Νέα στοιχεία που οδηγούν στην εκτίμηση ότι ο τύμβος Καστά της Αμφίπολης κατασκευάστηκε, τουλάχιστον αρχικά, προς τιμήν του Ηφαιστίωνα, του χιλίαρχου του εταιρικού ιππικού (και ναύαρχου), κατ’ εντολήν του Μεγάλου Αλεξάνδρου έδωσε σε ομιλία της στο ΑΠΘ η επικεφαλής της ανασκαφικής έρευνας κυρία Κατερίνα Περιστέρη. Επιγραφικά σήματα που αποδίδονται, κατά την ανασκαφική ομάδα, σε μονόγραμμα του μακεδόνα στρατηγού και εταίρου βρέθηκαν σε τρία σημεία (εντός του ταφικού μνημείου αλλά και στον περίβολο).

Αποτελούν ενδείξεις, κατά τους ερευνητές, σε συνδυασμό με ευρήματα λατρευτικού χαρακτήρα ότι το ταφικό μνημείο, η περίβολος και το λιοντάρι συγκροτούν ενιαίο σύνολο, το οποίο φέρει την υπογραφή του αρχιτέκτονα Δεινοκράτη και αφιερώθηκε στον Ηφαιστίωνα, μετά τον αφηρωισμό του.
Η επικεφαλής της ανασκαφής κυρία Περιστέρη και ο υπεύθυνος αρχιτέκτονας κ. Μιχάλης Λεφαντζής επισήμαναν ότι βρήκαν τρεις «επιγραφές», η μία εκ των οποίων αναγράφει: «Παρέλαβον Ηφαιστίωνος (Ηρώον)», το γραπτό οικοδομικό «συμβόλαιο» δηλαδή παραλαβής του μνημείου -μια πλούσια εργολαβία- από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο.
Το μονόγραμμα «ΑΝΤ» θεωρήθηκε από τους ανασκαφείς ότι αφορά τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο, αν και τέτοιου τύπου τυπικά μονογράμματα στους ορθοστάτες του περιβόλου υπήρχαν από την εποχή του Αντίγονου Γονατά μέχρι του Μονόφθαλμου. Όμως στην εποχή του Αντίγονου Γονατά, που ήταν μεταγενέστερη (πέθανε το 239 π.Χ.), δεν ήταν δυνατόν, σύμφωνα με τους ανασκαφείς, να κατασκευαστεί έναν τέτοιο τεράστιο έργο διότι δεν υπήρχαν χρήματα. Έτσι, σύμφωνα με τον κ. Λεφαντζή, κλείνει η χρονολογική ψαλίδα στα πέντε-έξι χρόνια μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου (323 – 319 π.Χ.) οπότε αρχίζει η οικονομική κάμψη και οι διάδοχοι διαμοιράζουν το κράτος του έλληνα στρατηλάτη στον Τριπαράδεισο (321 π.Χ.).
Η κυρία Περιστέρη ανέφερε πλήθος στοιχείων για το ταφικό συγκρότημα στον τύμβο Καστά και τόνισε τον χαρακτηρισμό του τάφου με τους τέσσερις θαλάμους, την κιβωτιόσχημη θήκη όπου υπήρχε νεκρός ή νεκροί ως «μοναδικό μακεδονικό ταφικό μνημείο». Επέμεινε σε ανασκαφικά δεδομένα τα οποία δείχνουν, σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, ότι υπήρχε «λατρεία ήρωα, νεκρού ή νεκρών». Πάντως είναι αξιοσημείωτο ότι έδωσε έμφαση πολλάκις σε στοιχεία, συμβολισμούς ή ευρήματα, που, όπως είπε, είναι σαν να «εκπέμπουν» το μήνυμα του «δυαδισμού». Αυτόν τον «δυαδισμό» εντόπισε στις Σφίγγες, στις «Καρυάτιδες» (Κόρες), στην απεικόνιση του ψηφιδωτού της αρπαγής της Περσεφόνης όπου υπάρχουν δύο άλογα –σε σύγκριση αντίστοιχου ψηφιδωτού, τη λεγόμενη «αρπαγή της Ελένης» στην Πέλλα, που ανήκει στην ίδια εποχή, τα άλογα ήταν τέσσερα. Πάντως η αναφορά της σε μία λεπτομέρεια αναμένεται να δώσει τροφή σε σενάρια που θέλουν να συνδέουν πιο στενά το ταφικό μνημείο και με τον Αλέξανδρο: Το ένα μάτι του ενός αλόγου στο άρμα του Πλούτωνα ήταν γαλάζιο με γυάλινη χάνδρα ενώ το άλλο του μάτι μαύρο…
Χρονολόγηση
Παρά το ότι η μελέτη των ευρημάτων και η έρευνα συνεχίζεται, η κυρία Περιστέρη στην ομιλία της έδωσε αναλυτικά δεδομένα για τη χρονολόγηση του ταφικού συγκροτήματος στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα. Παρέθεσε τα πειστήρια που, εδώ και καιρό, επιτρέπουν στην ανασκαφική ομάδα να διατυπώνει με σαφήνεια ότι το σύνολο στον Τύμβο Καστά της Αμφίπολης -περίβολος ταφικό μνημείο, λέοντας- είναι πρωιμότερο από τα ρωμαϊκά χρόνια.
