«Το αν θα πάνε όλα καλά θα φανεί μόλις στις αρχές Μαρτίου, όταν η Ελλάδα θα υποβάλει στις τράπεζες και στα ταμεία την επίσημη προσφορά ανταλλαγής των ομολόγων της έναντι νέων πολύ χαμηλότερων επιτοκίων», δήλωσε ο Ούβε Σάιχ, αναλυτής της τράπεζας LBBW. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχει ακόμη οριστικά ξεκαθαρίσει αν θα συμπράξουν όλες οι τράπεζες.
Ο Γιόργκ Κρέμερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, αμφιβάλλει για το αν το πακέτο διάσωσης επαρκεί πράγματι. Μόνο πέρσι η Ελλάδα δημιούργησε νέο χρέος της τάξης του 10% του ΑΕΠ περίπου, παρατηρεί σε ανάλυσή του. Συνολικά αυτή τη στιγμή το δημόσιο χρέος της χώρας ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 160% του ΑΕΠ.
Μέσω της απομείωσης του χρέους, της δανειακής βοήθειας ύψους 130 δισ. ευρώ και των μέτρων λιτότητας των Ελλήνων μέχρι το 2020 το χρέος θα ανέρχεται στο 120%. Θα παραμένει δηλαδή «διπλάσιο εκείνου που επιτρέπει ως ανώτατο όριο η Συνθήκη του Μάαστριχτ». Χωρίς βαθιές δομικές μεταρρυθμίσεις, συμπέρανε, η Αθήνα δεν θα μπορέσει να εξυπηρετήσει μελλοντικά το χρέος της.
Επιπλέον, η βοήθεια δεν αλλάζει τίποτα στα δομικά ελλείμματα της απειλούμενης με χρεοκοπία χώρας. Η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε σε αντάλλαγμα για το πακέτο διάσωσης να προχωρήσει σε εκτεταμένες δομικές μεταρρυθμίσεις.
Η αγορά εργασίας θα πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη και οι μισθοί να μειωθούν. Ο Χόλγκερ Σμίντιγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank, ζητά να τεθούν άμεσα οι βάσεις γι’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις. «Αρκετά με τη λιτότητα» τόνισε. «Το θέμα τώρα είναι η απορρύθμιση του κρατικού μηχανισμού».
Θα πρέπει π.χ. να απλοποιηθεί το φορολογικό σύστημα. «Μόνο έτσι θα μπορέσουν να εισπραχθούν αποτελεσματικά οι φόροι». Ο ίδιος απηύθυνε έκκληση στις χώρες της Ευρωζώνης να στηρίξουν την Ελλάδα στην επεξεργασία μιας αναπτυξιακής πολιτικής.
«Για την Ελλάδα δεν υπάρχει πλέον απλή λύση. Με τον συνδυασμό μιας απομείωσης των απαιτήσεων των ιδιωτών πιστωτών και ενός νέου προγράμματος χρηματοδότησης, οι διαπραγματευτικοί εταίροι συμφώνησαν χθες τη λιγότερο κακή εναλλακτική λύση», δήλωσε ο Τόμας Μίρο, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη με έδρα το Λονδίνο.
«Μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία θα βύθιζε την Ελλάδα στο χάος και θα επέσυρε απρόβλεπτες συνέπειες για το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα. Τώρα όλα θα εξαρτηθούν από την εφαρμογή εκ μέρους της ίδιας της Ελλάδας – με διεθνή βοήθεια – των δομικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα δημιουργήσουν επιτέλους μια νέα, αειφόρο ανάπτυξη».
Επιφυλακτικοί είναι και οι Πράσινοι. «Σε γενικές γραμμές, χαιρετίζουμε τη συμφωνία» δήλωσε ο εκπρόσωπος τους επί δημοσιονομικών θεμάτων Γκέρχαρτ Σικ. «Παρ’ όλα αυτά, αυτή δεν θα είναι η τελευταία αναδιάρθρωση». Η χώρα, ακόμα και μετά το κούρεμα, παραμένει υπερχρεωμένη. Στον επόμενο γύρο θα κληθεί να πληρώσει και ο φορολογούμενος, επεσήμανε ο ίδιος.
Ακόμα και η τρόικα είναι επιφυλακτική. Στην ανάλυσή της για το χρέος, την οποία δημοσιεύει αποσπασματικά η εφημερίδα «Financial Times» στο διαδίκτυο, διατυπώνεται προειδοποίηση για βάθυνση της ύφεσης στην Ελλάδα. Αν καθυστερήσουν κι άλλο οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις, το συνολικό ελληνικό χρέος απειλεί να παραμείνει και μετά από οκτώ χρόνια στο 160%, επισημαίνεται σ’ αυτήν.