«Σάββατο 25 Ιουλίου 1914. Το πρωί έπαιξα στον κήπο με τηνPatκαι τη Nora, τα δύο αρκουδάκια μου…»

«Πέμπτη 17 Αυγούστου 1914.Μετά το τσάι πήρα τηνΠατκαι τηNόρα για μια βόλτα».
Τα παραπάνω αποσπάσματα προέρχονται από το ημερολόγιο της Καθλίν Ελεονόρα Φίλιπς, ενός εννιάχρονου κοριτσιού από την Οξφόρδη, που αγαπούσε πολύ όχι τις κούκλες της, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά τα αρκουδάκια της, τον «μαύρο» Πατ και την «άσπρη» Nόρα. Αυτά τα ιδιαίτερα αρκουδάκια που φτιάχτηκαν το 1910 στη Γερμανία, καθώς και περισσότερα από εκατό σπάνια και πολύτιμα παιχνίδια από όλον τον κόσμο, περιλαμβάνει η έκθεση «Toy Stories» που φιλοξενείται στο Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος από τον Δεκέμβριο του 2014. Η συλλογή παιχνιδιών της έκθεσης καλύπτει χρονολογικά την περίοδο από τον 17ο ως τα μέσα του 20ού αιώνα. Εχει πιστοποιηθεί από μεγάλους οίκους δημοπρασιών και από ειδικούς εμπειρογνώμονες παγκοσμίως ως μία από τις μεγαλύτερες του κόσμου τόσο σε αξία και σε όγκο όσο και σε ποιότητα και αρτιότητα κατηγοριών.
Η έκθεση χωρίζεται σε 11 κατηγορίες: κούκλες, αρκουδάκια, οχήματα, τσίγκινα παιχνίδια, κινηματογραφικά και τηλεοπτικά παιχνίδια, επιτραπέζια, παιχνίδια με αυτοματισμούς, στρατιωτάκια, μινιατούρες, παιχνίδια κατασκευής και ελληνικά παιχνίδια. Οι επισκέπτες της έκθεσης, η οποία θα διαρκέσει ως το καλοκαίρι (ίσως συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά), έχουν τη δυνατότητα να μάθουν για την ιστορία των παιχνιδιών και τα υλικά κατασκευής τους, καθώς και μικρά μυστικά των συλλεκτών, όπως πόσο σημαντικό είναι αν διασώζεται το κουτί του παιχνιδιού ή τι σημαίνει αν μια κούκλα φορά τα αυθεντικά της ρούχα.

«Στο τελευταίο κομμάτι της έκθεσης τα παιδιά μπορούν να παίξουν φιδάκι»
μας πληροφορεί η μουσειοπαιδαγωγός Νίκη Ελευθεροπούλου. Τα παιχνίδια προέρχονται από τη συλλογή του Ιδρύματος ΣΟΦΙΑ (Σύνδεσμος Οργανωμένων Φιλολογικών και Ιστορικών Αρχείων) το οποίο δραστηριοποιείται από το 2003 τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο και είναι ένας φορέας πολιτισμού που φιλοδοξεί να συντελέσει στη διεύρυνση της μελέτης και της έρευνας και να αποτελέσει πόλο έλξης ακαδημαϊκών, συλλεκτών και φίλων των τεχνών και των γραμμάτων. Ενας από τους βασικούς στόχους του είναι η διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς μέσα από τεκμήρια και διδάγματα της Ιστορίας, καθώς και η προαγωγή της δημιουργικής και ελεύθερης έκφρασης των παιδιών. Το κοινό της έκθεσης δεν αποτελείται μόνο από παιδιά αλλά και ενηλίκους. Αλλωστε, όπως έγραψε ο ολλανδός ιστορικός του πολιτισμού Γιόχαν Χοϊζίνγκα στο βιβλίο του O άνθρωπος και το παιχνίδι (Homo Ludens): «Το παιχνίδι δεν μπορεί κανείς να το αρνηθεί». Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ενθουσιάζονται καθώς θυμούνται τον εαυτό τους ως παιδί, ενώ τα παιδιά μπαίνουν στη διαδικασία να συγκρίνουν τα δικά τους παιχνίδια με αυτά που βλέπουν στην έκθεση και να εντοπίσουν ομοιότητες και διαφορές.
Η κούκλα με τη μεγαλύτερη προίκα

