Για τους περισσότερους επιχειρηματίες και επενδυτές είναι ένα εφιαλτικό σενάριο και παρόλα αυτά πολλοί προετοιμάζονται για να το αντιμετωπίσουν: η κατάρρευση της Ευρωζώνης. Πολλές μεγάλες επενδυτικές τράπεζες αναφέρουν ότι οι πελάτες τους ζητούν όλο και περισσότερο χρηματοπιστωτικά προϊόντα, προκειμένου να είναι διασφαλισμένοι σε περίπτωση που καταρρεύσει η Ευρωζώνη αναφέρει ρεπορτάζ της γερμανικής έκδοσης των Financial Times.
Πρόκειται κυρίως για επιχειρήσεις, οι οποίες εκπροσωπούνται σε διάφορες χώρες της Ευρωζώνης και φοβούνται για την εκεί δραστηριότητά τους, σε περίπτωση που οι κυβερνήσεις ορισμένων χωρών αποφασίσουν να επανακαθιερώσουν τα εθνικά τους νομίσματα.
«Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τέτοια προϊόντα», δήλωσε στους «Financial Times» ο Μπέρνι Σίνια, υπεύθυνος της αμερικανικής τράπεζας Citigroup για τις συναλλαγές με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται παγκοσμίως. «Αναζητούμε όλες τις πιθανές εναλλακτικές δυνατότητες και λύσεις», δήλωσε ο ίδιος. ΗCitigroup θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους επενδυτές συναλλάγματος παγκοσμίως.
Ήδη από το φθινόπωρο του 2011, όταν οξύνθηκε δραματικά η κρίση χρέους, έγινε γνωστό ότι πολλές επιχειρήσεις σκέφτονταν το αδιανόητο. Το αποκορύφωμα από γερμανικής πλευράς απετέλεσε ο ταξιδιωτικός όμιλος TUI, ο οποίος ζήτησε από τους έλληνες ξενοδόχους να υπογράψουν νέα συμβόλαια με το αιτιολογικό μιας πιθανής αλλαγής του νομίσματος.
Έκτοτε η κατάσταση σταθεροποιήθηκε μεν, οι απώλειες στις αγορές ομολόγων περιορίστηκαν και η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους είναι γεγονός – αλλά παρ’ όλα αυτά εντείνεται όσο ποτέ άλλοτε ο φόβος ενδεχόμενης κατάρρευσης της Ευρωζώνης.
Επομένως, η ζήτηση για προϊόντα διασφάλισης υφίσταται – όπως και το πρόβλημα, για το τι μορφή πρέπει να λάβουν τέτοια προϊόντα. Άλλωστε δεν είναι μόνο αβέβαιο το αν μια χώρα θα αποχωρήσει από την Ευρωζώνη – και αν ναι, ποια θα είναι αυτή, αλλά και με ποια συναλλαγματική ισοτιμία θα πρέπει να υπολογιστεί το νέο της νόμισμα.