Το εμπόριο της Αθήνας «γεννήθηκε» στην περιοχή της Ομόνοιας και κυρίως στις οδούς Αθηνάς και Αιόλου και πέριξ αυτών. Ολες σχεδόν οι μεγάλες ιστορικές «φίρμες» από εκεί ξεκίνησαν. Ορισμένες μάλιστα από αυτές διατηρούν ακόμη την επιχειρηματική τους παρουσία στην περιοχή και διεκδικούν μια ισχυρή θέση στο «νέο τοπίο» που δημιουργείται.
Οι εποχές βέβαια άλλαξαν, η περιοχή όμως «μήτρα» του ελληνικού εμπορίου όχι απλώς διατηρεί «υψηλό συντελεστή» επιχειρηματικής δράσης, αλλά αναβαθμίζεται. Στη δεκαετία του 1990 η Ομόνοια έζησε διάφορες «φάσεις» και πέρασε από αρκετά στάδια. Σε κάθε περίπτωση όμως όλοι συμφωνούν ότι το κρίσιμο μέγεθος που θα ανατρέψει μια διάχυτη «εικόνα» μιζέριας, που ακόμη και σήμερα επικρατεί, είναι το περίφημο μετρό.
Από τις αρχές μάλιστα της τρέχουσας δεκαετίας η μία μετά την άλλη διάφορες εμπορικές «φίρμες» και επώνυμα εστιατόρια «γρήγορου φαγητού» άρχισαν να συρρέουν στην πλατεία και στην περιοχή πέριξ αυτής.
Ενα νέο και ισχυρό δεδομένο την τελευταία περίοδο, που σίγουρα δημιουργεί μια νέα κατάσταση, εμπορικά τουλάχιστον, είναι η εμφάνιση του ομώνυμου πολυκαταστήματος των αδελφών Χόντου. Αυτό μαζί με το παραδοσιακό πολυκατάστημα της εταιρείας Αφοί Λαμπρόπουλοι ΑΒΕΕ, στη γωνία Σταδίου και Αιόλου, στα Χαυτεία, και με το άλλο της Γ. Α. Κλαουδάτος ΑΕ, που βρίσκεται από πίσω, στην πλατεία Κοτζιά, δημιουργούν τον «εμπορικό πυρήνα» της περιοχής.
Οι ιστορικές διαδρομές των εταιρειών Γ. Α. Κλαουδάτος ΑΕ και Αφοί Λαμπρόπουλοι ΑΒΕΕ δεν είναι μόνο παράλληλες, αλλά διαθέτουν και πολλές ομοιότητες. Δεν θα μπορούσε να συμβαίνει και αλλιώς, αφού και οι δύο έχουν κοινή αφετηρία: μικροπωλητής καρτ ποστάλ έξω από το ταχυδρομείο, κοντά στη Σοφοκλέους, ο ιδρυτής της πρώτης· μικροπωλητής με πάγκο στην οδό Αιόλου ο δημιουργός της δεύτερης. Τότε, τα πρώτα χρόνια του αιώνα που σε λίγο «κλείνει»… 99 χρόνια σκαμπανεβάσματα
Στη γωνία Αιόλου και Σταδίου, τα περιώνυμα Χαυτεία του κέντρου της Αθήνας διεκδικούν σημαντικό ρόλο στην εμπορική ιστορία της περιοχής της πλατείας Ομονοίας. Η εταιρεία Αφοί Λαμπρόπουλοι ΑΒΕΕ το 2001 θα γιορτάσει τα 100ά γενέθλιά της. Ατύπως έλκει την καταγωγή της από το τέλος του περασμένου αιώνα, το 1898, όταν ο Ξεν. Λαμπρόπουλος, από ένα χωριό της ορεινής Αρκαδίας, μόνο αυτός από τα επτά αδέλφια της οικογένειας, ήλθε τότε στην Αθήνα να βρει την τύχη του.
Ετσι με ένα καρότσι έγινε πλανόδιος πωλητής στην περιοχή της Αιόλου, στην εμπορικότερη περιοχή της Αθήνας εκείνης της εποχής. Σύντομα όμως, το 1901, ο μικροπωλητής Ξ. Λαμπρόπουλος κατορθώνει να δημιουργήσει ένα μικρό κατάστημα με ανδρικά είδη, εκεί που σήμερα είναι το γνωστό πολυκατάστημα, το οποίο ανήκει σε ομόρρυθμη εταιρεία.
