Θετική κερδοφορία για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο εμφάνισε ο όμιλος της Εθνικής Τράπεζας, γεγονός που αποτελεί ένδειξη της βελτίωσης του οικονομικού κλίματος.
Ειδικότερα, τα κέρδη του α’ τριμήνου 2013 από επαναλαμβανόμενες πηγές για τον Όμιλο ανήλθαν στα 186 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 265 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.
Σε γραπτή του δήλωση ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Αλέξανδρος Τουρκολιάς σημείωσε ότι η ορατή πια βελτίωση του οικονομικού κλίματος υποδηλώνει την πεποίθηση ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντική πρόοδο στην προσπάθεια να καταστεί πιο ανταγωνιστική και να επιτύχει βιώσιμη ανάπτυξη.
«Παράλληλα με την πρόοδο μιας σειράς μακροοικονομικών μεγεθών, στον τραπεζικό κλάδο παρατηρούμε τη σταδιακή αλλά σταθερή επιστροφή των καταθέσεων και τη σχετική βελτίωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου» πρόσθεσε ο ίδιος, σημειώνοντας ότι «εν γένει, η οργανική κερδοφορία των τραπεζών δείχνει πλέον σαφή σημάδια ανάπτυξης».
Σύμφωνα με τον κ. Τουρκολιά, η Εθνική συνεχίζει να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες με σκοπό την περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας της και του ισολογισμού της.
Συγκεκριμένα, έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην παραγωγικότητα μειώνοντας τα λειτουργικά της έξοδα κατά περίπου 25% από την αρχή της κρίσης, και είναι σε θέση να ανακοινώσει πρωτοβουλίες για επιπλέον σημαντικές περικοπές.
Επίσης, η ΕΤΕ έχει δρομολογήσει σειρά ενεργειών που αποσκοπούν στη βελτίωση της κεφαλαιακής της επάρκειας.


«Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι η Εθνική διαθέτει σήμερα ένα συγκριτικό πλεονέκτημα, όσον αφορά τη ρευστότητα, καθώς ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις διαμορφώνεται στο 95% στην Ελλάδα» υπογράμμισε ο κ. Τουρκολιάς.
Αναφερόμενος στην αύξηση κεφαλαίου του ομίλου, σημείωσε ότι με η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης της ΕΤΕ θα της «επιτρέψει να συνεχίσει να επιτελεί τον κομβικό της ρόλο στην Ελληνική οικονομία, όπως αποδεδειγμένα τον έχει επιτελέσει κατά τη διάρκεια της ιστορικής της διαδρομής».


Τα μεγέθη του α΄ τριμήνου
•Σταθεροποίηση των οργανικών εσόδων στην Ελλάδα τα οποία ανήλθαν σε €385 εκατ. για το α’ τρίμηνο του 2013
•Η κερδοφορία της Finansbank ανήλθε στα €155 εκατ., αυξημένη κατά 23%, σε σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία, παρά τη θεαματική κερδοφορία που σημειώθηκε την προηγούμενη χρονιά
•Θετική συνεισφορά των δραστηριοτήτων στη ΝΑ Ευρώπη κατά €13 εκατ., έναντι ζημιών την αντίστοιχη περίοδο του 2012
•Περιστολή λειτουργικών δαπανών στην Ελλάδα και τη ΝΑ Ευρώπη κατά 10% και 3%, αντίστοιχα, σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2012
•Μείωση δαπανών προσωπικού κατά 12% στην Ελλάδα. Περιορισμός γενικών εξόδων και αποσβέσεων κατά 5%, εάν δεν ληφθούν υπόψη οι έκτακτες δαπάνες για την εξαγορά της Eurobank Ergasias
•Σωρευτική μείωση του εγχώριου λειτουργικού κόστους κατά 24% από την αρχή της κρίσης (α’ τρίμηνο 2010)
