Ενα ντοκυμαντέρ για την Μακρόνησο είναι η καλύτερη των οκτώ ταινιών της εβδομάδας. Και συγχρόνως ότι καλύτερο έχει γυριστεί μέχρι σήμερα για την μαύρη αυτή σελίδα της νεώτερης ελληνικής Ιστορίας.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική,4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0:απαράδεκτη, _: χωρίς άποψη
«Σαν πέτρινα λιοντάρια στην μπασιά της νύχτας» (2013), ντοκυμαντέρ του Ολιβιέ Ζισουά
Με μια τρύπια κουβέρτα στον ώμο μας/
μ’ ένα κρεμμύδι, πέντε ελιές κι ένα ξεροκόμματο φως στο ταγάρι μας/
άνθρωποι απλοί σαν τα δέντρα μπροστά στον ήλιο/
άνθρωποι που δεν έχουμε άλλο κρίμα στο λαιμό μας/
εξόν μονάχα που αγαπάμε όπως και συ/
τη λευτεριά και την ειρήνη.
Μόνο η ποίηση μπορεί να μεταφέρει τόσο έντονες εικόνες από το ανθρώπινο μαρτύριο, και οι παραπάνω στίχοι του Γιάννη Ρίτσου από το ποίημα «Γράμμα στο Ζολιό Κιουρί» που γράφτηκε όταν ο Ρίτσος κρατούνταν στη Μακρόνησο είναι, νομίζω, περίτρανη απόδειξη. Ωστόσο παρόμοια συναισθήματα θα μεταφερθούν στον θεατή μέσω όλων των ποιημάτων που ακούγονται κατά τη διάρκεια αυτού του θαυμάσιου ντοκυμαντέρ για τη Μακρόνησο που γυρίστηκε από έναν (κρατηθείτε!)… Ελβετό.
Πρώτη επιτυχία: Ο Ολιβιέ Ζισουά δεν θεωρεί αυτονόητο ότι όλος ο κόσμος γνωρίζει τι συνέβη στον ελληνικό εμφύλιο και συγκεκριμένα στη Μακρόνησο από το 1947 ως το 1951. Αυτό το ντοκυμαντέρ καλύπτει τα κενά που θα είχε ακόμη και ένας κάτοικος της Οσάκα της Ιαπωνίας.
Δεύτερη επιτυχία: Η φαντασία. Ο Ζισουά αποφεύγει την παγίδα των κλισέ που στην πλειονότητά τους πέφτουν τα αμιγώς πολιτικά ντοκυμαντέρ, με αποτέλεσμα πολλές φορές να γίνονται βαρετά. Το αποτέλεσμα είναι άκρως κινηματογραφικό και ουχί τηλεοπτικό. Αντιθέτως, θα μπορούσα να πω ότι αυτό το ντοκυμαντέρ στην τηλεόραση θα «χάσει».
Τρίτη επιτυχία: Ενα ντοκυμαντέρ που δεν μασάει τα λόγια του. Δεν στρογγυλεύει τις καταστάσεις, δεν ρίχνει στάχτη στα μάτια, δεν σου κλείνει το μάτι. Δεν σου λέει «μα να το κοιτάξουμε και από εδώ, αλλά να το κοιτάξουμε και από εκεί για να φτιάξουμε ένα ωραίο «πακέτο» για τη Μακρόνησο». Λέει ότι αυτό που έγινε στη Μακρόνησο ήταν έγκλημα. Τελεία και παύλα.
Τέταρτη επιτυχία: Ο ποιητικός λόγος. Σε αυτή την ταινία δεν θα βρούμε ούτε έναν άνθρωπο να μιλάει για την ιστορία της Μακρονήσου κοιτάζοντας είτε αυτόν που του παίρνει τη συνέντευξη είτε κατάματα τον φακό. Αντιθέτως, ο Ζισουά ντύνει την ταινία του με σύγχρονα τράβελινγκ του νησιού, με φωτογραφίες αρχείου, με ένα σπάνιο ντοκυμαντέρ του ΒΒC, με ηχογραφημένα εκ νέου ουρλιαχτά των ταγματασφαλιτών από τα μεγάφωνα της Μακρονήσου και με τους στίχους ποιημάτων που έγραψαν εκεί κρατούμενοι ποιητές. Χρησιμοποιεί δύο βασικά «μοτίβα»: Το «ΑΒΓ» του Ρίτσου από τον «Πέτρινο χρόνο» και τη «Μάχη στην άκρη της νύχτας» (Το χρονικό της Μακρονήσου) του Τάσου Λειβαδίτη. Το αποτέλεσμα σε σκλαβώνει.