Οι δουλειές πήγαιναν καλά και τότε αρχίζουν να ασχολούνται με το κατάστημα και άλλα τέσσερα από τα αδέλφια, οι Βασίλης, Κωνσταντίνος, Θεόδωρος και Θεμιστοκλής. Το μαγαζί μεγαλώνει συνεχώς και, όπως λέγουν, ήταν από τα καλύτερα της εποχής.
* 1927, πρώτος σταθμός
Απόδειξη της εμπορικής ευμάρειας της οικογένειας αποτελεί το γεγονός ότι το 1927 η ομόρρυθμος εταιρεία μετατρέπεται αε ανώνυμη εταιρεία. Μια εταιρεία καθαρά οικογενειακή, η οποία περνάει την πρώτη κρίση της την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, όταν το κατάστημα και οι αποθήκες λεηλατούνται. Δεν άργησε όμως να ανασυγκροτηθεί, βοηθούμενη από τη βιομηχανία της εποχής.
Το 1967 η εταιρεία, από τις πρώτες επιχειρήσεις του εμπορικού κλάδου, εισάγεται στο Χρηματιστήριο.
Εν τω μεταξύ η εταιρεία, πριν ακόμη από τον πόλεμο, κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα ακόμη πολυκατάστημα στη Θεσσαλονίκη, ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ανοίγει άλλα δύο καταστήματα στο κέντρο της Αθήνας και στις αρχές της δεκαετίας του 1970 δημιουργείται το κατάστημα του Πειραιά.
Την ίδια περίοδο η διοίκηση της εταιρείας περνάει στα χέρια της δεύτερης γενιάς. Και το «τιμόνι» αναλαμβάνουν οι Π. Ξ. Λαμπρόπουλος και Π. Β. Λαμπρόπουλος, αφού διαθέτουν και οι δύο ποσοστό μετοχών που πλησιάζει το 50%. Στα τέλη όμως του 1980 το ελληνικό εμπόριο αλλάζει. Η εταιρεία Αφοί Λαμπρόπουλοι ΑΒΕΕ νιώθει ήδη τους κλυδωνισμούς των αλλαγών. Η πορεία της είναι πολύ κακή.
* 1991, ο κόμπος φθάνει στο χτένι
Το 1991 «ο κόμπος φθάνει στο χτένι». Η εταιρεία έχει πωλήσεις περί τα 10 δισ. δρχ., χρέη 3 δισ. δρχ. και η οικονομική χρήση βγάζει ζημιά 1 δισ. δρχ. Η εταιρεία έπρεπε ή να αλλάξει χέρια ή να κλείσει. Το 1992 οι δύο βασικοί μέτοχοι πωλούν το μερίδιό τους και στη διοίκηση της εταιρείας αναδεικνύεται μια νέα ομάδα μετόχων και νέα διοίκηση. Αναδεικνύονται ο κ. Χ. Κ. Λαμπρόπουλος (απεβίωσε προ μηνών) και ο κ. Π. Κ. Λαμπρόπουλος, σημερινός πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.
Σήμερα εκτός του κ. Π. Κ. Λαμπρόπουλου, βασικοί μέτοχοι είναι η οικογένεια του Χ. Κ. Λαμπρόπουλου, ο κ. Ε. Γουρδομιχάλης, ο κ. Η. Στασινόπουλος, ο κ. Γ. Παπάζογλου, οι Επενδύσεις Εργασίας, ο κ. Μιχ. Παπαέλληνας, ενώ ικανά πακέτα μετοχών διαθέτουν και δύο ιδρύματα, το Ιδρυμα Θεμ. Λαμπρόπουλου και το Ιδρυμα Δημ. και Μπλανς Λαμπρόπουλου. Συνολικά οι προαναφερόμενοι διαθέτουν το 90% των μετοχών της εταιρείας.
* Η νέα στρατηγική
Η εταιρεία αλλάζει στρατηγική, προσπαθώντας να έλθει σε επαφή με τις νέες ανάγκες των καταναλωτών, χωρίς τα πολυκαταστήματα να χάσουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία τους. Βασικά στοιχεία της νέας στρατηγικής ήταν να κλείσει όσα καταστήματα ήταν ζημιογόνα και να εισαγάγει τη μορφή του shop in shop με επώνυμες επιχειρήσεις.
Ετσι, σήμερα η εταιρεία διαθέτει τρία καταστήματα, αυτό που βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο πραγματοποιεί το 65% περίπου των συνολικών πωλήσεων της εταιρείας, στον Πειραιά, το οποίο καταστράφηκε το 1980 – 81 όταν κάηκαν τα πολυκαταστήματα της Αθήνας, και στη Θεσσαλονίκη, το οποίο στις αρχές του 1998 έγινε πλέον ιδιόκτητο, με κόστος 2,5 δισ. δρχ.
