«Μετάφραση: Οδυσσέας Ελύτης» γράφουν η ταμπέλα και το πρόγραμμα τόσο στις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ όσο και στον «Κύκλο με την κιμωλία» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, δύο έργα που παίζονται αυτή την εποχή στην Αθήνα, το πρώτο στο Μικρό Ρεξ, παραγωγής Εθνικού, και το δεύτερο στο Παλλάς. Μεταφραστής θεάτρου ο έλληνας νομπελίστας ποιητής, έβαλε την υπογραφή του σε τρία έργα συνολικά –των δύο προαναφερθέντων προηγείται η «Οντίν» (ή «Νεράιδα») του Ζαν Ζιροντού.
Με δεδομένο το «ενδιαφέρον του Ελύτη για κάθε γραφή τέχνης του λόγου», όπως επισημαίνει η ποιήτρια Ιουλίτα Ηλιοπούλου, δεν θα έπρεπε να μας εντυπωσιάζει η μεταφραστική του πλευρά. Και ας μπήκε στη ζωή του «κατά παραγγελία».
«Αφοσιωμένος καθώς ήταν στην ποιητική τέχνη, έκανε αυτές τις τρεις μεταφράσεις κατόπιν παραγγελίας του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης» εξηγεί η κυρία Ηλιοπούλου. Και συνεχίζει: «Η αλληγορία και το ποιητικό θέατρο του Ζιροντού ήταν πιο κοντά στην ιδιοσυγκρασία του. Η «Οντίν» ή «Νεράιδα» όπως ανέβηκε, ένα έργο σαν ονειρόδραμα, εμπεριέχει την ποιητική του νοοτροπία καθώς και κοινά στοιχεία, όπως η αλληγορία, το παιχνίδι, η σημειολογία και οι ποιητικές δομές». Και προσθέτει: «Επιπλέον, από προσωπικές αφηγήσεις, μπορώ να σας πω ότι είχε αδυναμία στη Βάσω Μανωλίδου, που ερμήνευσε τη Νεράιδα».
Αιρετική από δύο πλευρές
Στον «Κύκλο με την κιμωλία» που ακολούθησε, η μετάφραση δεν έγινε από την πρωτότυπη, γερμανική, γλώσσα, αλλά από την ενδιάμεση, γαλλική. Το εξηγεί ο ίδιος ο Οδυσσέας Ελύτης στο εισαγωγικό κείμενο της έκδοσης απ’ όπου και το απόσπασμα με τίτλο «Bertolt Brecht» (εκδόσεις Υψιλον).
«Αιρετική, από δύο πλευρές, είναι η μετάφραση αυτή. Πρώτα πρώτα, επειδή έγινε όχι από το πρωτότυπο αλλά από τη γαλλική απόδοση των Αrmand Jacob και Édouard Pfrimmer. Αυτήν μου είχε παραγγείλει ο Κάρολος Κουν, όταν αποφάσισε να παρουσιάσει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα έργο του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Και ύστερα, επειδή τα μέρη που είναι γραμμένα σε στίχους έχουν αποδοθεί εντελώς ελεύθερα, έτσι ώστε να δεθούν με τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.
Ελπίζω να μου συγχωρεθεί που δίνω, παρ’ όλα αυτά, στη δημοσιότητα την εργασία αυτή. Φίλοι γερμανομαθείς με διαβεβαιώνουν ότι το πνεύμα του Μπρεχτ δεν προδίδεται σε κανένα σημείο. Από τη δική μου τη μεριά πάλι, ομολογώ ότι το έργο το αγάπησα πολύ. Το παραμυθένιο του υπόβαθρο και οι βαθύτατα ανθρώπινες πλευρές του μου έδωσαν μια χαρά που θα ήθελα, μέσ’ από τη δική μου αίσθηση, να τη μεταδώσω και στους αναγνώστες».
