Εκατό χρόνια συμπληρώνονται το 2015 από τη γέννηση του Νίκου Μπελογιάννη. Μιας ιστορικής μορφής του κομμουνιστικού κινήματος που έγινε σύμβολο, εντός και εκτός συνόρων, για την ακλόνητη πίστη του στα ιδανικά του και για την ηρωική στάση του έναντι των διωκτών του, από το εκτελεστικό απόσπασμα των οποίων δεν γλίτωσε παρά τη διεθνή κινητοποίηση και αλληλεγγύη που εκδηλώθηκε προς το πρόσωπό του. Προοδευτικές προσωπικότητες και απλοί άνθρωποι από όλον τον κόσμο με εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και τηλεγραφήματα προς την κυβέρνηση Πλαστήρα, που σε μία μόνο εβδομάδα έφτασαν τις 250.000, κατέβαλαν απεγνωσμένες προσπάθειες να ακυρώσουν την εκτέλεση της απόφασης του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών, το οποίο οδήγησε τον Μάρτιο του 1952 τον Μπελογιάννη και τους συντρόφους του στον θάνατο. Μορφές σαν τον Τσάρλι Τσάπλιν, τον Ζαν Κοκτό, τον Ζαν-Πολ Σαρτρ, τον Λουί Αραγκόν, τον Πολ Ελυάρ, τον Ναζίμ Χικμέτ, τον Πάμπλο Πικάσο (με το διάσημο σκίτσο του «Ανθρώπου με το γαρίφαλο»), ακόμη και τον στρατηγό Ντε Γκωλ, παρενέβησαν προκειμένου να ματαιωθεί η εκτέλεσή του από το μετεμφυλιακό καθεστώς.
Η πρώτη δίκη


«Εχω συγκλονιστεί από το ηθικό μεγαλείο του Μπελογιάννη. Το θεωρώ ανώτερο και από των πρώτων χριστιανών, γιατί ο Μπελογιάννης δεν πιστεύει ότι υπάρχει μέλλουσα ζωή» έγραφε σε επιστολή του προς τον βασιλιά ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Σπυρίδων Βλάχος ζητώντας του να μη γίνει η εκτέλεση. Το μετεμφυλιακό κράτος, οι πιέσεις του αμερικανικού παράγοντα και οι επιδιώξεις του παραστρατιωτικού ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών), εξέχον στέλεχος του οποίου ήταν ο μετέπειτα δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος, που συμμετείχε στη σύνθεση του Στρατοδικείου που καταδίκασε τον Μπελογιάννη «εις θάνατον», δεν άφησαν περιθώρια.
Από τους οκτώ καταδικασθέντες της (δεύτερης) δίκης Μπελογιάννη, που ξεκίνησε στις 15 Φεβρουαρίου 1952 με την κατηγορία της κατασκοπείας, βάσει του αναγκαστικού νόμου 375/1936, Νίκο Μπελογιάννη, Δημήτρη Μπάτση, Ηλία Αργυριάδη, Νίκο Καλούμενο, Τάκη Λαζαρίδη, Χαρίλαο Τουλιάτο, Μιλτιάδη Μπισμπιάνο και Ελλη Ιωαννίδου, οι τέσσερις τελευταίοι θα λάβουν χάρη, ενώ το Συμβούλιο Χαρίτων θα απορρίψει τα ανάλογα αιτήματα των τεσσάρων πρώτων. Στις 4.12 τα χαράματα της 30ής Μαρτίου 1952, ημέρα Κυριακή, κατά την οποία ακόμη και οι ναζί δεν εκτελούσαν τους μελλοθανάτους, ο Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του (Μπάτσης, Καλούμενος και Αργυριάδης) έπεφταν νεκροί από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος στου Γουδή, αρνούμενοι να τους δέσουν τα μάτια.
Είχε προηγηθεί η πρώτη δίκη που ξεκίνησε στις 19 Οκτωβρίου 1951, στα δικαστήρια της οδού Σανταρόζα, από το Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών βάσει του αντικομμουνιστικού νόμου ΑΝ 509/1947 με τον οποίο το ΚΚΕ είχε κηρυχθεί παράνομο. Ο Μπελογιάννης είχε συλληφθεί την 20ή Δεκεμβρίου 1950 σε σπίτι που χρησιμοποιείτο από τον παράνομο κομματικό μηχανισμό ως «γιάφκα». Αυτόν τον παράνομο μηχανισμό, που τελούσε υπό την καθοδήγηση του Νίκου Πλουμπίδη, είχε αναλάβει κατ’ εντολήν του ηγέτη του ΚΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη να ανασυγκροτήσει ο Μπελογιάννης καθώς είχε διεισδύσει σε αυτόν η Ασφάλεια. Για τον σκοπό αυτόν ο γενικός γραμματέας του κόμματος, ο οποίος, παρά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) το 1949, τελούσε «με το όπλο παρά πόδα», έστειλε το επίλεκτο κομματικό στέλεχος (μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ) στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 1950 (έφτασε με αργεντίνικο διαβατήριο και με το όνομα Ερρίκος Πανόζ). Λίγο καιρό αργότερα θα γνωρίσει και την Ελλη Παππά (Ιωαννίδου τότε), σύντροφό του στον αγώνα και στη ζωή ως το τέλος. Και στην πρώτη δίκη ο Μπελογιάννης (μαζί με δέκα ακόμη συγκατηγορουμένους του από τους 93 συνολικά) καταδικάστηκε σε θάνατο, ωστόσο με παρέμβαση του πρωθυπουργού Νικόλαου Πλαστήρα η απόφαση δεν εκτελέστηκε.
Προς το απόσπασμα


