Την εκταμίευση της τελευταίας δόσης του δανείου των 1,2 δισ. ευρώ της Λετονίας ενέκρινε το ΔΝΤ σύμφωνα με την ανακοίνωση του Διοικητικού Συμβουλίου στην Ουάσιγκτον.
Η κυβέρνηση της χώρας θα λάβει περίπου 638 εκατ. ευρώ και θα «αποχαιρετήσει» την αντιπροσωπεία των δανειστών που είχε εγκατασταθεί στη χώρα από το Δεκέμβριο του 2008. Συνολικά ΕΕ και ΔΝΤ είχαν θέσει στη διάθεση της Λετονίας δάνειο ύψους 7,5 δισ. ευρώ όμως η Ρίγα είχε αρνηθεί να λάβει αυτό το ποσό.
Στην τελευταία έκθεση για τη βαλτική χώρα των 2,5 εκατ. κατοίκων το ΔΝΤ σημειώνει ότι «η οικονομία έχει ορθοποδήσει και επιστρέφει σε ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, η ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί και τα πολύ μεγάλα ελλείμματα έχουν διορθωθεί».
Όμως «υπάρχουν ακόμα πολλές προκλήσεις καθώς η οικονομική δραστηριότητα παραμένει πολύ υποτονική σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα και το ποσοστό της ανεργίας παραμένει υψηλό παρά τη μείωσή του».
Το χειρότερο όλων είναι η διαπίστωση του ίδιου του Ταμείου ότι «το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από το εισοδηματικό όριο της φτώχειας παραμένει ένα από τα υψηλότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Ασφαλώς η εφαρμογή των ιδιαίτερα σκληρών μέτρων επί μία τριετία δεν είναι ασύνδετη με αυτά τα στοιχεία. Η Λετονία βρέθηκε στη χειρότερη οικονομική κρίση μετά το 1929 καθώς τα προηγούμενα τρία χρόνια η συνολική υποχώρηση του ΑΕΠ ανήλθε στο 25%. Η χειρότερη χρονιά για τη χώρα ήταν το 2009 όταν η ύφεση άγγιξε το 18% και η ανεργία το 20%. Αιτία αυτών ήταν η βίαιη διαδικασία «εσωτερικής υποτίμησης» που ακολουθήθηκε προκειμένου να περιοριστεί το έλλειμμα κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες ως προς το ΑΕΠ. Μια «επίδοση» που ακόμα και το ΔΝΤ παραδέχεται ότι σπάνια επιτυγχάνεται από τις χώρες όπου εγκαθίσταται.
Το κοινωνικό και πολιτικό κόστος αυτής της «επιτυχίας» ήταν τεράστιο. Η κυβέρνηση που υπέγραψε τη δανειακή σύμβαση κατέρρευσε έπειτα από λίγους μήνες υπό το βάρος της σοβούσας τότε τραπεζικής και οικονομικής κρίσης. Η νέα κυβέρνηση του Βάλντις Ντομπρόβσκις εφάρμοσε απαρέγκλιτα τις εντολές των δανειστών μειώνοντας δραματικά μισθούς και συντάξεις, αυξάνοντας τη φορολογία, κλείνοντας δημόσιες υπηρεσίες ακόμα και σχολεία.
Σήμερα διαπιστώνεται ότι το επίπεδο παροχής κοινωνικών υπηρεσιών έχει επιδεινωθεί. Στο μεταξύ πολλοί είναι αυτοί που αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη εκτός συνόρων. Ανεπίσημα στοιχεία κάνουν λόγο για φυγή άνω του 10% του εγχώριου πληθυσμού την τελευταία διετία.