«Το εκπαιδευτικό σύστημα μπορεί και πρέπει να αποτελέσει τον καταλύτη για μια ασφαλή και βιώσιμη ανάπτυξη. Η αναγέννηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την οριστική ανάκαμψη της χώρας» είπε ο υπουργός Παιδείας κ. Κώστας Αρβανιτόπουλος ανοίγοντας επίσημα το διεθνές συνέδριο του περιοδικού «Economist» με τίτλο «Education and Innovation in the 21st Century: Opening frontiers for the business market».
Το θεμελιώδες ζήτημα του ρόλου της εκπαίδευσης στην αγορά εργασίας, αλλά και εκείνου της τεχνολογίας στην εξέλιξη της εκπαιδευτική διαδικασία απασχόλησαν τους ομιλητές –έλληνες και ξένους –και το αρκετά ενεργό κοινό που βρέθηκαν την Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013 στην αίθουσα «Νίκος Σκαλκώτας» του Μεγάρου Μουσικής.
«Δεν πρέπει να χάσουμε ούτε μία γενιά»
«Δεν πρέπει να χάσουμε ούτε μια γενιά νέων ανθρώπων» επισήμανε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος της Microsoft κ. Anthony Salcito, προβληματισμένος από τη μια μεριά εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που δημιουργεί προβλήματα χρηματοδότησης στην Παιδεία και από την άλλη ένεκα της αδυναμίας των κοινωνιών να ενσωματώσουν άμεσα τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις στα εκπαιδευτικά τους συστήματα. Βασικό μέλημα των εκπαιδευτικών συστημάτων του 21ου αιώνα θα πρέπει να είναι, όπως τόνισε, να προετοιμάζουν τους νέους για τις συνεχείς μεταβολές του εργασιακού περιβάλλοντος στην διάρκεια της μελλοντικής τους καριέρας.
Κάντε το όπως η Πορτογαλία
Το ζήτημα των δεξιοτήτων και των προσόντων που είναι απαραίτητα για την επιτυχία στον 21ο αιώνα απασχόλησε σχεδόν το σύνολο των ομιλητών, με τους περισσότερους να δίνουν ιδιαίτερο βάρος στα χαρακτηριστικά εκείνα που ευνοούν τη συνεργασία μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον. Η συνεισφορά των νέων τεχνολογιών σε αυτό τον τομέα μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη, όχι μόνο διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με τα οποία έτσι κι αλλιώς οι νέοι είναι πολύ εξοικειωμένοι, αλλά με την ενσωμάτωσή τους μέσα στην τάξη.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχίας έρχεται από την Πορτογαλία, όπου χάρη στην πρωτοβουλία Magellan οι τάξεις έχουν γίνει «ψηφιακές» με τους 9 στους 10 μαθητές να έχουν επάνω στο θρανίο τους laptop. Όπως έχει περιγράψει σε άρθρο του προς τον αμερικανό πρόεδρο, ο σύμβουλος επιχειρήσεων κ. Don Tapscott, ο οποίος βρέθηκε σε μια τάξη επτάχρονων στη Λισαβόνα, «αυτή είναι η πιο ενθουσιώδης, ζωηρή και συνεργατική τάξη που έχω δει ποτέ». Η καθηγήτρια έκανε ερωτήσεις σχετικές με την αστρονομία, παραπέμποντας τους μαθητές σε επιστημονικά ιστολόγια με όμορφες εικόνες, ώστε να βρουν τις απαντήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το άρθρο τιτλοφορείται «Note to President Obama: Want to Fix the Schools? Look to Portugal!».