Πράγματι, λίγο αργότερα τα αποτελέσματα του «γυρίσματος» άρχισαν να γίνονται ορατά. Και το 1998 οι πωλήσεις της εταιρείας ανήλθαν στα 18,6 δισ. δρχ, έναντι 13,8 δισ. δρχ. το 1997. παράλληλα αυξήθηκε και η κερδοφορία της, που από 735 εκατ. δρχ. το 1997 ανήλθε πέρυσι σε 1,1 δισ. δρχ. Για το 1999 ο κ. Κ. Λαμπρόπουλος εκτιμά ότι οι πωλήσεις της εταιρείας θα ανέλθουν στα 22 δσ. δρχ.
Η εφετεινή χρονιά όμως είναι ιδιαίτερα σημαντική για την περιοχή της Ομόνοιας, όπου βρίσκεται και το βασικό κατάστημα της εταιρείας.
Πρώτον, διότι φαίνεται πως τίθεται εκτός αγοράς πλέον το ιστορικό Μινιόν και, δεύτερον, διότι στην «καρδιά» της Ομόνοιας έκανε την εμφάνισή του το πολυκατάστημα των αδελφών Χόντου, πολυώροφο και με ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι οι εξελίξεις αυτές δεν μπορούν να αφήσουν αδιάφορη τη διοίκηση της εταιρείας.
* Συζητήσεις συνεργασιών
Σε αυτό το γεγονός οφείλεται το «όργιο» φημολογίας που έχει κυκλοφορήσει από χρηματιστηριακούς κύκλους στη διάρκεια των τελευταίων μηνών περί συνεργασίας της Αφοί Λαμπρόπουλοι ΑΒΕΕ με τους επιχειρηματίες και εκ των μετόχων της κκ. Γ. Παπάζογλου και Μιχ. Παπαέλληνα. Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Κ. Λαμπρόπουλος είπε ότι «δεν υπάρχει καμία συμφωνία, ούτε καν υπογραφή έστω σε κάποιο προσύμφωνο. Οι συζητήσεις με τους δύο επιχειρηματίες διαρκούν περί τους 6 μήνες και είναι πολύ πιθανό σύντομα να μην υπάρξει κανένα αποτέλεσμα».
Ανεξάρτητα ωστόσο από τις προαναφερόμενες συζητήσεις οι διοίκηση της εταιρείας έχει αποφασίσει να προχωρήσει κατ’ αρχήν στην αναβάθμιση των τριών καταστημάτων, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο κεντρικό της κατάστημα, για το οποίο σκοπεύει να δαπανήσει περί το 1 δισ. δρχ. Στόχος είναι η εξοικονόμηση νέων χώρων πώλησης, προκειμένου να τοποθετήσει νέες κατηγορίες προϊόντων. Παράλληλα σκοπεύει να ενισχύσει τη διαφημιστική της καμπάνια. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το διαφημιστικό κόστος της εταιρείας από 200 εκατ. δρχ. το 1998, εφέτος θα ανέλθει στα 450 εκατ. δρχ. Ο κ. Λαμπρόπουλος πάντως καταλήγει λέγοντας ότι «στο οπτικό μας πεδίο είναι πάντα η σύναψη στρατηγικών συμμαχιών».
Τα πέντε πεινασμένα αδέλφια
Η εταιρεία Γ. Α. Κλαουδάτος ΑΕ μπορεί τη σημερινή μορφή της να την απέκτησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960, αλλά η «εμπορική καταγωγή» της πηγαίνει πολύ πίσω, στις αρχές του αιώνα, όπως και άλλες εμπορικές επιχειρήσεις του κέντρου της Αθήνας. Την εταιρεία δημιούργησαν «πέντε ξυπόλητα, αγράμματα και πεινασμένα αδέλφια» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Αθ. Κλαουδάτος.
Οικογένεια κεφαλλονίτικη, με πέντε παιδιά, από τις πιο φτωχές στο νησί, αναζήτησε την τύχη της σε άλλα μέρη. Δύο από τα παιδιά, ο Αγγελος και ο Ηρακλής, έφυγαν στις αρχές του αιώνα για τον «νέο κόσμο», την Αμερική. Δύο έμειναν στο νησί, ο Ιωσήφ και ο Κώστας, και ο τρίτος, ο Γεράσιμος, ήλθε το 1908 στην Αθήνα. Αυτός έμελλε να γίνει ο «εμπορικός γενάρχης» της οικογένειας.