Η Blondine είναι μια πολύ σπάνια κούκλα, κατασκευασμένη το 1865 από την περίφημη Mαντάμ Ρομέρ που έφτιαχνε κούκλες στη Γαλλία την περίοδο 1857-1880. Η αυθεντικότητά της πιστοποιείται από την πράσινη ωοειδή σφραγίδα της Mαντάμ Ρομέρ που έχει αποτυπωμένη στο σώμα της. Το κεφάλι της είναι κατασκευασμένο από ματ πορσελάνη, ενώ φέρει στοιχεία από μέταλλο και σπάνια γουταπέρκα. Μάλιστα, «τη βλέπουμε να διαβάζει περιοδικό για κούκλες», όπως μας λέει η κυρία Ελευθεροπούλου.
Κύριο χαρακτηριστικό της μοντέρνας αυτής κούκλας είναι τα πολλά «προικιά» που έχει μαζί της, τα οποία βρίσκονται μέσα στο δικό τους θολωτό μπαούλο. Η… ιδιαίτερη γκαρνταρόμπα της περιλαμβάνει πολλά, εξαιρετικά μοντέρνα ρούχα, καθώς και ξεχωριστά αξεσουάρ, μεταξύ των οποίων βρίσκεται μια κόκκινη μαροκινή θήκη αλληλογραφίας με τρεις χειρόγραφες επιστολές από και προς την «Blondine» και ένα ζευγάρι ματογυάλιαPince-Nez. Η Blondine δόθηκε ως δώρο γενεθλίων το 1867 στηνΜπλανς Ματίλντ Moντγκολφιέ, που έκλεινε τα δέκα της χρόνια, κόρη τουLaurent Pierre Montgolfier, του ιδρυτή της γαλλικής εταιρείας κατασκευής χαρτιώνCanson&Montgolfier.
Από τις αρχές του 18ου αιώνα

Μια κούκλα και πάλι, αυτή τη φορά κατασκευασμένη στην Αγγλία, από ξύλο, είναι το παλαιότερο παιχνίδι που διαθέτει η συλλογή, μια και χρονολογείται στα τέλη του 17ου – αρχές του 18ουαιώνα. Μόνο 23 ξύλινες κούκλες από την ίδια περίοδο διασώζονται στον κόσμο. Είναι ζωγραφισμένη με πολλή προσοχή και λεπτομέρειες για τον καλλωπισμό της, ενώ έχει «καρφωμένα» ξανθά μαλλιά που είναι πιασμένα στο πίσω μέρος με μια μεταλλική αγκράφα. Το σώμα της είναι ζωγραφισμένο επίσης και καλύπτεται από αυθεντικά ρούχα. Η κούκλα έχει περάσει από πολλές οικογένειες στη διάρκεια της ιστορίας της. Στις αρχές του 18ου αιώνα η οικογένεια Γουέτζμπορο, από την οποία προέρχεται η κούκλα, συνεργαζόταν με την οικογένεια Hope αφού και οι δύο ασχολούνταν με το εμπόριο ξυλείας και είχαν επιχειρηματική δραστηριότητα στο Αμστερνταμ. Θεωρείται πως εκείνη την εποχή η κούκλα αυτή ταξίδεψε στο Αμστερνταμ.
Ανάμεσα στα παιχνίδια κρύβεται μια διάσημη φιγούρα, ο Τζέιμς Μποντ. Δίπλα του δεν θα μπορούσε να λείπει το αυτοκίνητο-σήμα κατατεθέν του, η Aston Martin. Αυτό το μοντέλο, παρά το γεγονός ότι κινείται με μπαταρίες, διαθέτει όλα εκείνα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά του αυτοκινήτου του 007, όπως κάθισμα εκτίναξης, αλεξίσφαιρο, πολυβόλα και αναστρεφόμενες πινακίδες κυκλοφορίας. O Τζέιμς Μποντ και το αυτοκίνητό του ανήκουν στην κατηγορία των κινηματογραφικών παιχνιδιών τα οποία δημιουργήθηκαν στο πλαίσιο της προώθησης ταινιών.
Μπορεί να μη γνωρίζουμε πόσο κόστιζε η φιγούρα του Μποντ, ωστόσο ξέρουμε σίγουρα ότι κάποτε υπήρχαν τα penny toys ή αλλιώς παιχνίδια που κόστιζαν μία πένα. Παρά τα ευτελή υλικά από τα οποία κατασκευάζονταν και την ταπεινή τους αξία, που τα έκανε όμως προσιτά σε κάθε παιδί, τα παιχνίδια αυτά ήταν φτιαγμένα με πολύ μεράκι και πολλή προσοχή στη λεπτομέρεια. Το μέγεθός τους δεν ήταν μεγαλύτερο από πέντε ίντσες και κατασκευάζονταν στην Ευρώπη από το 1889 ως το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα τα παιχνίδια αυτά είναι συλλεκτικά και η τιμή τους εκτινάσσεται στα ύψη.
«Το δικό μου αγαπημένο παιχνίδι»