Ο ήχος του μακρονησιώτικου αέρα κρατάει το τέμπο της ταινίας σαν να είναι ο χτύπος της καρδιάς της. Και η φωνή του γάλλου αφηγητή (Ζαν-Κλοντ Ντοφέν) που σχολιάζει το πώς κοιτούσαν οι απ’ έξω «εσάς που βρισκόσασταν εκεί», διόλου τυχαία ακούγεται πάντοτε από το Λαύριο ενώ βλέπουμε τη Μακρόνησο από μακριά γιατί έτσι γίνεται ακόμη πιο χτυπητή η απόσταση.
Για όλους αυτούς τους λόγους θεωρώ ότι το «Σαν πέτρινα λιοντάρια στην μπασιά της νύχτας», που διόλου τυχαία είναι παραγωγή της εταιρείας Περίπλους («Τη νύχτα που ο Κωνσταντίνος Καβάφης συνάντησε τον Φερνάντο Πεσσόα»), ανήκει στα πιο πρωτότυπα, έξυπνα και ουσιαστικά ντοκυμαντέρ που έχω δει τα τελευταία χρόνια.
Βαθμολογία: 4
Αίθουσα: ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
—————————————
«Ταξισυνειδησία» (Ελλάδα, 2013), ντοκυμαντέρ του Κώστα Βάκα
Ακόμη ένα ντοκυμαντέρ για τη δράση της ελληνικής Αριστεράς αυτή την εβδομάδα, η «Ταξισυνειδησία» εξετάζει τον καίριο ρόλο που έπαιξαν οι έλληνες μετανάστες στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια των σκληρών συνδικαλιστικών αγώνων από τις αρχές ως τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα. Με τη δουλειά του ο σκηνοθέτης Κώστας Βάκας στοχεύει περισσότερο στην ενημέρωση, αλλά και στην αποκάλυψη. Πόσοι, π.χ., αλήθεια γνωρίζουν ότι Ελληνες όπως οι Μάικ Πάπας, Τζέιμς Δήμας, Εμμανουήλ Αρκάς, Τζον Ντρέικ, Νίκος Κουρκαιώτης, Πέτρος Γεωργαλάς ανήκαν στην «Ταξιαρχία Λίνκολν» που πολέμησε κατά του φασισμού στην Ισπανία;
Ο Κώστας Βάκας ακολουθεί την ασφαλή μέθοδο των συνεντεύξεων που συναντάμε κυρίως στα ντοκυμαντέρ της τηλεόρασης. Σίγουρα το φιλμ δεν έχει την κινηματογραφική ποίηση των «Πέτρινων λιονταριών», όμως είναι μια αξιέπαινη ταινία σε ό,τι αφορά την επιμελή περισυλλογή στοιχείων και αρχειακού υλικού μέσω της έρευνας που διηύθυνε ο ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια κ. Κωστής Καρπόζηλος, ειδικός σε θέματα μετανάστευσης και μεταναστευτικού ριζοσπαστισμού στα χρόνια της οικονομικής ύφεσης του 1929 στις Ηνωμένες Πολιτείες (η off αφήγηση είναι ανάγνωση δικών του κειμένων). Δείτε μεγάλο θέμα του «Βήματος» «Οι έλληνες «κόκκινοι» μετανάστες στις ΗΠΑ» στη διεύθυνση https://www.tovima.gr/culture/article/?aid=503739&wordsinarticle=%CE%A4%CE%B1%CE%BE%CE%B9%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%B4%CE%B7%CF%83%CE%AF%CE%B1)
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΖΕΦΥΡΟΣ – ΤΙΤΑΝΙΑ
—————————————
«Μπουτίκ για αυτόχειρες» («Le magazine de suicides», Γαλλία, 2012), κινούμενο σχέδιο του Πατρίς Λεκόντ
Ξεκαθαρίζω από την αρχή ότι αυτό εδώ το πολύ ενδιαφέρον καρτούν με το οποίο ο Πατρίς Λεκόντ, ένας έμπειρος σκηνοθέτης του οποίου η καριέρα άρχισε από το κινούμενο σχέδιο αλλά που ως σήμερα ποτέ δεν είχε υπογράψει μια δική του τέτοια ταινία, μπορεί να γίνει αρκετά αγριευτικό για τα μικρά παιδιά, όσο εξοικειωμένα και αν είναι στις μέρες μας με την ανεξέλεγκτη βία των videogames. Γιατί εδώ η βία λειτουργεί υπόγεια.
