Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ανακοίνωσε σήμερα ότι έχει ξεκινήσει μια διαδικασία που θα του επιτρέψει να μην επαναλάβει τις αστοχίες που γνώρισε τα τελευταία χρόνια στις προβλέψεις του δημόσιου χρέους, στην Ελλάδα και στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα.
Το ίδρυμα δημοσίευσε μια έκθεση των υπηρεσιών του για τον «εκσυγχρονισμό» των εργαλείων παρακολούθησης των δημοσίων χρεών. Αυτή αποκαλύπτει σε ποιο βαθμό, πριν από την παγκόσμια χρήματοπιστωτική κρίση, έκανε λανθασμένες εκτιμήσεις.
Το ΔΝΤ προέβλεπε έτσι το 2007 μια μείωση του ελληνικού δημόσιου χρέους το 2013 σε επίπεδο από 72% (το πιο πιθανό σενάριο) έως 98% στη χειρότερη περίπτωση. Αυτό έφθασε στην πραγματικότητα το 142% το 2010, και σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ, αναμένεται να αυξηθεί στο 170% το 2013.
Όσον αφορά τις ΗΠΑ, το ΔΝΤ προέβλεπε το 2007 χρέος μεταξύ 55% και 67% του ΑΕΠ το 2013. Σήμερα, το υπολογίζει στο 106%.
Το ταμείο ανέφερε ότι οι οικονομολόγοι του είχαν θεωρήσει αυτές τις προβλέψεις ως «μια άσκηση ρουτίνας με μια μηχανική εφαρμογή» των μεθόδων ανάλυσης των τάσεων του χρέους, με μια ανεπαρκή όμως συζήτηση σχετικά με τις χρησιμοποιούμενες υποθέσεις.
Πρότεινε επίσης στα κράτη μέλη να ενισχύσει την παρακολούθησή του εξασφαλίζοντας έναν «αυστηρό έλεγχο» αυτών των χρηματοοικονομικών υποθέσεων στις προβλέψεις του και αναλύοντας συστηματικά περισσότερο σε βάθος τα κράτη των οποίων το χρέος υπερβαίνει ένα ορισμένο όριο (με το 60% του ΑΕΠ να είναι το «σημείο αναφοράς»).
Το ΔΝΤ πρότεινε επίσης τη διεξαγωγή μιας πιο αυστηρής ανάλυσης των «δημοσιονομικών κινδύνων», εάν οι προβλέψεις είναι πολύ αισιόδοξες και τα «τρωτά σημεία» ανάλογα για την κάθε χώρα και να κάνει έναν ευρύ ορισμό του χρέους («δημόσιες επιχειρήσεις, δημόσιες και ιδιωτικές συμπράξεις, προγράμματα συνταξιοδότησης και Κοινωνικής Ασφάλισης»).
Σε μια συζήτηση στις 29 Αυγούστου, τα κράτη μέλη που εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο σε γενικές γραμμές δέχτηκαν ευνοϊκά τις προτάσεις αυτές και κάλεσαν το ΔΝΤ να «σχεδιάσει τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές». Το Ταμείο υποσχέθηκε να γίνουν μέσα «στους επόμενους μήνες».