Κλειδί είναι η ανασκαφική διερεύνηση, τα κινητά ευρήματα, οι ταυτίσεις αρχιτεκτονικών μελών που βρέθηκαν κοντά στον τάφο και στη γύρω περιοχή αλλά και η τεχνοτροπία των γλυπτών, του ψηφιδωτού αλλά και της γραπτής ζωφόρου (θριγκός) που υπήρχε στον τάφο. Κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικό το περιεχόμενο της απεικόνισης και η ερμηνεία του, ο τρόπος απόδοσης των χρωμάτων και η χρήση του υλικού. Στον χώρο όπου είναι το ψηφιδωτό και η ζωφόρος έχουν βρεθεί πολλά επιζωγραφισμένα μαρμάρινα μέλη χωρίς την παρεμβολή επιχρίσματος, κονιάματος.
Στον θριγκό η επιζωγράφιση γίνεται απευθείας πάνω στο μάρμαρο, όπως και στα ιωνικά επιστύλια, στους πλευρικούς τοίχους, κάτι που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, δείχνει πολύ πρώιμη κατασκευή. Η τοποθέτηση χρώματος απευθείας πάνω στο μάρμαρο είναι ως τεχνική πρωιμότερη από τους ύστερους ελληνιστικούς χρόνους, ίσως πρωιμότερη και από τους ελληνιστικούς χρόνους. Σε άλλο σημείο του ταφικού μνημείου έχει διαπιστωθεί μεταγενέστερη επισκευή, στην οποία υπάρχει τοποθέτηση επιχρίσματος, ενός συγκεκριμένου πάχους, και επιζωγράφιση πάνω στο στούκο. Τόσο η χρονολόγηση όσο και οι ενδείξεις για διαφορετικές οικοδομικές φάσεις αποτυπώνονται στην τέχνη, στη διάταξη των χώρων αλλά και στον τρόπο κατασκευής του τάφου.
Η ανασύνθεση της ζωφόρου
Είναι αξιοσημείωτο ότι έγινε ανασύνθεση κομματιών της ζωφόρου η οποία βρισκόταν στον τρίτο χώρο, εκεί που στο δάπεδο ήταν το βοτσαλοειδές ψηφιδωτό με την αρπαγή της Περσεφόνης -του 4ου π.Χ. αιώνα με βάση την τεχνοτροπία του και συγκριτικά παραδείγματα που ανέφερε-, και στην οροφή η διακόσμηση σε τετραχρωμία (κυανό, μαύρο, κίτρινο λευκό). Η απόδοση έγινε από τον κ. Λεφαντζή, που περιγράφει το περιεχόμενο του κομματιού στον βορινό τοίχο, σημειώνοντας ότι περιλαμβάνει τον νεκρό που είναι έφιππος με λεοντοκεφαλή και ένα κράνος πολεμιστή, ο ήρωας είτε σε μάχη είτε σε αρματοδρομία με τα όπλα του (φαρέτρα και θώρακας).