•Μείωση, για πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης, των προβλέψεων στην Ελλάδα στο α’ τρίμηνο του 2013 (€318 εκατ., έναντι €419 εκατ. το α’ τρίμηνο 2012), λόγω της σημαντικής επιβράδυνσης του ρυθμού δημιουργίας νέων επισφαλειών
•Διατήρηση υψηλού ποσοστού κάλυψης των επισφαλών απαιτήσεων από προβλέψεις του Ομίλου στο 54%
•Αντιλογισμός προβλέψεων €276 εκατ. επί των απαιτήσεων έναντι του Ελληνικού Δημοσίου, λόγω της βελτίωσης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας
•Ο pro-forma δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier I βάσει της EBA) διαμορφώνεται σε 9,3%
•Προαιρετική πρόταση επαναγοράς υβριδικών τίτλων του Ομίλου, ως πρώτο βήμα μιας σειράς πρωτοβουλιών που έχει ο Όμιλος στη διάθεση του για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων του
•Αύξηση των καταθέσεων του Ομίλου κατά 5% σε ετήσια βάση. Σημαντική εισροή εγχώριων καταθέσεων μετά τον Ιούνιο του 2012 της τάξης των €3,3 δισ. (+9%)
•Σημαντική μείωση της χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα κατά €7,2 δισ. από την κορύφωση της κρίσης τον Ιούνιο του 2012 (από €34,7 δισ. σε €27,5 δισ.) και δυνατότητα περαιτέρω μείωσης κατά €9,8δισ. με την τοποθέτηση στη διατραπεζική των ομολόγων από την ανακεφαλαιοποίηση
•Βελτίωση του δείκτη δανείων προς καταθέσεις στην Ελλάδα στο 95%, έναντι 105% την ίδια περίοδο τον προηγούμενο χρόνο
•Σημαντική αποκλιμάκωση του ρυθμού δημιουργίας νέων επισφαλειών στην Ελλάδα, με καταγραφή νέων καθυστερούμενων δανείων 90+ ύψους €456 εκατ. το πρώτο τρίμηνο του 2013, έναντι €533 εκατ. το προηγούμενο τρίμηνο και €938 εκατ. το Μάρτιο του 2012
•Διαμόρφωση του δείκτη καθυστερήσεων 90+ σε 19,8% για τον Όμιλο και 24,3% για το εγχώριο χαρτοφυλάκιο
Τα αποτελέσματα του α΄ τριμήνου
O Όμιλος της ΕΤΕ εμφανίζει κερδοφορία για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο καθώς τα καθαρά κέρδη του το α’ τρίμηνο του 2013 διαμορφώθηκαν σε €186 εκατ., έναντι ζημιών €265 εκατ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012.
Λαμβάνοντας υπόψη τη μη επαναλαμβανόμενη απομείωση λόγω της απόκτησης της Eurobank, ύψους €159 εκατ., τα καθαρά κέρδη ανήλθαν σε €27 εκατ. Ιδιαίτερα θετική, στη διαμόρφωση των αποτελεσμάτων ήταν η συμβολή της Finansbank, με κέρδη ύψους €155 εκατ., ενώ οι θυγατρικές της ΝΑ Ευρώπης είχαν, μετά από πέντε τρίμηνα, θετική συνεισφορά στην κερδοφορία.
Επιπλέον, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στο πεδίο της οικονομικής προσαρμογής, οδήγησε στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας και επέτρεψε τον αντιλογισμό προβλέψεων ύψους €276 εκατ. για ενδεχόμενη απομείωση απαιτήσεων έναντι του Ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, αποτελεί ιδιαίτερα ενθαρρυντική εξέλιξη η σταθεροποίηση των οργανικών τραπεζικών εσόδων του Ομίλου, μετά από πολλά τρίμηνα, δίνοντας τις πρώτες ενδείξεις ολοκλήρωσης του καθοδικού τους κύκλου.
Η εξέλιξη αυτή αποκτά βαρύνουσα σημασία καθώς ο Όμιλος εμφάνισε σταθεροποίηση των πηγών των οργανικών τραπεζικών εσόδων (καθαρά επιτοκιακά έσοδα και έσοδα από προμήθειες) σε όλες τις κύριες γεωγραφικές περιοχές όπου δραστηριοποιείται.
