Τη μετεμφυλιακή Ελλάδα θα αναβιώσει το έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», το οποίο θα ανέβει στη σκηνή του θεάτρου Μπάντμιντον από τις 18 Μαρτίου έως τις 5 Απριλίου. Πρόκειται για ένα από τα εμβληματικότερα έργα του μεγάλου Έλληνα δημιουργού, σε μία ανανεωμένη εκδοχή, που επεξεργάστηκε ο ίδιος ο συνθέτης, σε σκηνοθεσία Θανάση Παπαγεωργίου.
Το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» είναι μία λαϊκή τραγωδία, εμπνευσμένη από τον εμφύλιο αλληλοσπαραγμό που ξέσπασε μετά από την εθνική εποποιία κατά του φασισμού. Πενήντα χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του και 15 χρόνια μετά την πρώτη του «συνάντηση» με το έργο, ο Θανάσης Παπαγεωργίου επανέρχεται σε αυτό και το προσεγγίζει, εκ νέου, με μία σύγχρονη ματιά.
Γι αυτήν τη παραγωγή, ο συνθέτης δημιούργησε μία εντελώς καινούργια εκδοχή, επιχειρώντας μία συνομιλία με το παρόν και προσθέτοντας μία ολόκληρη πράξη. Η πρώτη πράξη ασχολείται με τη σκοτεινή περίοδο, πριν και μετά τα Δεκεμβριανά, ενώ ο συνθέτης ενσωματώνει τα πρώτα τραγούδια από τα «Λυρικά» σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη.
«Όταν παρουσίασα τον «Νεκρό Αδελφό» οι μνήμες ήταν ακόμα νωπές» ανέφερε για την πρώτη παρουσίαση του έργου ο Μίκης Θεοδωράκης, ενθυμούμενος και άλλα γεγονότα της εποχής, τα οποία μοιράστηκε με τους δημοσιογράφους. «Είχαν περάσει δώδεκα χρόνια από το τέλος του Εμφυλίου και δεν χρειάζονταν επεξηγήσεις, γιατί ο κόσμος γνώριζε… Όταν ήρθε σε μένα ο Μιχάλης (Αδάμ), μου έδωσε το έναυσμα -αν και δεν ήμουν πολύ καλά- να γράψω μέσα σε τρεις μέρες μία νέα ολόκληρη πράξη, την πρώτη, έτσι ώστε να μάθει ο κόσμος ποια είναι αυτή η μάνα, ποιος είναι ο Νικολός και ο Παύλος» σημείωσε, μεταξύ άλλων.
Ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρθηκε σε δηλώσεις του και στην τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα. Μεταξύ άλλων σημείωσε ότι «Είμαστε μια γενιά των ορθίων, είμαι από τη γενιά των ορθίων. Είμαστε ατίθασος λαός και αυτό φάνηκε από τη στάση του Βαρουφάκη προς τον Ντάισελμπλουμ. Είμαστε ανώτεροι από τους Ευρωπαίους. Ο λαός μας έχει μεγάλο μουσικό πλούτο». Σημείωσε επίσης σε κάποιο σημείο ότι θέλει να γραφτεί ότι πολέμησε τον Δεκέμβρη του ’44.