Τότε οι Κεφαλλονίτες συνωστίζονταν στο κέντρο της Αθήνας, πουλώντας καρτ ποστάλ. Είχαν «ειδικότητα». Με αυτό ασχολήθηκε και ο Γεράσιμος για να ζήσει. Πωλούσε καρτ ποστάλ στην τότε πλατεία Λουδοβίκου, έξω από το ταχυδρομείο, Σοφοκλέους και Αιόλου. Αυτό ως το 1912, όταν νοικιάζει κάτω από τις σκάλες του Δημοτικού Θεάτρου ένα μικρό υπόγειο μαγαζί και αλλάζει επάγγελμα, αρχίζει να πουλάει κάλτσες και φανέλες. Ως το 1922, που κατέρρευσε το μικρασιατικό μέτωπο και επέστρεψαν από τον στρατό ο Ιωσήφ και ο Κώστας. Μάλλον άπραγοι επιστρέφουν και οι δύο μετανάστες.
* Το υπόγειο των αδελφών
Ετσι όλα τα αδέλφια μαζί ασχολούνται πλέον με το εμπόριο στο υπόγειο μαγαζάκι. Το 1928, λίγο πριν από τη μεγάλη οικονομική κρίση, οι δουλειές «ανοίγουν» και η οικογένεια αποκτά και δεύτερο μαγαζί στην οδό Κρατίνου 11. Αυτό ασχολείται με τη χονδρική πώληση. Προμηθεύει με φανέλες του μικροπωλητές, τους «πανεριτζήδες» της οδού Αθηνάς. Το 1936 και τα δύο καταστήματα μεταφέρονται στη συμβολή των οδών Κρατίνου 3 και Στρέιτ, στον πρώτο και στον δεύτερο όροφο, εκεί όπου βρίσκεται και σήμερα το ομώνυμο πολυκατάστημα, και η επιχείρηση πλέον μετατρέπεται σε ομόρρυθμο εταιρεία.
Στο διάστημα της γερμανικής κατοχής τα τρία από πέντε αδέλφια συνελήφθησαν για αντιστασιακή δράση και ένας από αυτούς σκοτώθηκε από τους Γερμανούς, γεγονός που ανάγκασε τους άλλους δύο να κλείσουν την επιχείρηση. Το κατάστημα επαναλειτούργησε με την απελευθέρωση της χώρας.
Τότε, θυμάται ο κ. Κλαουδάτος, απλό μέλος του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας σήμερα, στη δεκαετία του 1950, το ένα μετά το άλλο εμφανίζονταν τα πολυκαταστήματα στην περιοχή της Ομόνοιας, στο «ιστορικό εμπορικό κέντρο», Κατράντζος, Δραγώνας, Μινιόν, Διαμαντής, Athenee Κλαουδάτος και η άλλη παλιά εμπορική επιχείρηση, ο Λαμπρόπουλος. Ο ανταγωνισμός ήταν οξύτατος, εκεί «χτυπούσε η καρδιά του εμπορίου». Το προϊόντα της ελληνικής βιομηχανίας είχαν τον πρώτο λόγο, ελάχιστα ήταν τότε τα εισαγόμενα.
Το 1964 η παλιά ομόρρυθμη εταιρεία μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρεία, αφού πλέον η δεύτερη γενιά έχει το «τιμόνι» στα χέρια της. Το 1970 δημιουργείται το δεύτερο πολυκατάστημα, αυτή τη φορά στη Θεσσαλονίκη, και το τμήμα χονδρικής πώλησης στη γωνία Αθηνάς και Κρατίνου. Το 1973 η εταιρεία Γ. Α. Κλαουδάτος εισέρχεται στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Σήμερα στην οικογένεια ανήκει το 70% των μετοχών της εταιρείας.
Η ανάπτυξη της εταιρείας είναι ραγδαία. Δημιουργεί καταστήματα στη Λάρισα και στον Βόλο, ενώ αγοράζει το 90% της εταιρείας Μουστάκης στην Πάτρα. Είναι η περίοδος που τα παραδοσιακά πολυκαταστήματα συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών, διαφεντεύοντας το εμπόριο του κέντρου της Αθήνας. Το διαφημιστικό σλόγκαν της εταιρείας είναι «στην κατανάλωση είναι το κέρδος». Η πρόσβαση στο κέντρο από τις συνοικίες ήταν εύκολη, ο αριθμός των αυτοκινήτων περιορισμένος και το «status» της εποχής ήταν να κάνει κανείς τις αγορές του από κάποιο πολυκατάστημα. Τα δύσκολα άρχισαν λίγο αργότερα.
