Για 40 χρόνια ήταν γιαπί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Βρωμιά, μπάζα και περιστέρια. Το πρώτο υπόγειο του Ωδείου Αθηνών, ένα από τα πολλά που διαθέτει το λευκό κτίριο επί των οδών Ρηγίλλης και Βασιλέως Γεωργίου Β’, για το οποίο οι περισσότεροι Αθηναίοι γνωρίζουμε ελάχιστα αλλά αποτελεί ένα λαμπρό δείγμα Bauhaus στην Ελλάδα, βγαίνει από τη μιζέρια του και γίνεται ένας βιώσιμος, υπερσύγχρονος χώρος έπειτα από παρέμβαση του πολιτιστικού οργανισμού ΝΕΟΝ του Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Τα 1.800 τετραγωνικά στο υπόγειο του παλιότερου μουσικοθεατρικού εκπαιδευτικού ιδρύματος της νεότερης Ελλάδας καθαρίστηκαν, απέκτησαν χώρους υγιεινής, σύστημα πυρασφάλειας και εξαερισμού, αναδείχθηκαν μαζί με το αίθριό τους, καθώς και με ορισμένα από τα αρχικά σχέδια τα οποία είχαν μείνει στα μπετά από το ’76, όπως το μικρό παρεκκλήσι το οποίο ο αρχιτέκτονάς του Δεσποτόπουλος είχε οραματιστεί ως χώρο διδασκαλίας βυζαντινής μουσικής. Δεν έγιναν παρεμβάσεις παρά μικρής έκτασης διαρρυθμίσεις. Ο χώρος αφέθηκε στην ημιτελή του κατάσταση, με τις κολόνες του ορθομαρμαρωμενες ως ένα σημείο και τους τοίχους του ασοβάτιστους, με αποτέλεσμα να μπορεί κανείς να δει σε αυτούς την ακριβή στιγμή που σταμάτησαν τα έργα. Οι επεμβάσεις χρηματοδοτήθηκαν εξ ολοκλήρου από το ΝΕΟΝ και στοίχισαν 180.000 ευρώ.
Ανακάλυψη και ανάδειξη
«Γνωρίζαμε το γιαπί και τα προβλήματά του, όπως και ότι έπρεπε να βρούμε τρόπους να το αξιοποιήσουμε, αλλά ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος και η Ελίνα Κουντούρη μέσα από την ιδεολογία της ανακάλυψης και της ανάδειξης που διέπει το ΝΕΟΝ διέκριναν τις δυνατότητες που θα μπορούσε να έχει αυτός ο χώρος. Ολη η δουλειά ανήκει σε αυτούς και σε μια αφανή ηρωίδα, την Ηβη Νανοπούλου, την αρχιτέκτονα-μελετήτρια του Ωδείου που συνεργάζεται μαζί μας για την ανάδειξη και διάσωση του κτιρίου μέσα από το γραφείο «Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες» το οποίο ανέλαβε στη συνέχεια και το έργο με το ΝΕΟΝ» λέει ο κ. Νίκος Τσούχλος, πρόεδρος του ΔΣ του Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου Ωδείου Αθηνών-1871.
Από την πλευρά του ΝΕΟΝ, η διευθύντριά του Ελίνα Κουντούρη θα πει: «Ο χώρος μας είναι η πόλη. Μας ενδιαφέρει η τέχνη ως εμπειρία, ενταγμένη στην καθημερινότητα, στη ζωή και στις επιλογές του πολίτη. Η δυνατότητα αυτής της σκέψης και πράξης έχει μια ελευθερία επιλογών και μια διάδραση. Οι χώροι που επιλέγουμε δεν είναι ένα σκηνικό, είναι χώροι που «συμπράττουν» κάθε φορά στη διαδικασία και στην ανάθεση. Στην περίπτωση του Ωδείου Αθηνών η ανακαίνιση δίνει τη δυνατότητα σε πληθώρα δημιουργικών ανθρώπων και πολιτιστικών φορέων να τον αναδείξουν με τις δικές τους δράσεις. Εμείς επιλέγουμε ως πρώτο βήμα να οργανώσουμε το Ideas City Αθήνα, την πλατφόρμα σκέψης, συνύπαρξης και συζήτησης που διερευνά την πόλη που μας ενδιαφέρει».