Η στρατηγική εστίασης του Ομίλου στην περιστολή των λειτουργικών δαπανών συνεχίζει να αποδίδει καρπούς με τις λειτουργικές δαπάνες στην Ελλάδα και τη ΝΑ Ευρώπη να μειώνονται κατά 10% και 3% αντίστοιχα, σε σχέση με το α’ τρίμηνο 2012, τάση που αναμένεται να συνεχιστεί μετά την πρόσφατη υπογραφή νέας κλαδικής σύμβασης.
Όσον αφορά στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου του Ομίλου, η επιβράδυνση της δημιουργίας νέων επισφαλειών συνεχίστηκε, με καταγραφή νέων επισφαλειών ύψους €616, έναντι €662 εκατ. του προηγούμενου τριμήνου και €1.244 εκατ. στην κορύφωση της κρίσης το β’ τρίμηνο του 2012.
Απόρροια αυτής της επιβράδυνσης ήταν η διενέργεια χαμηλότερων προβλέψεων τόσο σε ετήσια όσο και σε τριμηνιαία βάση με ταυτόχρονη όμως διατήρηση του υψηλού επιπέδου κάλυψης των επισφαλών απαιτήσεων από προβλέψεις το οποίο διαμορφώθηκε στο 54%.
Η αύξηση των καταθέσεων του Ομίλου κατά 5% σε ετήσια βάση, σε συνδυασμό με την κατά 2% αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου, βελτίωσαν το δείκτη ρευστότητας (δάνεια : καταθέσεις) κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες, στο 104%.
Ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις για την Ελλάδα διαμορφώθηκε στο ανταγωνιστικό επίπεδο του 95% –βελτιωμένος κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση– παρέχοντας στην Τράπεζα την ευχέρεια παροχής ρευστότητας στην πελατειακή της βάση. Ο αντίστοιχος δείκτης για την ΝΑ Ευρώπη διαμορφώθηκε στο 108% βελτιωμένος κατά 21 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση.
Όσον αφορά στην κεφαλαιακή επάρκεια, ο pro-forma δείκτης βασικών ιδίων κεφαλαίων του Ομίλου (Core Tier I βάσει της EBA) διαμορφώθηκε σε 9,3% μετά και τις προκαταβολές που έχουν ληφθεί από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έναντι της αύξησης κεφαλαίου στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης της Τράπεζας.
Ελλάδα: Αναστροφή των πιέσεων στην οργανική κερδοφορία
Τα καθαρά κέρδη, διαμορφώθηκαν σε €20 εκατ., πριν την αφαίρεση της μη επαναλαμβανόμενης απομείωσης λόγω της απόκτησης των μετοχών της Eurobank ύψους €159 εκατ., έναντι ζημιών €384 εκατ. το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012, ωφελούμενα από τη μείωση των λειτουργικών δαπανών κατά 10% σε ετήσια βάση (μη συμπεριλαμβανομένων των έκτακτων εξόδων σχετιζόμενων με την εξαγορά της Eurobank), τον δραστικό περιορισμό των διαπραγματευτικών ζημιών (-€30 εκατ. έναντι -€250 εκατ. στο α’ τρίμηνο του 2012) και τον αντιλογισμό προβλέψεων έναντι απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα.
Στο α’ τρίμηνο του 2013 τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα σταθεροποιήθηκαν σε τριμηνιαία βάση δημιουργώντας βάσιμες προσδοκίες για την ολοκλήρωση του καθοδικού τους κύκλου. Καθοριστικός παράγοντας αυτής της εξέλιξης ήταν η μείωση της εξάρτησης από την υψηλού κόστους χρηματοδότηση από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας (ELA), ενώ αρνητική επίδραση είχαν η μείωση του δανειακού χαρτοφυλακίου, ο αντίκτυπος από τη συμμετοχή της Τράπεζας στη διαδικασία επαναγοράς ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η άνοδος των καταθέσεων εσωτερικού, η οποία ξεκίνησε από το τέλος του β’ τριμήνου του 2012, με την άρση της πολιτικής αβεβαιότητας στη χώρα, συνεχίσθηκε και κατά το α’ τρίμηνο του 2013 αντανακλώντας την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των καταθετών προς το τραπεζικό σύστημα της χώρας και την ΕΤΕ. Συγκεκριμένα, σημειώθηκε άνοδος τόσο των λογαριασμών όψεως όσο και προθεσμίας κατά 18%, σε σύγκριση με το β’ τρίμηνο του 2012, ενώ οι καταθέσεις ταμιευτηρίου μειώθηκαν κατά 7% για την ίδια περίοδο. Η συνολική άνοδος των καταθέσεων για την προαναφερθείσα περίοδο ανήλθε σε 9%.