Τρίτο, χρονολογικά, «Οι δούλες» του Ζαν Ζενέ, μια μετάφραση-παραγγελία και πάλι του Θεάτρου Τέχνης (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Υψιλον). «Ο Ελύτης είχε έρθει στις πρόβες μαζί με δύο φίλες του» θυμάται σήμερα η Ρένη Πιττακή, η Σολάνζ της παράστασης του ’67. «Αν και έχουν περάσει τόσα χρόνια, θυμάμαι ότι υπήρχε μια αίσθηση στο κείμενό του. Οπως και μια αίσθηση από την παρουσία του».
Αν και εκ πρώτης όψεως Ζενέ και Ελύτης διακρίνονται για τις διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες τους, η ποίηση αποδεικνύεται ο συνδετικός τους κρίκος. «Γιατί και οι δύο κινούνται στα άκρα, έστω και με διαφορετικό τρόπο. Κοινό τους σημείο η εναντίωση με την πραγματικότητα, έστω και με άλλο κοίταγμα ο καθένας. Αγγίζουν ένα απώτατο σημείο» έρχεται να προσθέσει εύστοχα η Ιουλίτα Ηλιοπούλου.
Δύο παραστάσεις στην Αθήνα
Εχοντας διαβάσει τις «Δούλες» στο πρωτότυπο, η Λένα Παπαληγούρα είναι ευτυχής που μιλάει τη γλώσσα του Ελύτη στην παράσταση. «Είναι υπέροχη μετάφραση. Είναι η συνάντηση δύο ποιητών» λέει και προσθέτει ότι «υπέροχη είναι και η μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη –η καθεμία στο είδος της».
Το κείμενο είναι για την ηθοποιό καθοριστικής σημασίας: Ερμηνεύει τη Μαντάμ, πλάι στη Μαρία Κίτσου (Κλερ) και στη Ραφίκα Σαουίς (Σολάνζ), στη σκηνοθεσία του Μπρους Μάγερς στο Μικρό Ρεξ του Εθνικού. «Η μετάφραση του Ελύτη σε ωθεί στον ρυθμό του Ζενέ. Σε ωθεί στο να χρησιμοποιήσεις τον λόγο προς όφελος της κατασκευής του ρόλου. Σου δίνει κλειδιά για την ερμηνεία, για την ουσία του πράγματος. Η Μαντάμ είναι ένας συμπυκνωμένος ρόλος, καταιγιστικός. Πρέπει να μπει στη σκηνή και να σαρώσει. Η μετάφραση λοιπόν του Ελύτη με βοήθησε πολύ στον ρόλο μου, με οδήγησε. Κι είναι τόσο σημερινή. Τη δούλεψα πολύ γιατί ήθελα να απλωθεί, να ακουστεί. Και, όπως και να το κάνουμε, νιώθεις αλλιώς όταν κάνεις θέατρο στη γλώσσα του Ελύτη».
«Οταν έχεις στα χέρια σου μια μετάφραση του Ελύτη, νιώθεις το βάρος και την ευθύνη. Ο χειρισμός σου πρέπει να γίνει με γνώση και σεβασμό» λέει ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης. «Η παρουσία του Ελύτη εγγράφεται ιδίως στα λυρικά κομμάτια, στα αφηγηματικά και στα στιχουργικά, στον ομοιοκατάληκτο στίχο, που στον «Κύκλο» κατέχουν μεγάλο κομμάτι από το έργο».
Επί σκηνής ποίηση
Ποιητής και μεταφραστής του θεάτρου, ο Στρατής Πασχάλης γράφει για τον «ομότεχνό» του Οδυσσέα Ελύτη.
Ποιητής και μεταφραστής του θεάτρου, ο Στρατής Πασχάλης γράφει για τον «ομότεχνό» του Οδυσσέα Ελύτη.