Μετά την πρώτη χρήση του υπογείου από το ΝΕΟΝ τον χώρο θα αναλάβει το Ωδείο. «Υπάρχουν πολλές σκέψεις για την αξιοποίησή του, ασφαλώς μια χρήση εικαστική είναι ανάμεσά τους, όπως και η αρχική χρήση για τον οποία την προόριζε ο Δεσποτόπουλος. Δεν είναι απόλυτα σαφής αλλά αφορούσε τη Δραματική Σχολή του Ωδείου, αν και όχι ως χώρο μαθημάτων. Φανταζόμαστε ότι μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε ως έναν χώρο θεάματος με την ευρεία έννοια» λέει ο κ. Τσούχλος.

Η πονεμένη ιστορία
Να λοιπόν που ένα μικρό μέρος από το ημιτελές Ωδείο, ένα κτίριο-μοναδικό δείγμα Bauhaus στην Αθήνα έρχεται ένα μικρό βήμα πιο κοντά στο όραμα του διαπρεπούς ευρωπαίου αρχιτέκτονά του Ιωάννη Δεσποτόπουλου, μαθητή του Βάλτερ Γκρόπιους. Το Ωδείο είναι το μόνο κτίριο που υλοποιήθηκε τελικά από το περίφημο «Πνευματικό Κέντρο» της Αθήνας, ένα σύμπλεγμα πνευματικών και καλλιτεχνικών ιδρυμάτων, το οποίο είχε μάλιστα αποσπάσει και το πρώτο βραβείο σε πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό του 1959. Βέβαια, δεν πρέπει να αποτέλεσε και μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι δεν πραγματοποιήθηκε τελικά το μεγαλόπνοο όραμα. Γιατί ακόμη και αυτό το Ωδείο, το μοναδικό κτίριο που ανεγέρθηκε από το αρχικό σχέδιο, για περισσότερα από 60 χρόνια ήταν το ΕΜΣΤ της εποχής του. Ηδη πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε κριθεί αναγκαία η μεταφορά του από το Μέγαρο Βλαχούτση επί της οδού Πειραιώς όπου είχε εγκατασταθεί μετά την ίδρυσή του το 1871 σε ένα κτίριο που θα ανταποκρινόταν στις ανάγκες του αλλά και στο μέγεθος της πνευματικής προσφοράς του στον τόπο. Ο διορισθείς το 1891 υπερδραστήριος διευθυντής του Γεώργιος Νάζος είχε κατορθώσει να δημιουργήσει ένα φυτώριο μουσικών οι οποίοι έβαλαν τις βάσεις για τη σημαντική εκπαιδευτική και μουσική αποστολή του Ωδείου αλλά και για τη Συμφωνική Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών (τη μελλοντική ΚΟΑ). Κατάφερε να το καταστήσει ένα σωστό λίκνο πολιτισμού το οποίο στο μέλλον θα είχε να καυχιέται για καθηγητές και μαθητές του όπως ο Μητρόπουλος, ο Σκαλκώτας, η Μπαχάουερ, η Κάλλας, ο Θεοδωράκης. Ολοι οι μεγάλοι ευεργέτες θέλησαν κάποια στιγμή να το συνδράμουν: ο Συγγρός, ο Κοργιαλένος, η Μπάγκειος Επιτροπή, ανάμεσά τους και η Αθηνά Οθωνος Σταθάτου, η οποία με το γενναιόδωρο κληροδότημά της το 1937 προϋπέθετε την ανέγερση ενός νέου κτιρίου για το Ωδείο, ενδεχομένως στον Κήπο της Κλαυθμώνος, όπως είχε προταθεί κάποια στιγμή. Μετά ήρθε ο πόλεμος και τα λοιπά δεινά της Ελλάδας και ύστερα από αναβολές, καθυστερήσεις και πλείστες υπουργικές ενστάσεις η ανέγερση του κτιρίου είχε καταντήσει «σαν πρωταπριλιάτικο αστείο» για τον Τύπο της εποχής.
