος να πούμε ότι μόνη υπεύθυνη είναι η τρόικα» επειδή «αυτές οι χώρες διέπραξαν λάθη που τις κατέστησαν ευάλωτες», όπως υποστήριξε.
Η έκθεση των 500 σελίδων αναρτήθηκε στον ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.