«Το θέατρο και η ποίηση είναι αλληλένδετα. Ενας ποιητής που μεταφράζει, διασκευάζει, γράφει θέατρο, ουσιαστικά μπαίνει στον αληθινό ρόλο του. Τον αρχέτυπο. Υπηρετεί τον έντεχνο προφορικό λόγο. Τι άλλο ήταν η ποίηση στην αρχαιότητα; Ασμα, ομιλία και δρώμενο. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που ο Ελύτης, πολύ πριν το Νόμπελ, κρίθηκε από το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης ο αρμοδιότερος για να μεταφράσει μοναδικά αυτά τα τρία έργα. Ούτε είναι τυχαία η θρυλική σταδιοδρομία του Λόρκα στην ελληνική σκηνή (Κουν) και στην ελληνική μουσική (Χατζιδάκις), χάρη στην αξεπέραστη αναδημιουργική συμβολή ενός μάγου όπως ο Γκάτσος.
Θεατρικός λόγος σημαίνει μουσικός λόγος. Λόγος με τονικότητα και πνοή. Λόγος που γίνεται ρυθμός και εικόνα. Ποιος αρμοδιότερος, λοιπόν, όχι μόνο για να αποκαλύψει βαθύτερα, δηλαδή να αποδώσει καίρια, ένα θεατρικό κείμενο, αλλά και να το αναδείξει σαν αυθεντικό γλωσσικό γεγονός; Φυσικά ένας ποιητής. Ο μόνος που διαθέτει τις κεραίες για να νιώσει τις λεπτές εκφραστικές αποχρώσεις και την κρίσιμη σημασία τους και να τις αναπλάσει δημιουργικά. Εφόσον, στο τέλος, εκείνο που θα πρέπει να υπερισχύει στη σκηνή είναι το κείμενο. Η περίφημη τοποθέτηση του κειμένου στον χώρο. Και μόνο αυτό. Αφού η σκηνοθεσία δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσον. Σήμερα, ωστόσο, η σκηνοθεσία, αναβαθμισμένη, και πολύ σωστά, από το σύγχρονο θέατρο, τείνει να υποκαταστήσει, στα μάτια του κοινού, οτιδήποτε αφορά την παράσταση. Πράγμα επικίνδυνο για την αλήθεια αλλά και την ουσία του θεάτρου. Χωρίς δραστική μεταφραστική ανάγνωση, λόγου χάρη, δεν υπάρχει σκηνοθετική ανάγνωση του κειμένου. Πολλά που θεωρούνται σκηνοθετικά επιτεύγματα, οφείλονται στη μεταφραστική ή διασκευαστική συμβολή του λογοτέχνη συντελεστή».
Οι ρόλοι στο θέατρο
Σεπτέμβριος 1955: Μεταφράζει την «Οντίν» («Odine») του Ζαν Ζιροντού για το Εθνικό Θέατρο.
5 Ιανουαρίου 1956: Πρεμιέρα της παράστασης με τον τίτλο «Νεράιδα», σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολομού και μουσική Αργύρη Κουνάδη. Η Βάσω Μανωλίδου ερμηνεύει τον κεντρικό ρόλο.
24 Ιανουαρίου 1957: Το Θέατρο Τέχνης ανεβάζει τον «Κύκλο με την κιμωλία» σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν, σκηνικά-κοστούμια Γιώργου Βακαλό και μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Με τη Αναστασία Πανταζοπούλου στον ρόλο της Γρούσα.
1967: Το Θέατρο Τέχνης ανεβάζει τις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Χατζημάρκου. Με τις Εκάλη Σώκου, Μαρίνα Γεωργίου, Ρένη Πιττακή.
1978: «Οι Δούλες» στο ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά. Με τις Ελεάνα Απέργη, Λίνα Λαμπράκη και Γεωργία Εμμανουήλ.
1991: «Οι Δούλες» (ξανά) στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Κοραή Δαμάτη. Με τις Αντιγόνη Βαλάκου, Βέρα Ζαβιτσιάνου, Κατερίνα Χέλμη.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