«Το ψηφιακό χάσμα θα είναι ο αναλφαβητισμός του μέλλοντος»
Η κάλυψη του ψηφιακού χάσματος, το οποίο διευρύνεται παγκοσμίως, αποτελεί για τη χώρα μας το στοίχημα των επόμενων ετών. Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Μέσων Ενημέρωσης κ. Γιάννη Παναγιωτόπουλο, το 2013 είναι έτος ολοκλήρωσης της ψηφιακής τηλεόρασης. Μιας τηλεόρασης διαδραστικής, η οποία, όπως εξήγησε, θα επιτρέπει καθώς παρακολουθούμε ένα ντοκυμαντέρ για ένα μέρος του κόσμου, συγχρόνως να ερευνούμε την ιστορία του, να μαθαίνουμε τα γεωγραφικά του χαρακτηριστικά, πώς φτάνουμε εκεί, πού μπορούμε να μείνουμε, να φάμε ή να διασκεδάσουμε.
Ποιος θα βάλει όμως τα όρια σε αυτό το αχανές ψηφιακό περιβάλλον στο οποίο είναι εκτεθειμένα τα παιδιά; Πέρα από τον σημαντικό ρόλο της οικογένειας, καθοριστικός είναι ο ρόλος της πολιτείας, η οποία οφείλει να ορίσει τον χαρακτήρα των εκπαιδευτικών τηλεοπτικών προγραμμάτων και των εκπαιδευτικών πρακτικών. «Τα νέα μέσα μάς δίνουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε μια γενιά αρίστων, μέσα από ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσαρμοσμένο στις ατομικές ανάγκες κάθε παιδιού, με τον δάσκαλο στον ρόλο του καθοδηγητή» συμπλήρωσε.
Βγάλτε τα σχολεία από το «flight mode»
Για την αδυναμία του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος να ακολουθήσει τις τεχνολογικές και κοινωνικές εξελίξεις έκανε λόγο ο διευθύνων σύμβουλος της InEdu κ. Ισίδωρος Σιδερίδης. Όπως εξήγησε, είναι σαν ο πραγματικός κόσμος να κινείται στους ρυθμούς της τεχνολογίας και το ελληνικό σχολείο να κλείνει τα μάτια, όπως όταν είμαστε στο αεροπλάνο και υποχρεωνόμαστε να απενεργοποιήσουμε τα κινητά μας. «Για παράδειγμα, στο σχολείο είχαμε συνηθίσει να εργαζόμαστε σε ένα πρότζεκτ με αρχή, μέση και τέλος. Σήμερα όμως όταν εργαζόμαστε έχουμε τη δυνατότητα της συνεχούς βελτίωσης μιας εργασίας μας, ακόμα και από μακριά ή σε ταυτόχρονη αλληλεπίδραση με συνεργάτες που βρίσκονται σε μια άλλη μεριά του κόσμου» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η τεχνολογία βέβαια δεν είναι πανάκεια, όπως τόνισε η κυρία Jo Beal, διευθύντρια εκπαίδευσης του Βρετανικού Συμβουλίου. «Μπορεί όμως να κάνει τη διαφορά, να κάνει όλο τον πλανήτη ένα χώρο μάθησης, με πρωτεργάτη τον ίδιο τον εκπαιδευτικό» συμπλήρωσε. Η τεχνολογική εξέλιξη δεν καταργεί τον ρόλο του εκπαιδευτικού, όπως εξήγησε, αντιθέτως τον κάνει ακόμη πιο σημαντικό γιατί εκείνος είναι υπεύθυνος να σχεδιάσει με πληθώρα εργαλείων ένα αποτελεσματικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
Η κρίση μάς στερεί τα νέα «μυαλά»
Η πανεπιστημιακή έρευνα, τα ερευνητικά κέντρα και οι καινοτόμες επιχειρήσεις αποτελούν τις κορυφές ενός τριγώνου που θέτει το πλαίσιο της κρατικής παρέμβασης στην αλυσίδα της καινοτομίας. Μια αλυσίδα που, όπως εξήγησε ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Τεχνολογίας κ. Βασίλης Μάγκλαρης, ξεκινά από την πρωτογενή έρευνα και όσο προχωρά προς ένα ολοκληρωμένο προϊόν, τόσο το κόστος της χρηματοδότησης μετατίθεται στον ιδιωτικό τομέα.
