Η 11η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε από το 2003 ως Παγκόσμια Ημέρα Βουνών από τα Ηνωμένα Έθνη, προκειμένου να αναδειχθεί ο ζωτικός ρόλος που διαδραματίζει το βουνό στη ζωή των ανθρώπων και να προωθηθούν συνεργασίες που θα οδηγήσουν σε θετικές αλλαγές για τις ορεινές περιοχές.
Μέσα στο εν λόγω πλαίσιο συνεργασιών και συμπράξεων, το Πανεπιστήμιο των Ορέων, Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία και μέλος του Mountain Partnership (Food & Agriculture Organisation of the United Nations), επιχειρεί ένα δυναμικό άνοιγμα της ακαδημαϊκής κοινότητας προς την κοινωνία.
Θέτοντας αρχικά στο κέντρο της προσοχής του τις ορεινές περιοχές της Κρήτης και καλλιεργώντας την επαφή με τους κατοίκους και τους φορείς των περιοχών τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, το Πανεπιστήμιο των Ορέων αποσκοπεί στο να δημιουργήσει και να θέσει σε λειτουργία ένα δίκτυο κι ένα μηχανισμό δράσεων, που θα προωθήσουν την αμοιβαία ανταλλαγή γνώσης και αυθεντίας σε πολλαπλά επίπεδα.
Το Πανεπιστήμιο των Ορέων, που ξεκίνησε από μια πρωτοβουλία του Πανεπιστημίου Κρήτης, είναι, σύμφωνα με τους εμπνευστές του εγχειρήματος, «μια διαδρομή που ξεκινά από τον εθελοντισμό και την προσφορά, διασχίζει τους γεμάτους καθαρό αέρα διαφορετικότητας ορεινούς όγκους της Κρήτης και καταλήγει στη λουσμένη από διαυγές φως ματιά των Κρητικών».
Πρωτοπόροι και οραματιστές του Πανεπιστημίου των Ορέων είναι καθηγητές του Πανεπιστημίου Κρήτης, διανοούμενοι, φοιτητές και άνθρωποι που είναι διά βίου ερωτευμένοι με την Κρήτη και την Ελλάδα. Η πεμπτουσία του εγχειρήματός τους συμπυκνώνεται στα ακόλουθα:
«Η πανεπιστημιακή κοινότητα, ενδεδυμένη με άμφια προσφοράς και αγάπης, συναντά και προσεγγίζει τη λαϊκή σοφία με όρους ισότιμους. Το σημείο της συνάντησης αυτής συνιστά το Πανεπιστήμιο των Ορέων.
»Μια πολιτεία δικαίου, χωρίς θεσμούς και ψήφους εξάρτησης, μόνο με τη γνώση της ανθρωπιάς και της κοινότητας, όπου ειδήμονες είναι τα χρόνια και όχι οι τίτλοι.
»Η ταύτιση, συγκλονιστική. Ίδιες ρυτίδες, χαραγμένες από διαφορετικούς ήλιους. Ο αγώνας ίδιος πάνω στο χώμα και τη σελίδα, και η πένα βρίσκει πάλι το ταίρι της στο πανάρχαιο ξύλο του σκεπαρνιού.
»Η διάσταση του «βάθους» της ανθρώπινης σκέψης και της ψυχής έχει χαθεί στον επίπεδο κόσμο της οθόνης. Η από χιλιετιών αποκτημένη βιωματική γνώση εξασθενεί υπό το βάρος μιας εφήμερης, αστικού τύπου ευημερίας, που αποδεικνύεται ψευδαίσθηση.
»Το Πανεπιστήμιο των Ορέων αφουγκράστηκε την αγωνία των ανθρώπων για επιβίωση και προσέφερε χρόνο και εργαλεία, για να ανασκάψουν μαζί τις ρίζες και τις μνήμες τους, σ’ εκείνο το γλυκό φως που έπαιζαν μικροί, αποκτώντας τα πρώτα τους βιώματα».
Το Πανεπιστήμιο των Ορέων επιδιώκει τη βιώσιμη ανάπτυξη των ορεινών περιοχών, με ανάκτηση των χαμένων ανθρώπινων σχέσεων και της πολιτισμικής ταυτότητας των μικρών κοινωνιών, που εμπεριέχουν πολλά διδάγματα.
Ενισχύει την παραδοσιακή οικονομία, με μοντέρνα εργαλεία διαχείρισης και ανάπτυξης οικονομιών μικρής κλίμακας, για την αναστολή της υπερεκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου και την απεξάρτηση από την οικονομία του δανεισμού και των επιδοτήσεων.
Με το διάλογο και το συγκερασμό της βιωματικής με την επιστημονική γνώση, το Πανεπιστήμιο των Ορέων παρεμβαίνει στην οικονομία, την παιδεία, τον πολιτισμό, την υγεία και υλοποιεί τη «διδασκαλία της παιδείας» της ελάχιστης αναγκαίας κατανάλωσης και του εθελοντισμού.
Η τεχνογνωσία, η επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της τυπικής εκπαίδευσης, που εκπροσωπεί το αστικό πανεπιστήμιο, συναντά την άτυπη – εμπειρική λαϊκή σοφία και γνώση των «Ορέων», σε μια γονιμοποιητική διαδικασία, στην υπηρεσία του ανθρώπου.
Ιδιαίτερα για την Κρήτη, το Πανεπιστήμιο των Ορέων αποτελεί, σύμφωνα με τους πρωτεργάτες του, «μια πράξη ειρηνικής επανάστασης απέναντι στη βάναυση αλλοίωση της περιβαλλοντολογικής, οικιστικής και πολιτιστικής ταυτότητας του νησιού».
Συνοψίζοντας τα ανωτέρω νοήματα, ο Ιωάννης Παλλήκαρης, πρόεδρος του Πανεπιστημίου των Ορέων και καθηγητής Οφθαλμολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:
«Σήμερα η Ελλάδα γίνεται ένα πρωτότυπο ερευνητικό εργαστήριο μιας προσχεδιασμένης και απάνθρωπης κοινωνικής αλλαγής. Για να αντισταθούμε, πρέπει, πρωταρχικά, να ανακαλύψουμε την πραγματική ταυτότητα της χώρας μας, να αγκαλιάσουμε ξανά με θαλπωρή το παρελθόν μας, να σώσουμε τη γλώσσα, την ιστορική συνείδηση, την αξία του χειροποίητου και την πολιτισμική μας ιδιοπροσωπία.
»Στα μικρά χωριά της Κρήτης δεν υπήρχαν ποτέ μεγέθη βασιλικών οίκων, αλλά μικροάγιοι του ανθρώπινου πόνου, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, που ζούσαν όμως με υπαρξιακή ευδαιμονία και γαλήνια βεβαιότητα.
»Μόνο όσοι επιχειρούν το παράλογο, μπορούν να κερδίσουν το αδύνατο. Ας στραφούμε στις μητέρες, τα μικρά παιδιά, τον κόσμο χωρίς αργύρια και χωρίς επιτήρηση.
»Επειδή στην Κρήτη υψώνεται κανείς ακόπως από τη φύση στην ιστορία και επειδή ο καλύτερος προφήτης είναι εκείνος που αγαπά και όχι εκείνος που σκέφτεται, ας ενωθούμε μέχρι εκεί που συναντώνται οι τέσσερις άνεμοι και συγχέονται όλα τα αρώματα».