Χαρακτηρίζεται «αιρετικός» και «βλάσφημος», όμως τα διαπιστευτήριά του δεν κλόνισαν την απόφαση του εφημέριου του Καθεδρικού Ναού της Παναγίας της Αμβέρσας να προβεί στην αγορά ενός έργου του. Ούτε θεώρησε ανασταλτικό παράγοντα για την επιλογή του ότι «Ο άνδρας που φέρει τον σταυρό», το πρώτο έργο τέχνης που προστίθεται στη συλλογή της εκκλησίας μετά από σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα, έχει τη μορφή ενός άνδρα με καμπαρντίνα και γυαλιά που προσπαθεί ως άλλος ζογκλέρ να ισορροπήσει στο χέρι του έναν μεγάλο σταυρό. Ενας άνθρωπος κουβαλάει κυριολεκτικά τον σταυρό του και εν προκειμένω ταλανίζεται από την αμφισβήτηση απέναντι «στον ίδιο του τον εαυτό, τις ιδεολογίες και τις ιδεοληψίες του» όπως εξηγεί ο δημιουργός του, Γιαν Φαμπρ. Ο σταυρός στο έργο του Φλαμανδού εξέφραζε ανέκαθεν το «Δέντρο της ζωής», το ζωτικό σημείο «όπου συναντιέται ο άνθρωπος (κάθετη γραμμή) και η φύση (οριζόντια)» και αντηχεί «τη διαρκή αναζήτηση και κριτική αντιμετώπιση της τέχνης όσο και της ζωής από τη μεριά του καλλιτέχνη». Ο φιλότεχνος 44χρονος εφημέριος θεώρησε πως θα ταίριαζε θαυμάσια στο εσωτερικό του ναού και σε αντιπαράθεση με την αριστουργηματική και καθόλου αμφίσημη «Αποκαθήλωση» (1611-1614) του Πέτερ-Πάουλ Ρούμπενς. Το έργο του «γίγαντα» απέναντι σε εκείνο του «νάνου» όπως κατανέμει με μετριοφροσύνη ο σουπερστάρ εικαστικός της εποχής μας το ειδικό του βάρος σε σχέση με εκείνο του ένδοξου προπάτορά του, με το δικό του έργο σε φυσικό μέγεθος να βρίσκεται «πιο κοντά στο ανθρώπινο μέτρο και να εκπροσωπεί τον επισκέπτη, τον πιστό ή τον τουρίστα».

«Ο επίσκοπος μου είπε ότι «η εκκλησία μας είναι ανοιχτή το ίδιο σε όσους πιστεύουν αλλά και σε όσους δεν πιστεύουν, σε χριστιανούς, μουσουλμάνους και εβραίους». Είναι ένας μοντέρνος και ανοιχτόμυαλος άνθρωπος και επιτελεί ένα πολύ σημαντικό έργο για την κοινωνία καθώς είναι ζωτικής σημασίας ένας τόπος λατρείας να επιδεικνύει τόση ανοχή στο διαφορετικό, είτε μιλάμε για εθνικότητες, είτε για θρησκείες, είτε για τη σύγχρονη τέχνη. Επειτα, ήταν ξεκάθαρο και για τους δυο μας: ο ιερέας συνομιλεί με τον Θεό και ο καλλιτέχνης με την ομορφιά. Τόσο ο ένας όσο και ο άλλος επιτελούν το δικό τους λειτούργημα» σχολιάζει ο Φαμπρ από την άλλη άκρη μιας τηλεφωνικής γραμμής που βρίσκεται πολύ μακριά από την Ελλάδα και όχι μόνο λόγω γεωγραφικής απόστασης.
Για την ιστορία πάντως, το συγκεκριμένο έργο είναι έντονα αυτοβιογραφικό. Τα χαρακτηριστικά στο πρόσωπο του γλυπτού θυμίζουν τον ίδιο τον Φαμπρ καθώς και τον θείο του, τον ποιητή και ηθοποιό Ζακ Φαμπρ. Είναι ο μικρός φόρος τιμής του στον άνθρωπο που τον συνόδευε στον συγκεκριμένο ναό όταν ήταν μικρός προκειμένου να ζωγραφίζει τα έργα των μεγάλων φλαμανδών ζωγράφων. Οταν μεγάλωσε –και καθ’ οδόν για να γίνει ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους εικαστικούς καλλιτέχνες και θεατρικούς σκηνοθέτες της εποχής μας –έχασε τον Θεό αλλά βρήκε την πίστη του στην ομορφιά, η οποία «είναι μεγαλύτερη από εμάς, μας ξεπερνάει, μας δίνει παρηγοριά και ελπίδα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