Το φιλμ τοποθετείται ως επί το πλείστον σε αυτό ακριβώς που ορίζει ο τίτλος του, ένα μαγαζί –ή, αν θέλετε μια πιο κομψή έκφραση, μια μπουτίκ για αυτόχειρες. Σε μια εποχή όπου απαγορεύονται οι δημόσιες αυτοκτονίες, η ιδιωτική οικογενειακή επιχείρηση του κ. Μίσιμα (σημειολογική αναφορά στον ιάπωνα συγγραφέα που αυτοκτόνησε!) ζει από την αυτοχειρία προσφέροντας τον θάνατο σε όσους επιθυμούν να φύγουν από τη ζωή.
Και γιατί να το θέλουν; Μα επειδή «ποιος ο λόγος να πολεμήσεις όταν η ζωή σου είναι γκρίζα;», όπως ακούμε να τραγουδά ένας υποψήφιος πελάτης. Το μενού στο μαγαζάκι τα έχει όλα. Δηλητήρια, όπλα, χάπια, τοξικά μανιτάρια! «Ο θάνατος η ειδικότητά μας» είναι το μότο του. «Δεν πρέπει να λέμε «καλημέρα» αλλά «κακημέρα«!». Και στο κάτω -κάτω, αφού πεθαίνεις μόνο μία φορά, γιατί ο θάνατός σου να μην είναι αξέχαστος;
Με ένα ευφάνταστο σκίτσο που θυμίζει «Τρίο της Μπελβίλ» και κατάμαυρο χιούμορ όπως ορίζει το μυθιστόρημα του Ζαν Τουλέ στο οποίο στηρίζεται το σενάριο, ο Λεκόντ έφτιαξε ένα τολμηρό αλλά και τρυφερό έργο, το οποίο μέσα από τη μαυρίλα του θέματός του και παρά τις σκληρές σκηνές του καταφέρνει να λειτουργήσει αντίστροφα και να υμνήσει το μεγαλείο της ζωής. Ακόμη και όταν αυτή γίνεται πραγματικά γκρίζα.
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΔΑΝΑΟΣ – ODEON ΟΠΕΡΑ
——————————————————
«Οι Κρουντς» («The Croods», ΗΠΑ, 2013), κινούμενο σχέδιο των Κερκ Ντε Μίκο και Κρις Σάντερς
Μετά την επιτυχία της σειράς ταινιών «Η εποχή των παγετώνων», η προϊστορία ξανά ως φόντο κινουμένου σχεδίου και μάλιστα με εξαιρετική χρήση του 3D. Οι «Κρουντς» είναι μια πραγματικά τρελή-τρελή οικογένεια η οποία θα αναγκαστεί να βγει από το καβούκι της και να ανακαλύψει τον κόσμο όταν ένα καταστρεπτικό φυσικό φαινόμενο τη διώχνει από τη σπηλιά της.
Το ταξίδι της οικογένειας τη φέρνει για πρώτη φορά σε επαφή με τον κόσμο. Και με το καινούργιο. Στην καρδιά της άλλωστε η ταινία αυτό ακριβώς προάγει: το ρίσκο που χρειάζεται να πάρεις για να κάνεις ένα βήμα μπροστά αξίζει τον κόπο μπροστά στην ασφάλεια του να μην κάνεις τίποτε.
Η ταινία είναι γεμάτη από έξυπνες και αστείες σκηνές: η μάχη για την απόκτηση ενός τεράστιου αβγού που θα θρέψει την οικογένεια θυμίζει αγώνα αμερικανικού φουτμπόλ. Μια κιβωτός αντίστοιχη με εκείνη του Νώε θυμίζει αεριωθούμενο. Ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο βγάζουν… φωτογραφίες ρίχνοντας μια βαμμένη πλάκα πέτρας στο πρόσωπό τους προκειμένου να αποτυπωθεί η εικόνα τους (σαν καρμπόν).