Ο συνθέτης αναφέρθηκε και στη γνωριμία του με τον Μάνο Χατζιδάκι, «Η επίδραση του Μάνου πάνω μου ήταν καταλυτική», είπε χαρακτηριστικά, ενώ μίλησε και για τη «συνωμοσία» και την απομάκρυνση που δέχτηκε από το οικογενειακό περιβάλλον του μουσικοσυνθέτη λίγο πριν φύγει από τη ζωή. «Ήθελα να τον δω έστω και πεθαμένο. Είδα τον Μάνο σε ένα τραπέζι με το στόμα και τα μάτια ανοιχτά. Είπα να του κλείσουν το στόμα, τα μάτια του όμως ήταν σαν ζωντανά όταν με κοιτούσαν. Του είπα καλή αντάμωση και έφυγα». Η παράσταση
Τα «Λυρικά» που πρόσθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης στη νέα επεξεργασία του έργου, αν και γράφτηκαν το 1977, συντροφεύουν με αρμονία την αφήγηση και τις μαρτυρίες του συγγραφέα Θεοδωράκη για τη μεταπολεμική και προεμφυλιακή Ελλάδα των Δεκεμβριανών, της προδοσίας, των ψεύτικων και αληθινών αντιθέσεων. Τα «Λυρικά» είχαν την ιδιαιτερότητα να γραφτεί πρώτα η μουσική και μετά οι στίχοι από τον ποιητή και «συντοπίτη» του Μίκη Θεοδωράκη στη Μακρόνησο, Τάσο Λειβαδίτη. Τα πρωτοτραγούδησε ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης και ηχογραφήθηκαν ζωντανά στον Λυκαβηττό το 1977.
Το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» γράφτηκε το 1961 και περιλαμβάνει οκτώ λαϊκά τραγούδια, σε μουσική και στίχους του συνθέτη (πλην ενός, τους στίχους του οποίου έγραψε ο Κώστας Βίρβος). Το έργο είναι ένας ύμνος στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τη συλλογική ανάγκη για μνήμη. Ταυτόχρονα, αποτελεί ένα κάλεσμα σε εθνική ομοψυχία, σκύβοντας με συγκλονιστική ωριμότητα πάνω στις πληγές του Εμφυλίου, οι οποίες την εποχή που γράφτηκε ήταν ακόμα ανοιχτές.
Άλλωστε, ο ίδιος ο συνθέτης έχει δηλώσει: «Με το «Τραγούδι του νεκρού αδελφού» ταυτίζομαι περισσότερο από ό,τι με οποιοδήποτε άλλο έργο μου, από κάθε άποψη, μουσική, ανθρώπινη, βιωματική, αγωνιστική και προπαντός «ελληνική» μιας και ο Εμφύλιος βύθισε την Ελλάδα στα δάκρυα, στο αίμα και στη δίχως τέλος δοκιμασία».
Η παράσταση στο θέατρο Μπάντμιντον ανεβαίνει από έναν σημαντικό θίασο, σε σύνολο 50 ηθοποιών, τραγουδιστών, χορευτών και μουσικών, που περιλαμβάνει σπουδαίες προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου και πενταγράμμου.
Τους βασικούς ρόλους ερμηνεύουν η Λήδα Πρωτοψάλτη, ο Κώστας Αρζόγλου, ο Νίκος Αρβανίτης, ο Χρήστος Πλαίνης, η Εύα Καμινάρη, η Στέλλα Γκίκα και ο Χρήστος Κάλοου. Τα «Λυρικά» ερμηνεύουν ο Κώστας Θωμαΐδης, η Καλιόπη Βέτα και η Μπέτυ Χαρλαύτη, συνοδευόμενοι από μία κιθάρα και ένα ακορντεόν σε μία νέα ενορχήστρωση του Γιάννη Μπελώνη, σύμφωνα με την επιθυμία και έμπνευση του Μίκη Θεοδωράκη. Στον εξέχοντα ρόλο του λαϊκού τραγουδιστή ο Κώστας Μακεδόνας, ο οποίος ερμηνεύει τα αθάνατα τραγούδια του έργου. Μαζί τους η «Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης» υπό τον Γιάννη Μπελώνη, ο οποίος παραγματοποίησε τις ενορχηστρώσεις, με την καθοδήγηση του Μίκη Θεοδωράκη.
Οι τιμές των εισιτήριων είναι οι εξής: Α’ Ζώνη: 32 ευρώ, Β’ Ζώνη: 24 ευρώ, Γ’ Ζώνη: 18 ευρώ, Δ’ Ζώνη: 12 ευρώ και 8 ευρώ.