«Κλειδί» για την επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση του εγχώριου τραπεζικού κλάδου αποτελεί το ύψος των αναγκών που θα προκύψουν μετά την καταγραφή των ζημιών από το PSI.

Η εντυπωσιακή άνοδος των τραπεζικών μετοχών (+21% σε επίπεδο κλαδικού δείκτη) στη συνεδρίαση της Τρίτης αποτυπώνει τις προσδοκίες της αγοράς για μία συμφωνία ως προς τους όρους και το βαθμό παρέμβασης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), που θα ευνοεί τη συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στις επικείμενες νέες εκδόσεις μετοχών.

Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται μέτρα που θα συμβάλλουν στη μείωση των κεφαλαικών αναγκών, ώστε ο τελικός λογαριασμός της ανακεφαλαιοποίησης να υποχωρήσει και να διαμορφωθεί σε επίπεδα που να επιτρέπουν την κάλυψη ενός σημαντικού μέρους της από επενδυτές.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του προέδρου του ΠαΣοΚ Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος από το βήμα της Βουλής τόνισε την Τρίτη ότι τα τελικά κεφάλαια που θα χρειασθούν οι τράπεζες «πρέπει και μπορούν να περιοριστούν».

Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι πιθανό να χρειαστούν αρκετά λιγότερα από τα 50 δισ. ευρώ που είναι διαθέσιμα μέσω του ΤΧΣ, μέσω ενός συνδυασμού μέτρων, που συζητούνται και με την τρόικα.

Μεταξύ άλλων, εξετάζεται μεταξύ άλλων η αύξηση του χρόνου λογιστικού συμψηφισμού των ζημιών από το PSI με κέρδη μελλοντικών χρήσεων από τα 5 στα 20 χρόνια.

Επιπλέον, γίνεται προσπάθεια για αύξηση του αριθμού των μετοχών που θα μπορούν να επαναγοράσουν από το ΤΧΣ όσοι ιδιώτες συμμετάσχουν στις επικείμενες αυξήσεις κεφαλαίου. Εξάλλου, κρίσιμη για την επιτυχία του εγχειρήματος της ανακεφαλαιοποίησης αποτελεί και ο συνδυασμός των εργαλείων που θα χρησιμοποιηθούν για την κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών.

Οι διοικήσεις τους θέλουν οι ζημιές που θα προκύψουν λόγω της έκθεσης της Blackrock για τα επισφαλή δάνεια να καλυφθούν με ομολογίες και οι απομειώσεις λόγω του PSI με κοινές μετοχές. Η αναλογία που προτείνουν είναι η εξής: 60% κοινές μετοχές, 30% ομολογίες και 10% ιδιωτικά κεφάλαια.