Σε ορισμένες σκηνές μού ήρθε στο μυαλό ο «Πόλεμος για τη φωτιά» του Ζαν Ζακ Ανό αλλά με καρτούν. Να σημειωθεί, τέλος, ότι στον ρόλο του πατέρα Κρουντ ο Νίκολας Κέιτζ δίνει (μόνο με τη φωνή του βέβαια) την καλύτερη ερμηνεία του εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Bαθμολογία: 3
(ΠΡΟΒΑΛΛΕΤΑΙ ΜΕΤΑΓΛΩΤΤΙΣΜΕΝΟ ΚΑΙ ΥΠΟΤΙΤΛΙΣΜΕΝΟ, ΣΕ 2D KAI 3D)
ΑΕΛΛΩ – ΚΗΦΙΣΙΑ – ΝΙΡΒΑΝΑ – ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ – ΝΑΝΑ – ΦΟΙΒΟΣ – ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY – STER ΙΛΙΟΝ – σε όλα τα VILLAGE και αλλού
ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – STER – VILLAGE
—————————————
«Με λένε Ερνέστο» («Infancia clandestina», Αργεντινή, 2012) του Μπενχαμίν Αβίλα, με τους Ερνέστο Αλτέριο, Νατάλια Ορέιρο, Σέσας Τρονκόσκο
Οπως στη χιλιανή ταινία «Ματσούκα» και τη βραζιλιάνικη «Το καλοκαίρι που έφυγαν οι γονείς μου», έτσι και στο «Με λένε Ερνέστο», την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του Αργεντινού Μπενχαμίν Αβίλα, κυριαρχεί το βλέμμα ενός παιδιού αναγκασμένου να ζει μέσα στην απειλή και τον τρόμο.
Η δράση τοποθετείται το 1979 στην Αργεντινή της δικτατορίας του Βιντέλα και το ανήλικο αγόρι (Τέο Γκουτιέρες Μορένο) ακολουθεί τους γονείς του ενώ μάχονται κατά του ολοκληρωτικού καθεστώτος ως μέλη της οργάνωσης Μοντονέρος. Εκπαιδεύονται, βρίσκονται διαρκώς σε ετοιμότητα, κρυμμένοι, υπό τη σκιά της απειλής. Καμία χαρά για κανέναν. Ποτέ και πουθενά.
Το παιδί μυείται στον επαναστατικό αγώνα, ωριμάζει πρόωρα, μόνο του, χωρίς φίλους, ντροπαλό και μονίμως θλιμμένο. Αναρωτιέται αν το «αυτή είναι ώρα για αφοσίωση», το επαναστατικό σύνθημα που χρησιμοποιεί συχνά ο πατέρας του, έχει νόημα και σε τι ακριβώς. Εχει ως πρότυπο τον θείο του, επαναστάτη ακόμη πιο ριψοκίνδυνο σε δραστηριότητες, ο οποίος όμως επικοινωνεί καλύτερα απ’ όλους μαζί του. Σαν πραγματικός φίλος.
Στην πιο έντονη (και την καλύτερη) σκηνή της ταινίας βλέπουμε τη μητέρα του (Νατάλια Ορέιρο) να τσακώνεται με τη δική της μάνα, τη γιαγιά του παιδιού, η οποία θέλει τον εγγονό της να μεγαλώσει κανονικά. Σαν παιδί και όχι σαν αντάρτης. Από τη σύγκρουση αυτών των δύο αντίθετων πλευρών άλλωστε πηγάζει και το μεγαλύτερο δίλημμα που θέτει η ενδιαφέρουσα αυτή ταινία, η οποία μάλιστα έχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία από τη ζωή του σκηνοθέτη της: να ζήσεις ελεύθερος αντάρτης ή σκλάβος, φοβισμένος και «ασφαλής»;
Βαθμολογία: 3
Αίθουσες: ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS ΓΛΥΦΑΔΑ – ΙΝΤΕΑΛ – ΠΤΙ ΠΑΛΑΙ – ΑΙΓΛΗ
———————————————————–
ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ
