Η βρετανίδα συγγραφέαςΝτόρις Λέσινγκ, μια μεγάλη κυρία της σύγχρονης λογοτεχνίας, πέθανε στον ύπνο της τις πρώτες ώρες της Κυριακής 17 Νοεμβρίου 2013 στην οικία της στο Λονδίνο, όπως ανακοίνωσε ο εκδοτικός οίκος Harper Collins. Ήταν 94 ετών.
Το 2007 της απονεμήθηκε το Νομπέλ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της. Αυτή η «επική ποιήτρια της γυναικείας εμπειρίας», για να θυμηθούμε το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας,έγινε τότε η γηραιότερη συγγραφέας που τιμήθηκε ποτέ με την ύψιστη λογοτεχνική διάκριση στον κόσμο.
Υπήρξε ανελέητη επικρίτρια της αποικιοκρατίας. Η Ντόρις Λέσινγκ εκτιμούσε ότι το βρετανικό κατεστημένο ποτέ δεν την συγχώρησε πραγματικά για το φλερτ της με τον σοσιαλισμό στα μεταπολεμικά χρόνια αλλά και για το ότι υπήρξε μαχητική φεμινίστρια.
Πολλά έργα της είναι μεταφρασμένα στα ελληνικά. Ορισμένα από αυτά είναι τα «Σικάστα», «Το Χρυσό Σημειωματάριο», «Τα Ημερολόγια της Τζέην Σόμερς», «Το Πέμπτο Παιδί», «Ο Μπεν στον Κόσμο», «Η καλή τρομοκράτισσα», «Αγάπη ξανά».
Η Nτόρις Μέι Τέιλορ, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα γεννήθηκε στο Κερμανσάχ του σημερινού Ιράν στις 22 Οκτωβρίου 1919 και οι δύο γονείς της ήταν Βρετανοί: ο πατέρας της, που είχε μείνει ανάπηρος στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν υπάλληλος στην Αυτοκρατορική Τράπεζα της Περσίας. Η μητέρα της ήταν νοσοκόμα.
Το 1925, παρασυρμένη από την ελπίδα πλουτισμού με καλλιέργειες καλαμποκιού, η οικογένειά της Λέσινγκ μετακόμισε στην Ροδεσία, τότε βρετανική αποικία και σήμερα Ζιμπάμπουε.
Ωστόσο, τα χιλιάδες εκτάρια που αγόρασε ο πατέρας της δεν κατάφεραν ποτέ να αποδώσουν τα αναμενόμενα.
Μπήκε οικότροφος σε θρησκευτικό σχολείο, το οποίο εγκατέλειψε οριστικά στα 14 χρόνια της για να εργασθεί ως νταντά και στη συνέχεια ως τηλεφωνήτρια.
Το 1949 -ύστερα από δύο διαζύγια και τρία παιδιά- εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου εργάσθηκε ως γραμματέας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 τα βιβλία της άρχισαν να γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία.