Αρνητική ήταν η γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου στο αίτημα της Ελένης Κουτσούδη-Ιόλα, ανιψιάς του γνωστού συλλέκτη, να της δοθεί άδεια για τη μόνιμη εξαγωγή στο Λονδίνο εννέα αρχαίων έργων της περίφημης συλλογής, που βρίσκονται στην κατοχή της.
Τα μέλη του ΚΑΣ δέχτηκαν ομόφωνα την εισήγηση της αρμόδιας Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών του υπουργείου Πολιτισμού, που επικαλέστηκε λόγους προστασίας των αρχαιοτήτων.
Σημειώνεται ότι η κ. Κουτσούδη – Ιόλα είναι νόμιμη κάτοχος 54 αντικειμένων και εικόνων, που προέρχονται από τη Συλλογή Ιόλα, κατά τις αποφάσεις του 1987 και του 2011. Σύμφωνα με την τελευταία, τρία από τα αντικείμενα της συλλογής πρέπει να περιέλθουν στο ελληνικό δημόσιο έναντι 6.000 ευρώ, αγορά που ακόμα δεν έχει υλοποιηθεί.
Οι εννέα αρχαιότητες που τελικά δεν θα «ταξιδέψουν» στη Βρετανία (όπου θα εγκατασταθεί μόνιμα η αιτούσα) αφορούν έργα κυρίως αιγυπτιακά, τα οποία έχουν εξεταστεί από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, που έχει πιστοποιήσει τη σπουδαιότητά τους. Κάποια μάλιστα τα έχει ταυτίσει με συγκεκριμένα μνημεία, πιθανότατα με ναούς των Θηβών, όπως τα δύο τμήματα από δύο ενεπίγραφα υπερφυσικά αγάλματα, από τα οποία το ένα απεικονίζει τον φαραώ Ραμσή Β.
Όσο για τα υπόλοιπα έργα αφορούν, μεταξύ άλλων, δύο πορτρέτα Φαγιούμ (ένα ανδρικό κι ένα γυναικείο), μία Σφίγγα από την Αλεξάνδρεια, καθώς και μια κεφαλή ρωμαϊκών χρόνων, η οποία φέρει στον λαιμό την επιγραφή Ερμής και, σύμφωνα με τους ειδικούς, πρόκειται για μοναδικό έργο, ελλαδικού εργαστηρίου, που συνδυάζει τον ρωμαϊκό τύπο του πορτρέτου του Τραϊανού.
Το έργο δημιουργήθηκε με αφορμή την επέτειο συμπλήρωσης των 10 χρόνων της διακυβέρνησης του Ρωμαίου αυτοκράτορα και είναι ιδιαίτερα σημαντικό, καθώς ο αριθμός των απεικονίσεων του Τραϊανού από τον ελλαδικό χώρο είναι ελάχιστος. Ήταν, δε, μεταξύ των τριών που, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση του 2011, θα αγοραζόταν από το ελληνικό δημόσιο.