Μονομερώς ο εργοδότης δύναται – από τις 14 Μαίου – να μειώσει τις αποδοχές των εργαζομένων, στα όρια της κλαδικής σύμβασης, εφόσον έως τότε δεν έχει υπογραφεί νέα κλαδική σύμβαση.
Η ερμηνευτική εγκύκλιος για τις αλλαγές στις αμοιβές του ιδιωτικού τομέα που συμπεριλαμβάνονται στο νέο μνημόνιο, εκδόθηκε από το υπουργείο Εργασίας διευκρινίζοντας με ποιόν τρόπο θα επέλθουν οι μειώσεις τόσο στους κατώτατους όσο και στους κλαδικούς μισθούς.
Στις κλαδικές συμβάσεις εργασίας που έχουν λήξει, δίδεται τρίμηνη προθεσμία, προκειμένου να επαναδιαπραγματευθούν οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων. Κατά τη διάρκεια του τριμήνου παραμένουν σε ισχύ οι υπάρχοντας μισθοί έτσι όπως έχουν ενσωματωθεί στις ατομικές συμβάσεις εργασίας.
Μετά τη λήξη του τριμήνου – στις 14 Μαίου – και εφόσον δεν έχει συναφθεί νέα σύμβαση, παύουν να ισχύουν οι υφιστάμενες αμοιβές και προσαρμόζονται μονομερώς στο κλιμάκιο της κλαδικής σύμβασης συν τα εξής επιδόματα, εφόσον υπάρχουν: ωρίμανσης, σπουδών, τέκνων και επικινδύνου εργασίας.
Εάν υπάρξουν νέες κλαδικές συμβάσεις μπορούν να διαπραγματευθούν υψηλότερες αμοιβές, ενώ οι ατομικές συμβάσεις έχουν ως αφετηρία των κατώτατα όρια της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Τα κατώτατα όρια μειώνονται κατά 22% από τις 14 Φεβρουαρίου και διαμορφώνονται στα 586,08 ευρώ ο κατώτατος μισθός και στα 26,18 ευρώ το κατώτατο ημερομίσθιο. Για τους νέους κάτω των 25 ετών η μείωση φθάνει το 32% και ο μισθός διαμορφώνεται στα 510,95 ευρώ, ενώ το ημερομίσθιο στα 22,83 ευρώ.
Διαβάστε την εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας