Την πώληση λιγνιτικών µονάδων της ∆ΕΗ περιλαµβάνει η πρόταση της κυβέρνησης για το άνοιγµα της αγοράς λιγνίτη σε ιδιώτες, το οποίο θα οδηγήσει στην περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρισµού.

Το βασικό σχέδιο είναι ήδη έτοιµο, µόνο που έχει δύο εκδοχές: την «ήπια κυβερνητική», η οποία προβλέπει την πώληση σε ιδιώτες των δύο λιγνιτικών µονάδων του Αµυνταίου, οι οποίες (ανεξάρτητα από την ανώτατη ισχύ τους) δίνουν στο σύστηµα περί τα 600 µεγαβάτ ηµερησίως, και τη «σκληρή κοινοτική» εκδοχή, η οποία θέλει να πουληθεί το λιγνιτικό συγκρότηµα του Αγίου ∆ηµητρίου Κοζάνης µε πέντε µονάδες, το µεγαλύτερο στην Ελλάδα, το οποίο παρέχει στο Σύστηµα καθηµερινά 1.400-1.500 µεγαβάτ, επί συνόλου 3.000-3.500 µεγαβάτ που συνεισφέρουν οι λιγνιτικές µονάδες.

Εν ολίγοις οι κοινοτικοί ζητούν να πουλήσει η ∆ΕΗ τη µισή λιγνιτική παραγωγή της.

Συνδυαστική πρόταση

Την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην πώληση λιγνιτικών µονάδων της ∆ΕΗ ανακοίνωσε πρόσφατα ο υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής κ. Γ. Παπακωνσταντίνου στους κοινοτικούς επιτρόπους Ενέργειας κ. Γκούντερ Εντινγκερ και Ανταγωνιστικότητας κ. Χοακίν Αλµούνια.

«Η πώληση µονάδων είναι ένα από τα βασικά σενάρια, ωστόσο η τελική πρόταση δεν θα αποτελείται µόνο από πωλήσεις αλλά θα είναι συνδυαστική και θα περιλαµβάνει και συµπληρωµατικά µέτρα» είπε στους κοινοτικούς επιτρόπους ο υπουργός Ενέργειας, κάνοντας λόγο στις συνοµιλίες για τη λιγνιτική παραγωγή του Αµυνταίου, µια λύση µε πλεονεκτήµατα, η οποία θα µπορούσε να υλοποιηθεί χωρίς αντιδράσεις.

Εκτός λοιπόν από την πώληση µονάδων, η πρόταση περιλαµβάνει τόσο τη µακροχρόνια ενοικίαση σε ιδιώτες του ορυχείου λιγνίτη στη Βεύη της Φλώρινας όσο και ανταλλαγές (swap) ενέργειας από λιγνίτη που παράγει η ∆ΕΗ µε ισόποση ενέργεια από άλλες πηγές (π.χ. φυσικό αέριο) που παράγουν εταιρείες ηλεκτρισµού γειτονικών χωρών, όπως η Ιταλία και η Βουλγαρία.

Ωστόσο ο κ. Εντινγκερ, ο οποίος εµφανίστηκε «διαβασµένος» στη διαπραγµάτευση, ζήτησε προς πώληση το µεγαλύτερο και δεύτερο πιο αποδοτικό συγκρότηµα λιγνιτικών µονάδων της ∆ΕΗ, αυτό του Αγίου ∆ηµητρίου Κοζάνης, το οποίο εµφανίζει µάλιστα το χαµηλότερο κόστος λειτουργίας µεταξύ όλων των ελληνικών λιγνιτικών σταθµών. Επιπροσθέτως συζητήθηκε µε τους επιτρόπους το θέµα της αποκρατικοποίησης της ∆ΕΗ, για την οποία υπάρχει δέσµευση της κυβέρνησης έναντι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της τρόικας.

«Θα προχωρήσουµε το 2012 στη διαδικασία αποκρατικοποίησης της ∆ΕΗ, είτε µε προσέλκυση στρατηγικού επενδυτή είτε µε πώληση µεριδίων της σε θυγατρικές» είπε στους επιτρόπους ο κ. Παπακωνσταντίνου σύµφωνα µε πηγές των Βρυξελλών, προσθέτοντας πάντως ότι θα προηγηθεί η ελεύθερη πρόσβαση στον λιγνίτη από τρίτους µε συνδυασµό συµφωνίας ανταλλαγής ισχύος µε άλλες χώρες και πώληση µονάδων της ∆ΕΗ.

Χρονοδιαγράμματα

Οι κοινοτικοί θεωρούν δεδοµένη (και το είπαν στον κ. Παπακωνσταντίνου) την προγραµµατισµένη πώληση ποσοστού της ∆ΕΗ σε στρατηγικό επενδυτή το 2012, καθώς και µεριδίων της σε θυγατρικές της, ενώ ζήτησαν ακριβή χρονοδιαγράµµατα για θεσµικά θέµατα, κυρίως για την απελευθέρωση της αγοράς και το νέο ενεργειακό πακέτο.

Αναφέρθηκαν ακόµη σε ζητήµατα των διεθνών δικτύων ενέργειας φυσικού αερίου και ΑΠΕ, ενώ µίλησαν µε σαφήνεια για σχέδιο πώλησης θυγατρικών εταιρειών της ∆ΕΗ, όπως η ∆ΕΗ Ανανεώσιµες, το οποίο και περιµένουν να υλοποιηθεί.

Φθηνό καύσιμο για 45 χρόνια

Ο λιγνίτης βρίσκεται σε αφθονία στο υπέδαφος της Ελλάδας. Η χώρα µας κατέχει τη δεύτερη θέση σε παραγωγή λιγνίτη στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την έκτη θέση παγκοσµίως. Κάθε χρόνο η ∆ΕΗ παράγει συνολικά περίπου 65 εκατ. τόνους λιγνίτη. Η χρήση του λιγνίτη για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αποφέρει στην Ελλάδα τεράστια εξοικονόµηση συναλλάγµατος, περίπου 1 δισ. δολάρια ετησίως.

Σύµφωνα µε τα στοιχεία της ∆ΕΗ, τα εκµεταλλεύσιµα αποθέµατα ανέρχονται σε 3 δισ. τόνους περίπου και ισοδυναµούν µε 450 εκατ. τόνους πετρελαίου. Με βάση τον προγραµµατιζόµενο ρυθµό κατανάλωσης στο µέλλον, υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα οι υπάρχουσες ποσότητες λιγνίτη επαρκούν για τα επόµενα 45 χρόνια. Τα κυριότερα εκµεταλλεύσιµα κοιτάσµατα λιγνίτη βρίσκονται στις περιοχές Πτολεµαΐδας, Αµυνταίου και Φλώρινας, µε υπολογισµένο απόθεµα 1,8 δισ. τόνους, στην περιοχή της ∆ράµας, µε απόθεµα 900 εκατ. τόνους, και στην περιοχή Ελασσόνας, µε 169 εκατ. τόνους. Επίσης στην Πελοπόννησο, στην περιοχή της Μεγαλόπολης, υπάρχει λιγνιτικό κοίτασµα µε απόθεµα περίπου 223 εκατ. τόνους.

Οι οκτώ λιγνιτικοί σταθµοί της ∆ΕΗ αποτελούν το 42% της εγκατεστηµένης ισχύος της και παράγουν περίπου το 56% της καθαρής ηλεκτρικής παραγωγής της ∆ΕΗ.

Τι θέλουν οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί

Οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί δεν προβάλλουν αντιρρήσεις στο θέµα της ηλικίας ή της απόδοσης των µονάδων, παράµετροι οι οποίες θα καθορίσουν άλλωστε και το ύψος του τιµήµατος που θα εισπράξει η ∆ΕΗ. ∆ίνουν όµως βάρος σε δύο βασικά θέµατα: Πρώτον, στο θέµα της πρόσβασης του νέου ιδιοκτήτη στα κοιτάσµατα λιγνίτη επί ίσοις όροις µε τη ∆ΕΗ, που θα σηµάνει ικανοποιητικό άνοιγµα της αγοράς λιγνίτη, η οποία σήµερα µονοπωλείται από την επιχείρηση.

∆εύτερον, στο θέµα των υδροηλεκτρικών. Για να ανοίξει πραγµατικά η αγορά, θα πρέπει οι ιδιώτες να αποκτήσουν πρόσβαση σε ολόκληρο το πακέτο παραγωγής της ∆ΕΗ. Γι’ αυτό ο Σύνδεσµός τους, ο ΕΣΑΗ, ήδη έστειλε επιστολή στην ΕΕ, τονίζοντας ότι θέλει πρόσβαση όχι µόνο στους λιγνίτες αλλά και στα υδροηλεκτρικά. Οι κοινοτικοί φαίνονται θετικοί στο ζήτηµα, αφού και στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισµού ως µέτρα είχαν προταθεί είτε η πώληση πακέτου µονάδων είτε η πώληση ενέργειας από λιγνιτικές µονάδες µε παράλληλη εκχώρηση νέων ορυχείων λιγνίτη σε ιδιώτες. «Περιµένουµε να προκηρυχθούν πακέτα από µία λιγνιτική και µία υδροηλεκτρική µονάδα, η πώληση των οποίων σε ιδιώτες θα ικανοποιούσε πλήρως το αίτηµα για άνοιγµα της αγοράς, αλλά το θέµα των υδροηλεκτρικών δεν έχει σχέση µε την παρεµφερή υπόθεση που βρίσκεται στο Ευρωδικαστήριο» λέει στο «Βήµα» στέλεχος του Συνδέσµου.

Στο θέµα της πρόσβασης τρίτων στον λιγνίτη, η χώρα µας είναι ήδη εκπρόθεσµη ως προς τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει έναντι της Επιτροπής, γεγονός το οποίο καθιστά ιδιαίτερα πιεστικά τα χρονοδιαγράµµατα για την ελληνική κυβέρνηση. Ρυθµιστικός θεωρείται ο ρόλος των τραπεζών στην απελευθέρωση, αφού το υψηλό κόστος χρηµατοδότησης των µεγάλων αλλαγών στην ενέργεια προκαλεί σκεπτικισµό, µε αντίδοτο τις διεθνείς συνεργασίες που ήδη υπάρχουν στην ελληνική αγορά ηλεκτρισµού.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