Η χώρα μας κινείται ήδη προς την κατεύθυνση της ένταξης στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα RIS3 (Regional research and innovation strategies for smart specialization), το οποίο χρηματοδοτείται από το κοινοτικούς πόρους για την περίοδο 2014-20. Αυτό που καθιστά «έξυπνη» μια στρατηγική περιφερειακής έρευνας και καινοτομίας είναι η ίδια η διαδικασία της διαφοροποίησης, έννοια που περιλαμβάνει την εξειδίκευση, τις διαρθρωτικές αλλαγές προς την κατεύθυνση της γνώσης, την καινοτομία και τη δημιουργικότητα με γνώμονα την ανάπτυξη.
Ο κίνδυνος όμως, όπως επισήμανε ο γενικός γραμματέας, είναι ότι εξαιτίας της κρίσης οι νέοι επιστήμονες που «ανδρώνονται» μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια φεύγουν στο εξωτερικό. Η μεγάλη πρόκληση για τη χώρα μας είναι να μπορέσει να τους προσφέρει κίνητρα για να μείνουν και να προσφέρουν στην έρευνα και στην καινοτομία, που μπορούν να γίνουν κλειδί ανταγωνιστικότητας για τη χώρα και τις επιχειρήσεις της.
Οι δεξιότητες είναι το παγκόσμιο νόμισμα του μέλλοντος
Ακριβώς αυτή η διασύνδεση της γνώσης με την αγορά εργασίας αποτέλεσε ένα από τα βασικά θέματα του διεθνούς συνεδρίου, με πολλούς να συνδέουν ευθέως την εκπαίδευση με την παραγωγή στελεχών με πολλά προσόντα και δεξιότητες. Άλλοι πάλι επικέντρωσαν την κριτική τους στο γεγονός ότι δεν μπορεί να είναι αυτός ο μόνος στόχος της Παιδείας. Όποια ιδεολογική προσέγγιση όμως κι αν αποδεχθεί ο καθένας από εμάς, αναμφισβήτητο είναι ότι τα προσόντα και οι δεξιότητες αποτελούν το ζητούμενο για τους εργοδότες.
Το παράδοξο της εποχής θέλησε να αναδείξει η διευθύντρια του OECD κυρία Barbara Ischinger. «Παγκοσμίως επικρατεί μια τοξική συνθήκη. Ενώ όλο και περισσότεροι νέοι είναι απόφοιτοι ανωτάτων Ιδρυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, το 40% των εργοδοτών δηλώνει ότι δυσκολεύεται να βρει τους κατάλληλους εργαζόμενους» εξήγησε, συνδέοντας ευθέως τη δυνατότητα εύρεσης εργασίας με την ανάπτυξη των κατάλληλων δεξιοτήτων μέσω της συνεχούς εκπαίδευσης.
Δεν παρέλειψε να αναδείξει τον κανόνα «όσο περισσότερα προσόντα έχει κάποιος, τόσο πιο παραγωγικός είναι και τόσο μεγαλύτερο γίνεται το εισόδημά του». Είναι ενδεικτική η αποστροφή του λόγου της όπου χαρακτήρισε τις δεξιότητες ως «το παγκόσμιο νόμισμα του 21ου αιώνα». Σε μια παγκόσμια αγορά όπου, όπως τόνισε, το 2020 η Κίνα θα διαθέτει περισσότερα «έξυπνα παιδιά» από ό,τι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες μαζί, μιλώντας για αποφοίτους ανωτάτων σχολών. Είμαστε λοιπόν μπροστά σε μια ραγδαία αύξηση του «ανταγωνισμού» ανάμεσα σε ανθρώπους με πολλά προσόντα οι οποίοι αναζητούν εργασία σε κάθε γωνιά του πλανήτη κι όχι απαραίτητα στη χώρα τους.