Αρκετά αισιόδοξος σε ότι αφορά την παρουσία της εταιρείας στη χώρα μας αλλά και την πορεία των ελληνικών επιχειρήσεων δηλώνει ο κ. Φράνκ Κοέν πρόεδρος της SAP EMEA (Europe- Middle East -Africa) ο οποίος μάλιστα συνιστά προς τους ελληνες μάνατζερς να θεωρήσουν ότι η οικονομική κρίση αποτελεί περισσότερο μια ευκαιρία για αναδιοργάνωση και ανασύνταξη δυνάμεων παρά μια περίοδος μείωσης κόστους.
Οπως επισημαίνει προς «Το Βήμα» ο κ. Κοέν, ο ισχυρισμός ότι ο κλάδος της Πληροφορικής είναι αυτός που, κατά γενική ομολογία, αντιστάθηκε περισσότερο στην οικονομική ύφεση, παγκόσμια αλλά και τοπική είναι σωστός. «Μάλιστα, πολλές εταιρείες, οι οποίες μέσα στο 2009 άρχισαν να περικότπουν τις δαπάνες τους στον τομέα της Πληροφορικής, έχουν αρχίσει πάλι να επενδύουν», πρόσθεσε. «Η τάση αυτή, δίνει μια νότα αισιοδοξίας σε ότι αφορά τις δαπάνες των επιχειρήσεων μέσα στο 2011».
«Η κατάσταση είναι ίδια σε όλες τις αγορές είτε ώριμες είτε αναδυόμενες», επισημαίνει ο κ. Κοέν. «Αν οι επιχειρήσεις τολμήσουν να επενδύσουν μέσα στην κρίση, είναι βέβαιο ότι θα έχουν μεγαλύτερο «κέρδος» όταν η κατάσταση ομαλοποιηθεί καθώς θα έχουν λάβει, ήδη, τη θέση τους στη αγορά».
Σε ότι αφορά τα συστήματα και τις διαδικασίες αντιμετώπισης και διαχείρισης ρίσκου, κάτι που συζητήθηκε και προ της οικονομικής κρίσης αλλά εξακολουθεί να συζητείται και σήμερα, ο κ. Κοέν επισημαίνει ότι η SAP είναι μια από τις πρώτες εταιρείες που έχει δημιουργήσει τέτοιο λογισμικό, το Gonvernment Risk Compliance. Με απλά λόγια, η χρήση του λογισμικού αυτού και ειδικά οι αναφορές προς τους μάνατζερς επιτρέπουν στις εταιρείες να μειώνουν τον επιχειρηματικό κίνδυνο.
«Ειδικά σήμερα», αναφέρει ο κ. Κοέν, «όλες οι εταιρείες έχουν μεγάλη παρουσία στο Διαδίκτυο. Η πρόσβαση των τελικών χρηστών στα διάφορα εταιρικά sites αυξάνει την έκθεση των δεδομένων των επιχειρήσεων σε διάφορους κινδύνους. Τα συστήματα διαχείρισης ρίσκου είναι σε θέση να προστατεύσουν τις εταιρείες και τα δεδομένα τους. Βέβαια υπεύθυνοι για τη σωστή λειτουργία των συστημάτων αυτών είναι οι μάνατζερς, οι οποίοι, όμως με τη βοήθεια των συστημάτων αυτών είναι σε θέση να λάβουν πιό εύκολα και πιό γρήγορα τις κατάλληλες αποφάσεις».
Ερωτηθείς σχετικά από«Το Βήμα» για την κατάσταση στην Ελλάδα, ο κ. Κοέν απαντά ότι η SAP είναι μια ευρωπαϊκή εταιρεία με παρουσία στην Ελλάδα. Εχει λοιπό και αυτή ένα μερίδιο ευθύνης να υποστηριχθεί η εύρεση καλύτερης λύσης για το οικονομικό πρόβλημα της χώρας με την χρήση συστημάτων δικών της που ήδη είναι εγκατεστημένα στο Δημόσιο, όπως οι λύσεις διαχείρησης ακινήτων και ανθρώπινων πόρων για τους Δήμους και τις Κοινότητες. Ειναι σαφές ότι οι λύσεις αυτές βοηθούν στη μείωση του κόστους των δημοσίων υπηρεσιών.
Αλλά και για τον ιδιωτικό τομέα η εταιρεία προσανατολίζεται σε λύσεις με εκλογικευμένο κόστος, ώστε να βοηθήσει τις επιχειρήσεις να γίνουν πιό ανταγωνιστικές και να επανέλθουν σε ανάπτυξη, καθώς προβλέπεται ότι το ΑΕΠ θα έχει θετική μεταβολή στο 2012.
Επιπρόσθετα, αναφέρει ο κ. Κοέν, η SAP δεν πρόκειται να μειώσει τις επενδύσεις της στην Ελλάδα, καθώς, όπως θεωρεί ο ίδιος, επενδυτικές ευκαιρίες υπάρχουν ακόμη και σήμερα στην περίοδο της κρίσης.
Ακόμη, δίνει και μια συμβουλή προς τους Έλληνες μάνατζερς των επιχειρήσεων. «Είναι ευκαιρία» λέει, «αυτή την εποχή, μεσούσης της κρίσης να αναδιοργανωθούν και να επιδιώξουν μια καλύτερη θέση στην αγορά. Η μείωση του κόστους δεν είναι καλή λύση. Θα πρέπει να κάνουν στρατηγικές επενδύσεις και να εκμεταλλευθούν την κρίση, ώστε όταν η κατάσταση στην αγορά ομαλοποιηθεί να έχουν μια καλή θέση».
—
Ο κ. Φρανκ Κοέν εντάχθηκε στο δυναμικό της SAP το 2009 ως αντιπρόεδρος υπεύθυνος για την περιοχή EMEA. Στις αρμοδιότητές του περιλαμβάνεται η συνεχής παροχή αξίας στους πελάτες της εταιρείας με απώτερο στόχο να τους μεταβάλλει σε εταιρείες που λειτουργούν σε βέλτιστο βαθμό. Ο κ. Κοέν ως το 1997 διηύθυνε τη δική του εταιρεία μεταπώλησης συστημάτων ERP στη Γαλλία. Στη συνέχεια εντάχθηκε στην σουηδική εταιρεία Intentia ειδικευμένη και αυτή στα συστήματα ERP. Το 2006 όταν η Intentia συγχωνεύθηκε με τη Lawson Software ο κ. Κοέν παρέμεινε γενικός διευθυντής της περιοχής EMEA και το 2008 ανέλαβε υπέυθυνος για τη Βόρεια Αμερική.