H ανακοίνωση του ανασχηματισμού τη βρήκε να παίζει στο θέατρο Μουσούρη. Είχε ήδη αποδεχθεί την πρόταση του Πρωθυπουργού να αναλάβει το υπουργείο Πολιτισμού. Η Λυδία Κονιόρδου, που ένιωσε «σαν να χτύπησε η μοίρα την πόρτα μου», έχει εδώ και μία εβδομάδα εγκατασταθεί στο γραφείο της οδού Μπουμπουλίνας, ενημερώνεται και μαθαίνει. Κι αν ήταν πολλοί εκείνοι που εξεπλάγησαν με αυτή την επιλογή, η ίδια φαίνεται πως ήταν «έτοιμη από καιρό…».
Στην πρώτη της συνέντευξη ως υπουργός Πολιτισμού, η ηθοποιός, σκηνοθέτρια, δασκάλα και ιέρεια του αρχαίου δράματος μιλάει στο «Βήμα της Κυριακής» για τον τρόπο με τον οποίο βλέπει την πολιτική και τον πολιτισμό.
Κυρία Κονιόρδου, στην τελετή παράδοσης-παραλαβής αναφερθήκατε σε συστράτευση δυνάμεων. Σε ποιους αναφέρεστε;
«Δεν μπορώ τώρα να μιλήσω για συγκεκριμένα πρόσωπα. Είναι τόσο μεγάλες οι προκλήσεις. Πάντα μου αρέσει να βάζω αυτό που κάνω στη μεγάλη εικόνα. Αλλιώς χάνεσαι. Η πιο μεγάλη πρόκληση είναι η κλιματική αλλαγή. Η δεύτερη είναι ότι οι δυνάμεις του κέντρου έχουν αφεθεί ανεξέλεγκτες και διαμορφώνουν διάφορα μορφώματα και διαλύουν κοινωνικούς ιστούς. Είναι μια δύναμη το κέρδος, που αν αφεθεί ανεξέλεγκτη γίνεται καταστροφική. Οταν ένας άνθρωπος ή μια χώρα απομονώνεται, είναι πιο εύκολο να αποτελέσει στόχο. Οσο περισσότερο ενώνουμε τις δυνάμεις μας και βλέπουμε πού θα δώσουμε τη μάχη μας, τόσο περισσότερο ελπίζουμε ότι κάτι μπορούμε να καταφέρουμε».
Γιατί γίνατε υπουργός;
«Προσωπικά δεν έχω πολιτικές φιλοδοξίες, δεν είμαι πολιτικός και όποτε έχω στηρίξει κάτι το κάνω γιατί πιστεύω ότι η συστράτευσή μου υπηρετεί έναν σκοπό, όχι τον εαυτό μου. Οπως έκανα παλιότερα με τους Οικολόγους, για να μπουν στη Βουλή. Για την παρουσία μου, εφόσον μου ζητήθηκε, δεν είχα το δικαίωμα να αρνηθώ».
Σας εξέπληξε η πρόταση;
«Το απόγευμα της Παρασκευής (σ.σ.: λίγο προτού ανακοινωθεί ο ανασχηματισμός) μου έγινε η πρόταση από τον Πρωθυπουργό. Δεν με εξέπληξε. Πρέπει όμως να πω ότι δεν το επεδίωξα, ούτε προετοιμάστηκε. Αισθάνθηκα όμως έτοιμη. Δεν δίστασα. Ο χρόνος θα δείξει. Είναι τόσο μεγάλα αυτά που έχουμε να αντιμετωπίσουμε όπως είναι και τόσο πολλά τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί τις τελευταίες δεκαετίες. Εχω την αίσθηση ότι όλα αυτά αντιμετωπίζονταν πάντα ως τις επόμενες εκλογές, όχι σε βάθος. Φυσικά δεν γενικεύω. Υπάρχουν θέματα στα οποία πρέπει να δοθούν λύσεις με τα δεδομένα του 21ου αιώνα».
