Ένα σύνθετο και ενδιαφέρον ερευνητικό πρόγραμμα έχει ξεκινήσει στο μυκηναϊκό νεκροταφείο των Αηδονίων Κορινθίας, υπό την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων Κορινθίας, η οποία εφέτος, μετά από σχετική έγκριση του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, προχώρησε σε συστηματική ανασκαφή και έρευνα για τη μελέτη των χρήσεων των τάφων, της δίαιτας και των δημογραφικών στοιχείων του πληθυσμού σε σχέση με την παραγωγή και την κατανάλωση αντικειμένων.
Συγκεκριμένα, όπως ενημέρωσε με σχετική ανακοίνωσή του το ΥΠΠΟΑ, στις 23 Ιουλίου ολοκληρώθηκε η πρώτη περίοδος της ανασκαφής της ΕΦΑ Κορινθίας, υπό τη διεύθυνση του προϊσταμένου της, Κωνσταντίνου Κίσσα και με την καθοριστική συμβολή του Nemea Center for Classical Archaeology του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ, διά της διευθύντριάς του, αναπληρώτριας καθηγήτριας, Κιμ Σέλτον. Επιπλέον, στο δημοτικό σχολείο της κοινότητας, το οποίο έχει παραχωρηθεί στην ΕΦΑ Κορινθίας από τον δήμο Νεμέας, προβλέπεται η δημιουργία ενός ενημερωτικού κέντρου, όπου μεταξύ άλλων θα αντιπαραβάλλονται τα πορίσματα της ανασκαφής με τις χαμένες, εξαιτίας της εκτεταμένης αρχαιοκαπηλίας, πληροφορίες.
Γιατί το νεκροταφείο, όπως πληροφορεί και το ΥΠΠΟΑ, έγινε γνωστό μετά τη βάναυση σύλησή του από οργανωμένες ομάδες αρχαιοκαπήλων, τη δεκαετία του 1970. Ακολούθησε ανασκαφή της αρχαιολογικής υπηρεσίας, φέρνοντας στο φως ευρήματα που κατέστησαν δυνατό τον συσχετισμό τους με τα προϊόντα της λαθρανασκαφής, όταν αυτά διατέθηκαν για πώληση στο εξωτερικό, το 1993. Η άμεση αντίδραση της ελληνικής πολιτείας οδήγησε στον επαναπατρισμό των αρχαιοτήτων (1996), οι οποίες παρουσιάστηκαν με τα ευρήματα της ανασκαφής στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και σήμερα βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Νεμέας.
Το νεκροταφείο περιλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά θαλαμοειδείς τάφους, οι οποίοι είναι εξ ολοκλήρου σκαμμένοι στον φυσικό βράχο και αποτελούνται από τρία τμήματα: τον δρόμο, έναν επιμήκη διάδρομο που οδηγεί από την επιφάνεια του εδάφους στο στόμιο, την υπόγεια είσοδο δηλαδή, μέσω της οποίας εισέρχεται κανείς στον ταφικό θάλαμο. Οι τάφοι των Αηδονίων συγκεντρώνονται σε συστάδες (όπως συχνά συμβαίνει τη μυκηναϊκή εποχή) και συγκεκριμένα σε τρεις, στο ανώτερο, το μεσαίο και το κατώτερο τμήμα του λόφου, δύο εκ των οποίων ερευνήθηκαν εφέτος.
Πρωτογενής ταφή και σημαντικός αριθμός ανακομιδών, κτερισμένες κυρίως με πήλινα αγγεία και ειδώλια, βρέθηκαν στον τάφο της μεσαίας συστάδας (η οροφή του οποίου είχε καταρρεύσει), ενώ παρατηρήθηκε ότι ο τάφος της κατώτερης συστάδας είχε χρησιμοποιηθεί επανειλημμένα, εκτός από τη μυκηναϊκή εποχή, στη γεωμετρική και την αρχαϊκή περίοδο και μεταγενέστερα. Παρά τη μακρόχρονη χρήση, στο θάλαμο του τάφου αυτού διατηρήθηκε αδιατάρακτος λάκκος της πρώιμης μυκηναϊκής εποχής (1600/1550 – 1550/1450 π.Χ.), ο οποίος, μεταξύ άλλων, περιέλαβε ταφή κτερισμένη με χάλκινα όπλα και άλλα αντικείμενα γοήτρου.
Η μελέτη του συνόλου θα εμπλουτίσει τις γνώσεις για τα Αηδόνια της πρώιμης μυκηναϊκής, τις σχέσεις της θέσης με τις Μυκήνες, καθώς και για τις ταφικές πρακτικές στη βορειοανατολική Πελοπόννησο. Στην ίδια περιοχή, σωστική ανασκαφή έφερε στο φως μία συστάδα υστερορωμαϊκών τάφων, τεκμηριώνοντας μία επιπλέον περίοδο χρήσης του χώρου.