Ο ερευνητής που θέλει να γίνει γνωστή η δουλειά του στην επιστημονική κοινότητα σήμερα επιδιώκει να κάνει δημοσιεύσεις σε αγγλόφωνα περιοδικά. Αυτό ισχύει για όλους τους επιστήμονες των Φυσικών Επιστημών, φυσικούς, χημικούς, βιολόγους, γεωλόγους. Τα αγγλικά είναι η γλώσσα την οποία χρησιμοποιούν όχι μόνο σε δημοσιεύσεις αλλά και σε συνέδρια, στα e-mail που ανταλλάσσουν, σε τηλεδιασκέψεις μέσω Skype. Η εσπεράντο που λαχταρούσε να δημιουργήσει η επιστημονική κοινότητα στις αρχές του 20ού αιώνα για να επικοινωνεί με αμεσότητα είναι πλέον η αγγλική γλώσσα. Με μια σημαντική διαφορά: ενώ η εσπεράντο ήταν μια γλώσσα τεχνητή και ουδέτερη, που δεν ταυτιζόταν με κανένα έθνος, η αγγλική είναι η μητρική γλώσσα των πολιτών σε πολλά έθνη, μεταξύ των οποίων και οι ΗΠΑ, η χώρα που θεωρείται ισχυρότερη στον κόσμο –με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Αυτά απασχολούν τον Michael D. Gordin, ιστορικό της Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον, ο οποίος, σε άρθρο του στο ηλεκτρονικό περιοδικό επιστήμης και ιδεών Aeon, εξηγεί ότι ο κόσμος της επιστήμης, ειδικά των Φυσικών Επιστημών, δεν ήταν πάντοτε μονογλωσσικός όπως σήμερα. Παρότι στον αρχαίο κόσμο κυριαρχούσε η ελληνιστική κοινή και στον Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση η λατινική, ο κόσμος της επιστήμης ήταν πολυγλωσσικός, αναφέρει ο Gordin. Τα ελληνικά, τα λατινικά και τα αραβικά ήταν τρεις γλώσσες της επιστήμης στον Μεσαίωνα, και αν επικράτησε κάποια στιγμή η λατινική οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι δεν ανήκε σε κανέναν. Αποτέλεσε λοιπόν πρόσφορο όχημα για τη μετάδοση νέων ανακαλύψεων. Παρ’ όλα αυτά, όσοι έγραφαν στη λατινική μιλούσαν στην καθημερινή τους ζωή διάφορες άλλες γλώσσες.
Στα μέσα του 17ου αιώνα, μετά την επιστημονική επανάσταση, η λατινική άρχισε να υποχωρεί προς χάριν εθνικών γλωσσών. Ως τα τέλη του 18ου αιώνα, η αγγλική, η γαλλική και η γερμανική ήταν βασικές γλώσσες της επιστήμης, όπως επίσης και τα δανέζικα, τα σουηδικά, τα ιταλικά και άλλες γλώσσες. Οσο αναπτυσσόταν η επιστήμη, η εκμάθηση πολλών διαφορετικών γλωσσών φαινόταν χάσιμο χρόνου, έτσι στα μέσα του 19ου αιώνα οι γλώσσες της επιστήμης περιορίστηκαν στην αγγλική, στη γαλλική και στη γερμανική, με διαφορετική διανομή σε κάθε επιστήμη, για παράδειγμα η γερμανική ήταν δημοφιλής μεταξύ των χημικών.
Αυτά αλλάζουν με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το γεγονός ότι οι γερμανοί επιστήμονες προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στην ανάπτυξη του πολεμικού μηχανισμού της Γερμανίας είχε αποτέλεσμα την περιθωριοποίηση της γερμανικής γλώσσας μετά τη νίκη των δυνάμεων της Αντάντ. Νωρίτερα, στη διάρκεια του πολέμου, η γερμανική, η οποία στις ΗΠΑ ομιλούνταν από μεγάλο μέρος του μεταναστευτικού πληθυσμού, απαγορεύτηκε σε πολλές Πολιτείες, διά νόμου: απαγορευόταν η χρήση της στις καθημερινές συναναστροφές, στην τηλεφωνική επικοινωνία, στα τηλεγραφήματα, στην εκπαίδευση. Παρότι έγινε άρση των σχετικών νόμων το 1923 με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, «η ζημιά είχε ήδη γίνει» σημειώνει ο Gordin. «Η εκπαιδευτική δραστηριότητα που υποστήριζε τη γλωσσομάθεια κατέρρευσε και μια ολόκληρη γενιά Αμερικανών, συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών επιστημόνων, μεγάλωσε χωρίς μεγάλη επαφή με ξένες γλώσσες».
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι επιστήμονες της αναδυόμενης αμερικανικής υπερδύναμης δεν έδειχναν πρόθυμοι να μάθουν καμία ξένη γλώσσα. Παρ’ όλα αυτά, ο επιστημονικός λόγος δεν ήταν ακόμη μονογλωσσικός. Η εκρηκτική ανάπτυξη των επιστημών στην ΕΣΣΔ έκανε τη ρωσική δεύτερη γλώσσα της επιστήμης. Οι Αμερικανοί αρνούνταν όμως να μάθουν ρωσικά. Επιπλέον, στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η δημοσίευση επιστημονικών εργασιών στα ρωσικά ερμηνευόταν ως πολιτική δήλωση, εξηγεί ο Gordin. Ετσι φτάσαμε, «η αγγλική που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 χρησιμοποιούνταν στο 80% των επιστημονικών δημοσιεύσεων ανά τον κόσμο, σήμερα να χρησιμοποιείται σχεδόν στο 99%».
Γάλλοι, Γερμανοί, Ρώσοι και Ιάπωνες, επιστήμονες όλων των εθνικοτήτων, γράφουν στα αγγλικά τις ανακοινώσεις τους. Από μια άποψη θα μπορούσε να πει κανείς ότι κάνουν οικονομία δυνάμεων και χρόνου, εκτιμά ο Gordin. Οταν δεν χρειάζεται να αφιερώσεις χρόνο στην εκμάθηση πολλών διαφορετικών ξένων γλωσσών για να επικοινωνείς με τους συναδέλφους σου, τότε μπορείς να αφιερώσεις περισσότερο χρόνο στην έρευνά σου. Η επιστήμη ωφελείται από αυτό, προχωρεί πιο γρήγορα και πιο σταθερά. Γλιτώνουμε τα λάθη στη μετάφραση και στις παρανοήσεις, οι επιστήμονες ενημερώνονται ταχύτερα για την πρόοδο των ερευνών των συναδέλφων τους που δραστηριοποιούνται σε κοινούς τομείς.
Παρ’ όλα αυτά, ο ιστορικός του Πρίνστον υποστηρίζει ότι χρειάζεται μεγάλη δαπάνη ενέργειας και προσπαθειών για να διατηρηθεί αυτό το μονογλωσσικό σύστημα επικοινωνίας στις επιστήμες σε τέτοια ευρεία κλίμακα. Και δαπάνη πόρων, θα συμπληρώσουμε, για την εκπαίδευση στην αγγλική γλώσσα σε όλες τις χώρες του κόσμου όπου η αγγλική δεν αποτελεί την επίσημη γλώσσα.
HeliosPlus