Τι σημαίνει «έτοιμη»;
«Υπάρχει μια σειρά εμπειριών αυτά τα σαράντα χρόνια που είμαι στον πολιτισμό. Το έχω ζήσει το θέμα από πολλές πλευρές και θέσεις. Και όχι μόνον για το θέατρο. Αγαπώ πολύ τη μουσική, άλλωστε μουσικό θέατρο είχαμε φτιάξει στον Βόλο. Εκτιμώ βαθύτατα τους αρχαιολόγους. Δεν είναι μόνον πέτρες, είναι και πνεύμα, διαχρονικό. Είναι κάποιοι άνθρωποι που υπηρετούν με αφοσίωση και κάνουν σπουδαίο έργο. Το υπουργείο αυτό δεν μπορεί παρά να είναι δίπλα τους. Είναι ο πιο υψηλός στόχος».
Αρα αυτή είναι μια πρώτη προτεραιότητα;
«Ναι, υπάρχει μια προτεραιότητα στην κληρονομιά. Κι αυτή η κληρονομιά πρέπει να αποτελέσει έναν ζωντανό πόλο με τη σημερινή κοινωνία. Δεν είναι μια πολυτέλεια, δεν είναι εμπόδιο. Μας αναβαθμίζει σαν χώρα, μας φέρνει κοντά σε αυτούς που έρχονται να μας επισκεφθούν, στον τουρισμό δηλαδή. Εχει να κάνει με την παιδεία και την αυτογνωσία. Αν τα νέα παιδιά ξεχάσουν ποιο είναι αυτό το σημαντικό που τα συνδέει με το παρελθόν δεν μπορούν να δουν το μέλλον. Είναι νομοτελειακό. Χωρίς προγονολατρίες. Κάθε χώρα έχει κάτι να προτείνει και να δωρίσει στη διεθνή κοινότητα. Και η ανταλλαγή μεταξύ των πολιτισμών είναι μια σπουδαία υπόθεση. Αρα να τη διαφυλάξουμε και να τη μοιραστούμε».
Πιστεύετε ότι αρκούν οι μεγάλες ιδέες για να γίνουν πράξεις;
«Ναι. Οι ιδέες όταν υπάρχουν, μπορούν να συμπαρασύρουν, να εμπνεύσουν και να εμψυχώσουν προς έναν κοινό στόχο. Πρέπει να ατενίζουμε το μέλλον με μια ρεαλιστική αισιοδοξία. Πλάι στις ιδέες θα έβαζα και τις καινοτομίες των νέων, που πολλές φορές δεν προβάλλονται, γιατί πάντα προβάλλουμε την καταστροφή. Και ζούμε σε μια εποχή που είναι έντονη η καταστροφή. Αλλά υπάρχουν παρήγορες φλόγες».
Πλάι σε όλα αυτά, υπάρχει και μια γραφειοκρατία. Πώς θα το χειριστείτε;
«Αυτή τη στιγμή γνωρίζω το υπουργείο και τους ανθρώπους του. Στόχος μου είναι να αναπτύξουμε ουσιαστικές συνεργασίες και να αναδείξουμε το καλύτερο που μπορούμε».
Πιστεύετε ότι οι άνθρωποι του θεάτρου περιμένουν περισσότερα από εσάς;
«Θα ήταν φυσικό για κάποιους να νομίζουν ή να φοβηθούν ότι θα ασχοληθώ κυρίως με το θέατρο. Δεν ισχύει αυτό. Ο στόχος είναι να εξισορροπηθούν όλες οι όψεις, που είναι μία και μοναδική, οι διαχρονικές δυνάμεις που δίνουν συνέχεια. Θα κάνω ό,τι είναι σημαντικό και ό,τι είναι υποχρέωση του υπουργείου. Και τους καταξιωμένους δημιουργούς αλλά και τις νέες δυνάμεις που προσπαθούν σε δύσκολες συνθήκες να εκφράσουν το νέο. Εχουμε διάφορες σκέψεις. Από την άλλη πρέπει να δούμε τους επιχορηγούμενους θεσμούς, τα κρατικά θέατρα, τη σχολή χορού, το Μέγαρο σε αυτή τη μεταβατική περίοδο, τη Λυρική Σκηνή. Θα ήταν άκαιρο όμως να πω περισσότερα».
Το κράτος όμως δείχνει ότι δεν μπορεί να τους συντηρεί. Εχουμε το παράδειγμα του Μεγάρου.