>>Το ότι το κλασικό μυθιστόρημα του Καρόλου Ντίκενς «Μεγάλες προσδοκίες» («Great expectations» (Αγγλία, 2012) εξακολουθεί να απασχολεί κατά καιρούς τον κινηματογράφο και την τηλεόραση αποδεικνύει το πόσο σπουδαία ιστορία είναι, και πράγματι με την τελευταία κινηματογραφική εκδοχή της ένιωσα για ακόμη μία φορά να με παρασύρει η ιστορία του Πιπ, ενός σιδηρουργού με μεγάλες φιλοδοξίες που με την επιμονή αλλά και την καλοσύνη του θα κερδίσει αυτά που θέλει –συμπεριλαμβανομένου του έρωτα. Ομως όταν μου έρχεται στο νου η εκδοχή του Ντέιβιντ Λιν ,αναπόφευκτα η κανιούργια ταινία που σκηνοθετήθηκε από τον Μάικ Νιούελ, δημιουργό του «Τέσσερις γάμοι και μια κηδεία» μπάίνει σε δεύτερη μοίρα. Περιέχει πάντως δύο έκτακτες ερμηνείες, του Ρέιφ Φάινς και της Ελενα Μπόναμ Κάρτερ, στους ρόλους του καταδίκου και της παλαβής γηραιάς κυρίας που θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη του Πιπ. Στον ρόλο του τελευταίου όμως ο Τζέρεμι Ερβιν (πρωταγωνιστής στο «Αλογο του πολέμου» του Στίβεν Σπίλμπεργκ) δεν μου είπε πολλά.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ODEON ΕΜΠΑΣΣΥ – ΝΙΡΒΑΝΑ – ΚΗΦΙΣIΑ – ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ – ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ – ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ – ODEON KOSMOPOLIS ΜΑΡΟΥΣΙ – ODEON STARCITY – VILLAGE MALL ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ
———————————————————–
>>Με τις «Γυναίκες του λεωφορείου 678» («Cairo 678», Αίγυπτος, 2012) ο αιγύπτιος σκηνοθέτης Μοχάμεντ Ντιάμπ αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα ενώ μιλά για την προσπάθεια κάποιων γυναικών του Καΐρου να αντισταθούν στη σεξουαλική παρενόχληση –μια από τις μεγάλες πληγές αυτής της χώρας. Αναγκασμένες να βιώνουν καθημερινά (και σιωπηλά) αυτή τη μορφή βίας στα λεωφορεία, στον δρόμο και στον εργασιακό χώρο τους, τρεις γυναίκες διαφορετικών γενεών (Ναχέντ ελ Σεμπάι, Νέλι Καρίμ, Μπόσρα)αποφασίζουν να προβάλουν αντίσταση. Για να τα καταφέρουν όμως μέσα στο διεφθαρμένο σύστημα στο οποίο ζουν, θα πρέπει να λειτουργήσουν αυτοβούλως, αντιστεκόμενες με σουγιάδες σε αυτούς που τις απειλούν. Ο Ντιάμπ προσθέτει το αστυνομικό στοιχείο μέσα από την παράλληλη ιστορία ενός πανέξυπνου αστυνομικού (Μαγκέντ ελ Κεντουανί) που αντιλαμβάνεται την επιχείρηση των γυναικών. Αυτό είναι το πιο συναρπαστικό κομμάτι μιας ενδιαφέρουσας μεν ταινίας, η οποία όμως θα ήταν καλύτερη αν δεν είχε τόσο έντονες καταγγελτικές διαθέσεις.
Βαθμολογία: 2
Αίθουσες: ΕΛΛΗ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – ΑΒΑΝΑ
———————————————————–
>>«Oblivion», που σημαίνει «λήθη», είναι ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Τομ Κρουζ, ενός θρίλερ επιστημονικής φαντασίας βασισμένου σε μια ιδέα του σκηνοθέτη του Τζόζεφ Κοζίνσκι η οποία έγινε κατ’ αρχάς κόμικ. Με το ύφος του ανθρώπου για τον οποίο δεν μπορείς να καταλάβεις αν έχει θέμα με την ύπαρξή του ή απλώς ισχυρό πονοκέφαλο, ο Κρουζ πρωταγωνιστεί στον ρόλο ενός από τους τελευταίους ανθρώπους στη Γη. Κρίμα που η ταινία δεν έχει καν τη χάρη των δευτεροκλασάτων ταινιών επιστημονικής φαντασίας της δεκαετίας του 1970 («Νέα Υόρκη, 2022 μ.Χ.», «Ο άνθρωπος που αντίκρισε την Κόλαση») και σε γενικές γραμμές είναι τόσο αδιάφορη όσο η γκρίζα στολή του πρωταγωνιστή της.
Βαθμολογία: 1
Αίθουσες: ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΑΕΛΛΩ – ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS – ΑΝΟΙΞΗ, ΧΑΪΔΑΡΙ – ΝΑΝΑ – ΒΑΡΚΙΖΑ – ΑΙΓΛΗ, ΧΑΛΑΝΔΡΙ