Η απομόχλευση του δανειακού χαρτοφυλακίου εσωτερικού συνεχίστηκε, σημειώνοντας 4% μείωση του συνόλου των χορηγήσεων σε ετήσια βάση, ενώ σε σχέση με την κορύφωση των δανειακών υπολοίπων το β’ τρίμηνο 2010 η μείωση ανήλθε στο 14% και 22% στα υπόλοιπα δανείων μετά από προβλέψεις.
Αποτελεί ιδιαίτερα θετικό μήνυμα η σημαντική επιβράδυνση που καταγράφεται στο ρυθμό δημιουργίας νέων επισφαλειών στο α’ τρίμηνο του 2013 (+€456 εκατ.), ποσό μειωμένο κατά -14% σε τριμηνιαία βάση και κατά -51% σε ετήσια βάση.
Επίσης, ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση +90 ημερών διαμορφώθηκε στο 24,3%, αυξημένος κατά 120 μονάδες βάσης σε σχέση με το τέλος του 2012, σε αντίθεση με το μέσο όρο ανά τρίμηνο του 2012 ο οποίος ήταν υπερδιπλάσιος, περίπου 250 μονάδες βάσης. Η κάλυψη των καθυστερούμενων δανείων +90 ημερών για το εγχώριο χαρτοφυλάκιο διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, και συγκεκριμένα στο ποσοστό του 53%, παρά τη διενέργεια μειωμένων προβλέψεων από την Τράπεζα.
Finansbank: Η δυναμική της κερδοφόρου αναπτυξιακής πορείας συνεχίζεται
Τα καθαρά κέρδη της Finansbank ανήλθαν σε TL 362 εκατ. (€155 εκατ.), αυξημένα κατά 23% έναντι του α’ τριμήνου 2012. Τα εντυπωσιακά αυτά αποτελέσματα βασίστηκαν στη βελτίωση των οργανικών εσόδων, +21% σε ετήσια βάση, η οποία βασίσθηκε στην άνοδο τόσο των καθαρών επιτοκιακών εσόδων κατά 28% όσο και των προμηθειών κατά 13%, σε ετήσια βάση, και παρά την απώλεια των εσόδων από ασφαλιστικές εργασίες μετά την πώληση της Finans Pension στο δ’ τρίμηνο του 2012.
Το επιτοκιακό περιθώριο διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα, 643 μ.β. στο τέλος του α’ τριμήνου, καθώς η συνεχιζόμενη μείωση του κόστους των καταθέσεων αντιστάθμισε σε μεγάλο βαθμό την πτώση των αποδόσεων των στοιχείων ενεργητικού που παρατηρήθηκε στον τραπεζικό κλάδο.
Ο δείκτης αποτελεσματικότητας (δαπάνες προς έσοδα) βελτιώθηκε περαιτέρω στο άκρως ανταγωνιστικό 41% έναντι 46% το αντίστοιχο τρίμηνο του 2012. Η βελτίωση αυτή σημειώθηκε παρά την επέκταση του δικτύου καταστημάτων, στο οποίο προστέθηκαν 70 νέες μονάδες σε ετήσια βάση, και το συνεχιζόμενο υψηλό πληθωρισμό.