«Ανάλογα τι σημαίνει κράτος. Το κράτος δεν είναι ξεκομμένο από την κοινωνία. Πρέπει να είναι εκεί για να προτείνει και να επιτρέπει να συμβαίνουν πράγματα. Οχι να είναι μαυσωλεία, να απωθούν και να απευθύνονται σε συγκεκριμένες ομάδες. Ούτε σημαίνει ότι πρέπει να ενδώσει σε λαϊκισμούς και φτηνά πράγματα. Πιστεύω σε όλες τις μορφές έκφρασης, όταν γίνεται βαθιά κατάθεση της ψυχής. Μπορεί να πει κανείς ότι ο Θεόφιλος δεν έχει αξία;».
Φοβάστε μήπως η επαφή σας με την πολιτική σάς στερήσει το πάθος για την τέχνη;
«Αυτά τα σαράντα χρόνια έχει γίνει ένας κύκλος. Εχω νιώσει βαθιές συγκινήσεις και ουσιαστική επικοινωνία, εντός και εκτός Ελλάδας. Για εμένα ήταν καθοριστικά τα ταξίδια μου στην Ευρώπη, στην Αμερική, πρόσφατα στην Κίνα. Εκεί είδα πόσο οι ξένες κοινωνίες έχουν βαθύ θαυμασμό για αυτό που είναι ελληνικό. Πώς να μην προσφέρεις όταν η Πολιτεία σε καλεί γι αυτόν τον σκοπό; Νομίζω ότι έχω κάνει πολλά για τον εαυτό μου. Ημουν τυχερή. Αισθανόμουν έτοιμη να προσφέρω, όχι μόνον στη δική μου καλλιτεχνική έκφραση, αλλά και στην έκφραση όλων των Ελλήνων. Κρατώ αυτό που έλεγε ο Κουν, ότι πατάμε στα ίδια χώματα με τους αρχαίους, μας φωτίζει ο ίδιος ήλιος, μιλάμε την εξέλιξη της ίδιας γλώσσας».
Ξεκομμένοι από την Ευρώπη;
«Οχι. Βεβαίως και ζούμε σε ένα ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον και αναπνέουμε μέσα από την παγκοσμιοποίηση. Ομως δεν πρέπει να χάσουμε ούτε να ξεχάσουμε αυτό που είμαστε. Η λήθη έχει σχέση με την αλήθεια. Κι αυτή η λήθη δεν πρέπει να επιτρέψουμε να εισχωρήσει και να ισοπεδώσει, γιατί θα χάσουμε την αλήθεια, θα χάσουμε τον εαυτό μας, άρα και τις δημιουργικές μας δυνάμεις. Γιατί είμαστε πολύ δημιουργικός λαός».
Κυρία Κονιόρδου, αισθάνεστε ότι ο πολιτισμός της Αριστεράς είναι διαφορετικός;
«Ανεπιφύλακτα. Ναι, η Αριστερά έχει μια άλλη προσέγγιση, δεν αποκλείει κανέναν από την επικοινωνία, καμία κοινωνική ομάδα. Γι’ αυτό και οφείλει να ανοίγει τον δρόμο και να βρίσκει πιο προσιτούς τρόπους ώστε ο άνθρωπος να συναντά την τέχνη».
Με αυτή την Αριστερά στην εξουσία η χώρα βιώνει κάτι διαφορετικό;
«Αυτό το ακούω πολύ συχνά. Οταν αλλάζει κάτι, δεν μπορεί να πάρει κανείς ένα παυσίπονο και να το αλλάξει μέσα σε δέκα λεπτά. Είναι πολύ επιδερμική αυτή η προσέγγιση. Δεν μπορούν να συμβούν θαύματα από τη μια στιγμή στην άλλη, πάνω σε μια παθογένεια, με τα καλά και τα κακά, και χωρίς να τα ισοπεδώνω. Εχει συσσωρευθεί, όμως, μια παθογένεια και από τη λάθος νοοτροπία εκατέρωθεν, και από την εξουσία και από τους πολίτες. Και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει από τη μια στιγμή στην άλλη. Γι’ αυτό χρειάζεται συστράτευση».