Σε άλλο κομμάτι αποδίδονται δύο υδρίες, μια Σφίγγα που πατά σε κίονα, δίπλα δύο Κένταυροι και στη μέση έναν ταύρο, ένδειξη εναγνισμού. Πρόκειται για μυθολογική σκηνή που ενδεχομένως να σχετίζεται με τον Διόνυσο. Σε άλλο σημείο της ζωφόρου υπάρχει ο δελφικός τρίποδας, μια λέμβος, στη μία πλευρά της οποίας την οδηγεί μια φτερωτή μορφή ενώ αντίστοιχη μορφή υπάρχει στην άλλη πλευρά. Ο μανδύας χαμηλά είναι πάνω από τη λέμβο ενώ μπροστά ένα πανί πάνω από τον ταύρο -«πιστοποίηση» ήρωα σε αυτό το σημείο- και παραδίπλα ένας ιππέας.
Στο κομμάτι της ζωφόρου στον ανατολικό τοίχο υπάρχει μορφή ανθρώπου ανακεκλιμένου χωρίς όμως οι ανασκαφείς να μπορούν να διευκρινίσουν ή να αποδώσουν αν είναι νεκρόδειπνο ή συγκέντρωση θεών. Παραδίπλα, δύο φτερωτές μορφές, ο Ύπνος και ο Θάνατος, ενώ και πάλι δεσπόζει κόκκινος μανδύας, κρατούν το ίδιο δελφικό τρίποδα. Επίσης απεικονίζεται και ένα κράνος.
Τα άλλα κομμάτια της ζωφόρου δεν έχουν «αναγνωστεί», χρειάζεται πρώτα καθαρισμός και συντήρηση. Όπως είπε η κυρία Περιστέρη, αναμένουν από την κεντρική υπηρεσία να στείλουν άτομα και να καθοδηγήσει και τη συντηρήτρια του Μουσείου της Αμφίπολης, αλλά «ακόμα περιμένουμε» σημείωσε χαρακτηριστικά.
Κινητά στοιχεία και επίχωση
Στοιχεία που «πιστοποιούν» λατρεία ήρωα, «του νεκρού ή των νεκρών», όπως είπε η κυρία Περιστέρη, στο ταφικό μνημείο αποτελούν μεταξύ άλλων υπολείμματα καύσης, καμένο αγγείο, αρυτήρας άβαφος (απαντάται από τον 4ο π.Χ. αι. ως τον 2ο π.Χ. αι. και χρησιμοποιείται για εναγνισμό, προσφορές). Κεραμεική βρέθηκε στην επίχωση σε όλους τους χώρους, ενώ νομίσματα χρονολογούνται από το τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αι. ως τους ρωμαϊκούς χρόνους.
Η επίχωση των χώρων έγινε από τους τελευταίους Μακεδόνες με σκοπό να προστατευθεί το μνημείο και τα σπουδαία γλυπτά του από κάθε λογής φύλα που εισέβαλλαν στην περιοχή, Θράκες, Ρωμαίοι κ.ά., μετά τον 2ο π.Χ. αι.
Ο λέων

Σύμφωνα με τον υπεύθυνο αρχιτέκτονα της ανασκαφής, ο λέοντας της Αμφίπολης βρισκόταν στην κορυφή του τύμβου και αποτελεί μνημείο το οποίο τυπολογικά ομοιάζει με αντίστοιχα μνημεία με λιοντάρι στα Εκβάτανα, τόπο θανάτου του Ηφαιστίωνα, και στην Αλεξάνδρεια, όπου έχει βρεθεί επιγραφή παραγγελία του εταίρου Κλεομένη για την κατασκευή του κατ’ εντολήν του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος είχε ζητήσει να αναγράφεται το όνομα του Ηφαιστίωνα.
Ο κ. Λεφαντζής καταλήγοντας στην εισήγησή του επισήμανε ότι ο Αντίγονος ο Μονόφθαλμος και ο Δεινοκράτης είχαν «κοινό εφαλτήριο να συνεχίσουν το όραμα του Αλεξάνδρου, ο ένας το πολιτικό και ο άλλος το αρχιτεκτονικό». Παρατήρησε ότι ο Δεινοκράτης μετά τον θάνατο του Ηφαιστίωνα ανέλαβε πολυδάπανα έργα και με εντολή του έλληνα στρατηλάτη έστησε ηρώα στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο στην Αλεξάνδρεια (σε δύο σημεία, στον Φάρο και στην Κανωπική οδό) και αλλού.
Ο κ. Λεφαντζής έκλεισε με ερώτημα μήπως η ταφή του έγινε στο ένα από αυτά τα δύο ηρώα στην Αλεξάνδρεια ή… αλλού;