Τελικά, το 1969, έπειτα από 60 χρόνια, το Ωδείο άρχισε να χτίζεται ως το «λειψό» όραμα του Δεσποτόπουλου σε ένα οικόπεδο 4.000 τ.μ. Εγκαινιάστηκε το 1976, αλλά οι εργασίες που είχαν σταματήσει σε ένα μεγάλο μέρος του κτιρίου θα αποπερατώνονταν υποτίθεται ως το 1985 βάσει μιας σύμβασης μεταξύ του Ωδείου και του Ελληνικού Δημοσίου η οποία κυρώθηκε διά νόμου το 1980. Εν ολίγοις, το Ωδείο θα δώριζε το κτήμα της οδού Πειραιώς στο Δημόσιο και ανάμεσα στα ανταλλάγματα που θα έπαιρνε θα ήταν η ολοκλήρωση των εργασιών. Αυτό δεν συνέβη ποτέ. Μέχρι που ήρθε στην πόλη ο ΝΕΟΝ.
Μουσικοί πειραματισμοί
Τι γίνεται όμως με τα υπόλοιπα υπόγεια που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση ή με τους εγκαταλελειμμένους χώρους που καταλάμβανε το ΕΜΣΤ ή με το μεγάλο αμφιθέατρο του κτιρίου; Οπως λέει ο κ. Τσούχλος, παραμένουν κλειστά, όμως 4.500 τ.μ. (χώροι ΕΜΣΤ, αμφιθέατρο και ένα υπόγειο) από τα συνολικά 13.000 τ.μ. του κτιρίου περιμένουν με τη σειρά τους την ανάδειξή τους μέσα από ένα έργο αποπεράτωσης και εκσυγχρονισμού με στόχο να δημιουργηθούν, μεταξύ άλλων, αίθουσα μουσικής τεχνολογίας, χώροι για εκθέσεις και εστιατόριο. «Εχει εγκριθεί το ΕΣΠΑ 2014-2020 με τη συμβολή του Δήμου Αθηναίων και εν συνεχεία μέσω ΠΕΠ Αττικής, έχει ολοκληρωθεί και ο διαγωνισμός για την εργολαβία και είμαστε πολύ κοντά στη συμβασιοποίηση έτσι ώστε να ξεκινήσουν τα έργα προτού τελειώσει η χρονιά». Ωστόσο, δεδομένης της οικονομικής κρίσης από την οποία δεν έχει ξεφύγει βέβαια ούτε το Ωδείο, εύλογα αναρωτιέται κανείς πόσα τετραγωνικά πολιτισμού μπορεί να χωρέσει μια πόλη σαν την Αθήνα. «Το Ωδείο είναι εδώ και προηγήθηκε άλλων κτιρίων. Σήμερα η πρόκληση για εμάς και για το υπουργείο Πολιτισμού είναι πώς θα αλλάξει η διαχείρισή του ώστε να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο, για παράδειγμα μέσα από δωρεάν σπουδές για ταλαντούχα παιδιά μετά από εξετάσεις. Εχει παρέλθει όμως η εποχή όπου οι χρήσεις αυτού του γιγάντιου κτιρίου θα μπορούσαν να είναι ενιαίες. Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν διαθέτει μια Ανώτατη Ακαδημία Μουσικών Σπουδών. Προσπαθούμε με το υπουργείο να εξυγιάνουμε τις λειτουργίες του και να εξορθολογίσουμε τον τρόπο με τον οποίο το Ωδείο θα προσφέρει ολοκληρωμένες σπουδές, τουλάχιστον ανώτερες. Επειτα έχουμε ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις και σύντομα το Ελληνικό Παιδικό Μουσείο της οδού Κυδαθηναίων θα εγκατασταθεί εκεί όπου βρίσκονταν τα γραφεία του ΕΜΣΤ. Η μετακόμιση ξεκινάει σύντομα και στις αρχές του ’17 θα ανοίξει. Το όραμα για το Ωδείο είναι να καλύπτει εκπαιδευτικές ανάγκες ξεκινώντας από τα παιδιά νηπιακής ηλικίας και φθάνοντας στους αποφοίτους οι οποίοι θέλουν να επιδοθούν σε δημιουργικούς, μουσικούς πειραματισμούς» καταλήγει ο κ. Τσούχλος.