Ποιο είναι το εμπόδιο;
«Ο φόβος είναι ο εχθρός. Να μην επιτρέψουμε στον φόβο να μας απομονώσει και να μας κάνει πιο εύκολη λεία στα κάθε λογής αρπακτικά. Είναι συμφέρον μας να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον. Σταμάτησε η πολιτική για τον πολιτισμό, σπαταλήθηκαν πόροι, έγιναν λάθη λόγω βιασύνης. Εχουμε το παράδειγμα με τα ολυμπιακά ακίνητα. Δεν είναι ένα έγκλημα αυτό που έγινε;».
Τώρα όμως που λεφτά δεν υπάρχουν, τι μπορείτε να κάνετε;
«Εδώ χρειάζεται μεγάλη προσοχή ώστε ό,τι έχεις να πιάσει δεκαπλάσιο τόπο, μέσα από στοχεύσεις και πολιτικό σχεδιασμό για τον πολιτισμό. Ευτυχώς υπάρχουν κάποιοι πόροι, που από τον απερχόμενο υπουργό απορροφήθηκαν σε μεγάλο βαθμό, κάτι που ελπίζουμε να συνεχίσουμε κι εμείς. Είναι νωρίς να μιλήσω συγκεκριμένα. Πιστεύω ότι χτίζουμε πάνω σε αυτό που έκαναν οι προηγούμενοι».
Βρεθήκατε γρήγορα αντιμέτωπη με προβλήματα, με πρώτο το θέμα του Φεστιβάλ Αθηνών. Τι θα κάνετε;
«Προσπαθώ να ακούσω και τις δύο πλευρές για να χαμηλώσουν οι τόνοι. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος είναι ένας άνθρωπος που κατάφερε σε δύσκολες συνθήκες και σύντομο χρονικό διάστημα να κάνει το Φεστιβάλ το περασμένο καλοκαίρι, γι’ αυτό και πρέπει να συνεχίσει».
Πόσο ακόμη θα παίζετε στο θέατρο;
«Εχουμε έναν κύκλο σαράντα παραστάσεων με τον Πέτρο Φιλιππίδη στο Μουσούρη, ο οποίος και θα ολοκληρωθεί. Είναι κουραστικό αλλά δεν με τρομάζει η δουλειά. Είμαι ανθεκτική. Και ομολογώ ότι αυτή η εναλλαγή των ρόλων μάλλον με ξεκουράζει, παρά με κουράζει. Φυσικά δεν θα αμείβομαι από το θέατρο».
Μια γυναίκα ηθοποιός στο τιμόνι του υπουργείου Πολιτισμού μετά τη Μελίνα Μερκούρη. Τι σκέφτεστε;
«Τη γνώρισα τη Μελίνα Μερκούρη και τη θυμάμαι με μεγάλη συγκίνηση. Οταν έπαιζε στην «Ορέστεια» ήμουν κορυφαία στον Χορό. Η Μελίνα ήταν ένας οραματιστής, μια μεγάλη ψυχή που μας άφησε αποσκευές. Και όχι μόνον για τα Μάρμαρα. Να όμως που μια ιδέα μπορεί να συγκεντρώσει γύρω της ανθρώπους που συνεργάζονται για τον ίδιο στόχο και εκπέμπουν φως ακόμα κι όταν έχουν φύγει οι άνθρωποι. Αυτό είναι το σφάλμα του δυτικού πολιτισμού που έχει επενδύσει στην ύλη και έχει υποβαθμίσει το πνεύμα. Την ύλη μπορεί κάποιος να σ’ την αρπάξει, μπορεί να χαθεί, το πνεύμα ποτέ. Οταν χάσεις το πνεύμα είσαι τελειωτικά φτωχός. Γι’ αυτό πρέπει να σηκώσουμε το ανάστημά μας, να σηκώσουμε το βλέμμα μας, με αυτοπεποίθηση, όχι με ψευτοπερηφάνια και με την αίσθηση ότι είμαστε κάποιοι, αλλά ότι είμαστε εξίσου σημαντικοί. Κι αυτό πρέπει να μας δώσει δύναμη να αντιμετωπίσουμε αυτή τη μεγάλη πρόκληση».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