Νέα μέτρα 5,5% του ΑΕΠ, περίπου 11,5 δισ. ευρώ, εφέτος το Μάιο (για το 2013 και το 2014) και προτεραιότητα στις απολύσεις στο Δημόσιο ζητεί η τρόικα στηνέκθεσή της που ολοκληρώθηκε λίγο πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup τη Δευτέρας.
Διαβάστε εδώ ολόκληρη την έκθεση της τρόικαςΤο Reuters δημοσιοποίησε το μεσημέρι της Τρίτης την τελευταία έκθεση της τρόικας για την Ελλάδα από την πλευρά των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η οποία ολοκληρώθηκε στις 11 Μαρτίου. Φέρει την υπογραφή του επικεφαλής των ελεγκτών της Κομισιόν Ματίας Μορς.
Στην έκθεση εκτιμάται ότι η ύφεση το 2012 θα φτάσει το 4,75% με κίνδυνο επιδείνωσης. Σημειώνεται επίσης ότι δεν αναμένεται ανάκαμψη από το 2013 αλλά από το 2014.
Η μέση ανεργία τοποθετείται στο 18% το 2012 αλλά σημειώνεται ότι σε ορισμένα τρίμηνο θα υπερβεί το 20%.
Η έκθεση αναφέρει μεταξύ άλλων ότι η πορεία της οικονομίας θα εξαρτηθεί από την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και προαναγγέλλει ευθέως τη λήψη μέτρων 5,5% του ΑΕΠ, περίπου 11,5 δισ. ευρώ, για την κάλυψη του «δημοσιονομικού κενού» για το 2013 και το 2014.
Τα μέτρα θα αποφασιστούν το Μάιο στο πλαίσιο της επικαιροποίησης του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Η έκθεση σημειώνει ότι θα ληφθούν και πάλι στο σκέλος των δαπανών και αναφέρει ενδεικτικά τους τομείς των κοινωνικών μεταβιβάσεων (επιδόματα κλπ.) της άμυνας και της τοπικής αυτοδιοίκησης.
«Απολύσεις»Στο κείμενο γίνεται ανοιχτή αναφορά σε απολύσεις στο Δημόσιο (redundancies) για τη μείωση των απασχολούμενων σε συνδυασμό, αλλά δευτερευόντως, με την εφαρμογή του κανόνα της μιας πρόσληψης προς πέντε αποχωρήσεις.
«Η Ελλάδα κατέγραψε μικτή πρόοδο αναφορικά με τους φιλόδοξους στόχους του πρώτου προγράμματος προσαρμογής. Διάφοροι παράγοντες αποτέλεσαν εμπόδια για την εφαρμογή: η πολιτική αστάθεια, η κοινωνική αναταραχή και ζητήματα διοικητικής ικανότητας και, πιο ουσιαστικά, η ύφεση που ήταν πολύ βαθύτερη από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως» σημειώνεται στα βασικά συμπεράσματα του κειμένου.
Αναφέρεται επίσης ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτεύχθηκαν αλλά αναγνωρίζεται για πρώτη φορά ότι η προσαρμογή στην Ελλάδα «είναι πολύ μεγαλύτερη» από τα αντίστοιχα προγράμματα σταθεροποίησης σε άλλες χώρες (εννοώντας την Ιρλανδία και την Πορτογαλία).