Η έκθεση στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο για τον Θεοτοκόπουλο αποτελεί το καλύτερο μνημόσυνο για τον Δημήτρη Κωνστάντιο, ακόμη και αν δεν είναι εις μνήμην του.
Και τούτο διότι μια μεγάλη διεπιστημονική ομάδα δούλεψε αγαστά και με πάθος, όπως ο Δημήτρης ήξερε να εμπνέει, έκανε μια εξαιρετική μουσειολογικά έκθεση –την καλύτερη για τον Θεοτοκόπουλο αυτή τη στιγμή -, μια έκθεση που ερμηνεύει και καθοδηγεί φιλικά τον επισκέπτη στα μονοπάτια της μύησης, όπως ο Δημήτρης έκανε με τις εκθέσεις στο μουσείο που ο ίδιος ανάστησε, έκανε μια πληρέστατη και επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση για τον μεγάλο ζωγράφο μόνο με τρία έργα του, στον δρόμο που και πάλι ο Δημήτρης είχε δείξει, αναζητώντας από τα λίγα και λιγότερο φανταχτερά τα πολλά.
Είναι μια έκθεση για τον Θεοτοκόπουλο όπου για πρώτη φορά επιχειρείται να καταδειχθεί ολόκληρο το σύνθετο κοινωνικό, πολιτισμικό και ιδιαίτερο καλλιτεχνικό πλαίσιο της Κρήτης μέσα στο οποίο ο Δομήνικος διέπλασε την καλλιτεχνική του προσωπικότητα και το οποίο βρίσκεται πίσω από τις αισθητικές επιλογές του. Ετσι στη συνέχεια ο επισκέπτης, με γνώση και τα στέρεα εργαλεία που του παρέχονται στην πορεία της έκθεσης, μπορεί να επικεντρωθεί στα ίδια τα έργα του Θεοτοκόπουλου. Μάλιστα, με τη βοήθεια απτών μαρτυριών (χαρακτικών, εντύπων με χειρόγραφες σημειώσεις του, έργα άλλων καλλιτεχνών) που εκτίθενται παράλληλα με τα αυθεντικά έργα του καλλιτέχνη, ο ευτυχής θεατής μπορεί να αντιληφθεί τις εικαστικές αναφορές του ζωγράφου, να ερμηνεύσει τις στυλιστικές επιδιώξεις του και να προσεγγίσει όλη τη διαδικασία των εικαστικών ανατροπών του προτού καταλήξει στο γνωστό του στυλ.
Οι τρεις ενότητες


Η έκθεση αναπτύσσεται σε τρεις ενότητες και σε δύο διαφορετικούς χώρους.

Η πρώτη, στο υπόγειο του νέου κτιρίου, με τίτλο Η Κρήτη τον 16ο αιώνα, παρουσιάζει τη σημασία της Κρήτης για τη Βενετία τον 16ο αιώνα και χαρτογραφεί την κοινωνική, ιδεολογική και οικονομική διάρθρωση του νησιού με εργαλείο τη σχέση πόλης – υπαίθρου. Η πρώτη υποενότητα είναι Η Κρήτη της Βενετίας που παρουσιάζει τη στρατηγική θέση της Κρήτης ως αποικίας της Γαληνοτάτης, τη σημασία του δικτύου λιμανιών και ειδικότερα του Χάνδακα στην οικονομική παντοδυναμία της Βενετίας, τη Nαυμαχία της Ναυπάκτου ως την τομή στη διαμάχη μεταξύ οθωμανών και χριστιανών για τον έλεγχο της Μεσογείου και τη Στρατιωτική Ισχύ που βασίζεται στον βενετικό στόλο.

Η δεύτερη υποενότητα, που είναι Η ύπαιθρος, αναφέρεται στην κοινωνική διαστρωμάτωση της Κρήτης, σε πάροικους απελεύθερους, ευγενείς και φεουδάρχες, καθώς και στο πλήθος των μικρών χωριών και των ναών που την κατέκλυζαν, όπως και στα μοναστήρια τα οποία απηχούν και τα δύο δόγματα, ορθοδόξων και καθολικών.
Η τρίτη υποενότητα, που είναι Η πόλη, αναφέρεται στην οχύρωση των πόλεων, στην αστική τους εικόνα, στις συντεχνίες των μαστόρων και τις θρησκευτικές αδελφότητες, στα μοναστικά τάγματα, στην Αντιμεταρρύθμιση και στις σχέσεις Καθολικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας, στις κοινωνικές συνθήκες, στο εμπόριο και στην οικοτεχνία που χρησιμοποιούν εξίσου το χρήμα και τον αντιπραγματισμό.
Η λογιοσύνη


Η δεύτερη ενότητα, στο παλιό κτίριο της Πλακεντίας, ασχολείται με τις Καταβολές του Θεοτοκόπουλου. Εξετάζει τη λιογιοσύνη του περιβάλλοντός του, τα μεγάλα αγιογραφικά εργαστήρια με τις παραγγελίες των περίφημων κρητικών εικόνων α λα μανιέρα γκρέκα και α λα μανιέρα λατίνα από την Ιταλία και τη Φλάνδρα ως την Ισπανία, το Σινά και το Αγιον Ορος, τα χαρακτικά πρότυπα που χρησιμοποιούσαν και το εικαστικό ιδίωμα του Γεώργιου Κλόντζα, συγχρόνου του Θεοτοκόπουλου.
Η τρίτη ενότητα, Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, επίσης στο κτίριο της Δούκισσας, αναφέρεται στον ίδιο τον ζωγράφο και την κοινωνική του θέση, επιχειρώντας στη συνέχεια μια αναλυτική υφολογική ερμηνεία με βάση τη μετάβαση από τον «Ευαγγελιστή Λουκά» στην «Προσκύνηση των Μάγων» και στην «Κοίμηση της Θεοτόκου». Πρόκειται για έργα της Κρητικής περιόδου του Θεοτοκόπουλου τα οποία συνδυάζουν σε διαφορετικό βαθμό στοιχεία και τους δύο «τρόπους» των κρητικών ζωγράφων.
Το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο με την έκθεση αυτή απέδειξε ότι έχει αναδειχθεί σε ένα από τα καλύτερα μουσεία που έχουμε, χωρίς τη χρεία θησαυρών και αριστουργημάτων. Με τρία μόνο έργα αλλά ένα πλήθος πρωτότυπων άλλων αντικειμένων από 53 φορείς από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό μπόρεσε να πει και να δείξει πάρα πολλά για τον «Δομήνικο Θεοτοκόπουλο τον δείξαντα» και άλλα τόσα για τον άνθρωπο που ως καλός ποιμένας άφησε σοβαρές παρακαταθήκες. Την έκθεση υπό την εποπτεία της πρώην διευθύντριας Α. Λαζαρίδου οργάνωσαν οι δρ Καλλιόπη-Φαίδρα Καλαφάτη, ιστορικός της τέχνης, Νίκος Καστρινάκης, αρχαιολόγος, Νικόλας Κωνστάντιος, αρχαιολόγος – μουσειολόγος, δρ Αντώνης Μπεκιάρης, αρχαιολόγος, Νίκη Παπασπύρου, ιστορικός της τέχνης, και Αρτεμις Σταματέλου, αρχαιολόγος – μουσειολόγος. Τον εκθεσιακό σχεδιασμό έκανε ο αρχιτέκτονας Σπ. Νάσαινας.
πότε & πού:

Ως τις 31 Μαρτίου στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (Βασιλίσσης Σοφίας)

Η κυρία Ματούλα Σκαλτσά είναι καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης στο ΑΠΘ και πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Μουσειολόγων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