Οι συνολικές χορηγήσεις της Finansbank ανήλθαν σε TL 43,7 δισ. (€18,8 δισ.), σημειώνοντας αύξηση 19% σε ετήσια βάση. Ως αποτέλεσμα της ακολουθούμενης στρατηγικής πιστωτικής επέκτασης, το δανειακό χαρτοφυλάκιο Λιανικής τραπεζικής αυξήθηκε κατά 25% σε ετήσια βάση σε TL 25,9 δισ. (€11,2 δισ.) ενώ το δανειακό χαρτοφυλάκιο Επιχειρηματικής τραπεζικής αυξήθηκε κατά 12% σε ετήσια βάση σε TL 17,8 δισ. (€7,7 δισ.). Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση αυξήθηκε σε 5,8% έναντι 5,0% το Μάρτιο του 2012, αντανακλώντας τους χαμηλότερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης στην Τουρκία. Ακολουθώντας συντηρητική πολιτική, ο Όμιλος διενήργησε προβλέψεις ύψους TL 194 εκατ. με σκοπό να διατηρήσει την κάλυψη των επισφαλειών από προβλέψεις σε υψηλό επίπεδο και συγκεκριμένα στο 75%.
Οι συνολικές καταθέσεις σημείωσαν άνοδο 23% σε ετήσια βάση (περιλαμβανομένης της ομολογιακής έκδοσης ύψους TL 2,4 δισ.), διαμορφούμενες σε TL 35,2 δισ. (15,2 δισ.). Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις ανήλθε σε 110%, έναντι 114% ένα έτος νωρίτερα περιλαμβανομένης της ομολογιακής έκδοσης προς ιδιώτες ύψους TL 2,4 δισ.
Ο Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (CAR) διαμορφώθηκε στο 19,0%, ο υψηλότερος μεταξύ των κύριων ανταγωνιστών. Η ισχυρή κεφαλαιακή βάση της Finansbank της προσδίδει ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα στη συνέχιση της δυναμικής ανάπτυξης του ισολογισμού της.
ΝΑ Ευρώπη: Επικέντρωση στον περιορισμό του κόστους και τη βελτίωση της ρευστότητας
Οι δραστηριότητες του Ομίλου στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης1 εμφάνισαν κέρδη ύψους €13 εκατ., έπειτα από πέντε συνεχόμενα ζημιογόνα τρίμηνα. Σε αυτό συνέβαλλε κατά κύριο λόγο η σταθεροποίηση σε ομαλά επίπεδα του ρυθμού αύξησης των επισφαλών απαιτήσεων, γεγονός που αντανακλά την σταδιακή ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή, επηρεάζοντας θετικά τόσο τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα όσο και τις προβλέψεις. Επιπρόσθετα, η πολιτική συμπίεσης του λειτουργικού κόστους συνεχίστηκε και απέφερε μείωσή του κατά 3% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό τρίμηνο και 20% από το α’ τρίμηνο του 2009.
Η άνοδος των καταθέσεων κατά 11% σε ετήσια βάση (στα €5,3 δισ.) συνέβαλε στην περαιτέρω βελτίωση του δείκτη δανείων προς καταθέσεις στο 108%, έναντι 129% στο τέλους Μαρτίου 2012. Η βελτίωση της ρευστότητας των θυγατρικών καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης έχει οδηγήσει στην σχεδόν ολοκληρωτική αποδέσμευσή τους από τη χρηματοδότηση μέσω μητρικής.
Ως απόρροια της βελτιωμένης ρευστότητας οι συνολικές χορηγήσεις σταθεροποιήθηκαν στο τέλος του α’ τριμήνου του 2013 και διαμορφώθηκαν σε €6,4 δισ. έναντι €6,5 δισ. στο τέλος του 2012, παρουσιάζοντας μείωση 1% μόνο, μετά από μείωση κατά 22% από το τέλος του 2008.
Αναφορικά με την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου παρατηρείται, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, σταθεροποίηση του ρυθμού αύξησης των επισφαλών απαιτήσεων. Ο δείκτης δανείων σε καθυστέρηση έφτασε στο 24.1% το α’ τρίμηνο του 2013, έναντι 23.3% στο τέλος του 2012, υποβοηθούμενος από τη σταθεροποίηση του δανειακού χαρτοφυλακίου. Οι διενεργούμενες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις μειώθηκαν κατά 41% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2012 στα €29 εκατ., ενώ η κάλυψη των καθυστερούμενων δανείων από προβλέψεις διατηρήθηκε στο 49%.