Ideas City και Καζαντζάκης
Ο νέος χώρος πολιτισμού θα εγκαινιαστεί με την παρουσίαση δύο προγραμμάτων του ΝΕΟΝ. Αρχικά με τη διοργάνωση «Ideas City» σε συνεργασία με το New Museum της Νέας Υόρκης. Πρόκειται για μια πλατφόρμα ανταλλαγής απόψεων που «ερευνά το μέλλον των πόλεων, με κινητήριο δύναμη την τέχνη και τον πολιτισμό». Ξεκίνησε στο Ντιτρόιτ, όπου έχει ήδη πραγματοποιηθεί με άλλους συμμετέχοντες και άλλη στοχευμένη θεματική, θα συνεχιστεί του χρόνου στην Αρλ. Περιλαμβάνει ένα πενθήμερο residency, ο χώρος μάλιστα έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για να φιλοξενήσει 40 προσωπικότητες από τον χώρο των τεχνών, της αρχιτεκτονικής και της αστικής κουλτούρας, οι οποίοι θα μένουν κυριολεκτικά μέσα στο Ωδείο (από 19 ως 24/9) συμμετέχοντας σε εργαστήρια, ομιλίες και συζητήσεις που αφορούν την κοινοτική δραστηριοποίηση, την τέχνη, το ντιζάιν, την τεχνολογία και την πρακτική εφαρμογή τους στην πόλη. Ατυπος τίτλος εργασίας: Η ροή ανθρώπων και η ροή κεφαλαίων, δύο παράγοντες που επηρεάζουν ιδιαίτερα την Αθήνα μέσα από την προσφυγική κρίση. Την πέμπτη μέρα θα πραγματοποιηθεί ένα συνέδριο ανοιχτό στο κοινό με διεθνούς φήμης ομιλητές που έχουν σχέση με την αρχιτεκτονική, την τέχνη, τη χάραξη πολιτικής και τον αστικό χώρο όπως οι Τάνια Μπουγκέρα, Γιώργος Πρεβελάκης και Ροζάν Χάγκερτι.
Στη συνέχεια, στα μέσα Νοεμβρίου θα εγκαινιαστεί η έκθεση «Η υπέρβαση της Αβυσσος» σε επιμέλεια Δημήτρη Παλαιοκρασσά και Μαρίας Μαραγκού, στην αθηναϊκή της απόβαση μετά την παρουσίασή της στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Κρήτης στο Ρέθυμνο και στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (τμήμα του ΚΜΣΤ). Με έμπνευση από την «Ασκητική» του Νίκου Καζαντζάκη και με το χειρόγραφο του βιβλίου να εκτίθεται στον χώρο, θα παρουσιαστούν έργα σύγχρονων ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών όπως η Λουίζ Μπουρζουά, η Μαρίνα Αμπράμοβιτς και η Σοφία Κοσμάογλου δανεισμένα από τη Συλλογή Δασκαλόπουλου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