Θα ακολουθήσει η ανακάλυψη από την Ασφάλεια των παράνομων ασυρμάτων που διατηρούσε το ΚΚΕ στην Καλλιθέα, για τους οποίους ωστόσο γνώριζε ήδη από καιρό. Στην υπόθεση θα εμπλακεί από το καθεστώς ο κρατούμενος Μπελογιάννης και έτσι η κατηγορία του από παράνομη κομμουνιστική δραστηριότητα θα μετατραπεί σε κατασκοπεία εις βάρος της Ελλάδος. Ο δρόμος για το εκτελεστικό απόσπασμα ήταν και πάλι ανοιχτός. Ο ίδιος το γνώριζε: «Τα δικαστήριά σας είναι δικαστήρια σκοπιμότητας. Γι’ αυτό δεν ζητώ την επιείκειά σας. Αντικρίζω την καταδικαστική σας απόφαση με περηφάνια και ηρεμία. Με το κεφάλι ψηλά θα σταθώ μπροστά στο εκτελεστικό σας απόσπασμα» είχε αναφέρει στην απολογία του, η οποία χαρακτηρίστηκε υπόδειγμα αγωνιστικού ήθους και πίστης στο ΚΚΕ.
ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ΠΤΥΧΕΣ

  • Η «υπόθεση Μπελογιάννη» απασχολεί ως σήμερα τους ιστορικούς –και όχι μόνον –καθώς πολλές είναι οι κρίσιμες λεπτομέρειες οι οποίες παραμένουν στο σκοτάδι. Με διάφορες αφορμές τα ζητήματα αυτά έρχονται κατά καιρούς στο προσκήνιο. Η Ελλη Παππά, συγκατηγορούμενη και συγκρατούμενη του Μπελογιάννη, η οποία γλίτωσε το απόσπασμα μόνο λόγω του ότι είχε γεννήσει λίγους μήνες πριν τον γιο τους, αφιέρωσε την πολιτική της διαθήκη («Μαρτυρίες μιας διαδρομής»), που κυκλοφόρησε από το Μουσείο Μπενάκη το 2010, στις σκοτεινές πτυχές της υπόθεσης.
  • Από τις πιο κρίσιμες ήταν εκείνη που αφορούσε την απόπειρα του Πλουμπίδη να σώσει τον Μπελογιάννη την ύστατη ώρα από τον θάνατο. Πρόκειται για τη γνωστή ανοιχτή επιστολή που είχε στείλει προς τις Αρχές με την οποία αναλάμβανε όλη την ευθύνη δηλώνοντας έτοιμος να παραδοθεί προκειμένου να γλιτώσει ο σύντροφός του. Την επιστολή αυτή κατήγγειλε ο Ζαχαριάδης ως κατασκεύασμα της Ασφάλειας και τον ίδιο τον Πλουμπίδη ως «προδότη» και «χαφιέ».
  • «Το γιατί ο Ζαχαριάδης επέσπευσε την εκτέλεση του Νίκου αφαιρώντας κάθε νομική δυνατότητα αναβολής έκανα χρόνια να το βρω» έγραφε η Παππά επιρρίπτοντας πολιτικές ευθύνες στον Ζαχαριάδη, κάτι ωστόσο που έχει αρνηθεί τόσο το ΚΚΕ όσο και ο γιος του τότε ηγέτη Ιωσήφ Ζαχαριάδης, δηλώνοντας στο «Βήμα» (Ιούνιος 2010) ότι ο πατέρας του και το κόμμα «κίνησαν γη και ουρανό για να σωθεί ο Ν. Μπελογιάννης» μέσω της διεθνούς κινητοποίησης που οργανώθηκε.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