Στο πλαίσιο της έκθεσης θα πραγματοποιηθεί ένα εμβόλιμο εκπαιδευτικό πρόγραμμα για παιδιά 5 ως 12 ετών με τίτλο «Το δικό μου αγαπημένο παιχνίδι. Τα μυστικά και η ιστορία του».

«Το concept είναι να έρθει εδώ το κάθε παιδί έχοντας μαζί το αγαπημένο του παιχνίδι. Μέσα από μια βόλτα στην έκθεση, με έμφαση στις ιστορίες που κρύβουν τα παιχνίδια, τα σημερινά παιδιά θα μπορέσουν να φτιάξουν και αυτά ιστορίες σε σχέση με τα παιχνίδια τους και να τις εντάξουν σε ένα φανταστικό πλαίσιο»
μας λέει η κυρία Ελευθεροπούλου.
Ουσιαστικά τα παιδιά θα φωτογραφηθούν με τα αγαπημένα τους παιχνίδια και στη συνέχεια η φωτογραφία αυτή θα γίνει η αφορμή για ένα εικαστικό έργο που θα φτιάξουν τα ίδια τα παιδιά χρησιμοποιώντας διάφορα υλικά.
Ονόματα και παρατσούκλια
Ξέρατε ότι η Μπάρμπαρα, από την οποία πήρε το όνομά της η διάσημη Barbie, ήταν η κόρη των δημιουργών της εταιρείας κατασκευής της κούκλας, της Mατέλ; Οι γονείς της μικρής Μπάρμπαρα την έβλεπαν να παίζει με κούκλες που ήταν μωρά ενώ εκείνη ήθελε κάτι από τον κόσμο των ενηλίκων. Ετσι, εμπνεύστηκαν την πιο γνωστή κούκλα στην ιστορία των παιχνιδιών. Η έκθεση περιλαμβάνει κούκλες Barbie από όλον τον κόσμο, ακόμη και μια γνήσια Ελληνίδα ντυμένη με τη στολή της «Αμαλίας».
Μια άλλη ιστορία μάς ταξιδεύει στην Αμερική, τότε που πρόεδρός της ήταν ο Θίοντορ Ρούζβελτ. Ο «Tέντι», όπως ήταν το χαϊδευτικό του προέδρου, συμμετείχε σε έναν αγώνα κυνηγιού αρκούδας. Εκεί του έφεραν να σκοτώσει μια αρκούδα ώστε να δείξει ότι πέτυχε κάποιο αποτέλεσμα στον αγώνα. Εκείνος αρνήθηκε και αυτή η ιστορία ενέπνευσε τους κατασκευαστές παιχνιδιών στις Ηνωμένες Πολιτείες να ονομάσουν όλα τα λούτρινα παιχνίδια με βάση το όνομά του.
Επίσης, ο επισκέπτης της έκθεσης μπορεί να ανακαλύψει ακόμη και την προέλευση της ονομασίας ορισμένων παιχνιδιών. Για παράδειγμα, όπως μας πληροφορεί η κυρία Ελευθεροπούλου, το carousel «έχει πάρει το όνομά του από τη ιταλική λέξη carosello που σημαίνει μικρή μάχη». Αυτή η μάχη γινόταν κατά την προπόνηση των ιπποτών, οι οποίοι έμπαιναν σε κύκλο και χτυπούσαν ο ένας τον άλλον με μια μπάλα προκειμένου να αποκτήσουν ισορροπία.
Από την άλλη, η λέξη «ρομπότ» προέρχεται από τη σλαβική λέξη«robota»που σημαίνει εργασία. Καθιερώθηκε ως όρος με τη σημερινή του έννοια το 1920 από τον τσέχο θεατρικό συγγραφέαΚάρελ Τσάπεκστο έργο του «Διεθνικά ρομπότ του Ρόσουμ» (Rossum’s Universal Robots), όπου σατιρίζει την εξάρτηση της κοινωνίας από τους μηχανικούς εργάτες, τα ρομπότ δηλαδή, που τελικά εξοντώνουν τους δημιουργούς τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