Το φθινόπωρο του 1980 και οι πρώτοι μήνες του 1981 είναι η περίοδος που σημάδεψε τον κλάδο των πολυκαταστημάτων. Το ένα μετά το άλλο καίγονται. Μινιόν, Κατράντζος, Δραγώνας και Κλαουδάτος. Η ανάπτυξη της εταιρείας αναστέλλεται.
Εν τω μεταξύ από τις αρχές του 1980 παράλληλα με την ανάπτυξη των πολυκαταστημάτων η οικογένεια Κλαουδάτου στρέφεται και σε άλλους εμπορικούς τομείς. Αξιοποιεί τις δυνατότητες που προσφέρει ο χειμερινός τουρισμός και δημιουργεί καταστήματα σε ορισμένα χιονοδρομικά κέντρα, ενώ ανοίγει καταστήματα με είδη σπορ στο Μαρούσι και στη Γλυφάδα.
Από τα τέλη όμως της δεκαετίας του 1980 το εμπόριο αλλάζει και πάλι μορφή. Εχουν ήδη αναπτυχθεί οι συνοικιακές αγορές, το κέντρο αδυνατίζει και όσα πολυκαταστήματα έχουν απομείνει αναζητούν νέα στρατηγική. Το ίδιο διάστημα κάνουν την εμφάνισή τους και στην ελληνική αγορά οι πρώτες αλυσίδες καταστημάτων ένδυσης, που όμως διακινούν προϊόντα με τη δική τους επωνυμία.
Ετσι το 1992 η Γ. Α. Κλαουδάτος ΑΕ στρέφεται προς αυτή την κατεύθυνση και κλείνει σχετική συμφωνία με τον βρετανικό οίκο Store House Plc, αναλαμβάνοντας το master franchising για την Ελλάδα και την Τουρκία. Και το πρώτο Bhs κάνει την εμφάνιση του στην πλατεία Κοτζιά. Η ανάπτυξη είναι ταχύτατη. Το 1996 η εταιρεία διαθέτει 16 τέτοια καταστήματα, από τα οποία τα 10 στην Αττική και τα υπόλοιπα 6 στη Θεσσαλονίκη, στη Λάρισα, στον Βόλο, στη Ρόδο, στο Ηράκλειο και στην Πάτρα.
Πέρυσι το κατάστημα της Πάτρας, από τα πιο «δυνατά» σημεία πώλησης της εταιρείας, κάηκε, ενώ η διοίκησή της αποφάσισε να προχωρήσει σε αναδιοργάνωση των άλλων σημείων. Σήμερα λοιπόν διαθέτει 9 καταστήματα, από τα οποία τα 6 στην Αττική και τα άλλα τρία στον Βόλο, στη Ρόδο και στο Αγρίνιο. Παράλληλα το κεντρικό πολυκατάστημα στην πλατεία Κοτζιά αποφάσισε να το μετατρέψει σε shop in shop και στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής έδωσε χώρους στο πολυκατάστημα La Standa, στην εταιρεία παιχνιδιών Τσάμος, ενώ στους άλλους χώρους βρίσκονται το Bhs και τα αθλητικά είδη.
Η καταστροφή του καταστήματος της Πάτρας και η απομάκρυνση της εταιρείας από την αγορά της Τουρκίας, επηρέασαν σημαντικά τις πωλήσεις της εταιρείας, οι οποίες το 1998 μειώθηκαν έναντι του 1997. Συγκεκριμένα, οι πωλήσεις της Γ. Α. Κλαουδάτος ΑΕ διαμορφώθηκαν πέρυσι στα 6,170 δισ. δρχ. έναντι 8,388 δισ. δρχ. το 1997, ενώ η χρήση είναι ζημιογόνος, λόγω των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η ανατίμηση της λίρας έναντι της δραχμής από το τέλος του 1996 αποτελεί τον βασικό λόγο είτε περιορισμένης κερδοφορίας είτε των ζημιογόνων χρήσεων. Η διοίκησή της ήδη έχει αρχίσει σιγά σιγά να μεταβιβάζεται στην τρίτη γενιά της οικογένειας, η οποία πρόκειται να δοκιμασθεί και στις νέες επιχειρηματικές προκλήσεις που έχουν εμφανισθεί στην περιοχή. Ενα νέο πρόγραμμα ανάπτυξης, που αφορά την κατηγορία των καταστημάτων Bhs, έχει σχεδιασθεί και πρόκειται σύντομα να τεθεί σε εφαρμογή.