Το 2005 ο σκηνοθέτης Βασίλης Λουλές διάβασε στην εφημερίδα για μια έκθεση του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδος με μαρτυρίες και ντοκουμέντα «κρυμμένων παιδιών». Μια συλλογή ιστοριών ελλήνων εβραίων που ήταν παιδιά ηλικίας 5-10 ετών στα χρόνια της γερμανικής Κατοχής. Η είδηση ήταν ο σπόρος για τη γέννηση του ντοκυμαντέρ «Φιλιά εις τα παιδιά», που προβάλλεται στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Ο φακός του Β. Λουλέ καταγράφει τις ιστορίες πέντε εβραιόπουλων στην Ελλάδα της γερμανικής Κατοχής, όπου έζησαν μέσα στην απόλυτη σιωπή. Ιστορίες τρόμου και αγωνίας, διανθισμένες από στιγμές παιδικής ανεμελιάς στην αγκαλιά ξένων.
«Ηταν μια εντελώς προσωπική ανάγκη που μ’ έκανε να σταθώ στην πληροφορία» λέει σήμερα ο κ. Λουλές. Είχε μόλις γίνει πατέρας! Αναρωτήθηκε λοιπόν πώς βιώνει τον χρόνο ένα παιδί που αναγκάζεται να κρύβεται για να σωθεί. Πώς παίζει; Πώς ξεχνιέται; Πώς πείθεται να σιωπά και να υπομένει; Και κυρίως «πώς ένα παιδί βλέπει τον έξω κόσμο –στον οποίο «παραμονεύει ο θάνατος», όπως λέει ένας από τους αφηγητές της ταινίας. Τι σημαίνει για ένα παιδί να αλλάζει όνομα και να προσέχει να μην προδοθεί, αλλά και πώς τα μικροαντικείμενα και οι συνήθειες του κλειστού κόσμου ενός κρυμμένου παιδιού αποκτούν άλλες διαστάσεις, μεγεθύνονται».
Για την έρευνά του ο σκηνοθέτης δεν άρχισε να ξεφυλλίζει βιβλία Ιστορίας. Διάβασε παιδικές ιστορίες και παραμύθια, ιστορίες μυθοπλασίας και απομνημονεύματα ή μαρτυρίες από την παιδική ηλικία. «Ηθελα αυτή η αναζήτηση στον κόσμο των «κρυμμένων παιδιών» να μη γίνει μέσα από μια ταινία μυθοπλασίας, μέσα από ένα επινοημένο σενάριο, αλλά ψάχνοντας βαθιά στη μνήμη και στην ψυχή των ηλικιωμένων σήμερα ανθρώπων που βίωσαν οι ίδιοι την εποχή εκείνη». Συνάντησε αρκετά πρόσωπα και μίλησε μαζί τους προτού επιλέξει τους πέντε ανθρώπους του ντοκυμαντέρ. Ηξερε όμως ήδη ότι δεν θα έκανε «ένα ντοκυμαντέρ για το Ολοκαύτωμα, αλλά «μια ταινία για την παιδική ηλικία στη σκιά του Ολοκαυτώματος»».
Ηθελε επίσης οι άνθρωποι της επιλογής του να είναι έτοιμοι να ανοίξουν διάπλατα την ψυχή τους, να μη φοβηθούν τη συνάντηση με τα «φαντάσματα» που κουβαλούσαν τόσα χρόνια. Οι ίδιοι ένιωθαν ότι θα ικανοποιούσαν την ιερή και σεβαστή ανάγκη τους «να μιλήσουν για να τα μάθει ο κόσμος», όμως ο Λουλές στόχευε σε μια βαθιά καταβύθιση στον παιδικό εαυτό τους, «ακριβώς για να μπορέσω να υπηρετήσω σωστά και τη δική τους ανάγκη. Είναι δύσκολο να κάνεις τους ανθρώπους να ξανασκάψουν στην παιδική τους ηλικία, ειδικά όταν αυτοί είχαν περάσει μια ολόκληρη ζωή «έχοντας πάντα στο μυαλό ότι θα μπορούσα να είμαι κι εγώ εκεί»».
Ωστόσο το στοιχείο που σύμφωνα με τον σκηνοθέτη συγκινεί στην ταινία, πέρα από την περιπέτεια των κρυμμένων εβραιόπουλων και τον αβάσταχτο πόνο για όσους εξοντώθηκαν, είναι «η ψυχική δύναμη και το μεγαλείο των «άλλων», των χριστιανών συμπολιτών τους που με κίνδυνο της ζωής τους έκρυψαν παιδιά και οικογένειες». «Η ταινία θα μπορούσε να έχει ως υπότιτλο «Στην αγκαλιά των ξένων»» λέει χαρακτηριστικά αναφέροντας ένα από τα πολλά σχόλια που άκουσε: «Η ταινία σου μάς μαλάκωσε» του είπε ένας καθηγητής των εφηβικών του χρόνων στα Τρίκαλα, όπου μεγάλωσε.
«Οσο για τους αρνητές του Ολοκαυτώματος, χρειάζεται σκληρή στάση απέναντί τους» λέει κλείνοντας ο Β. Λουλές. «Καμία κουβέντα, υποχώρηση ή ανοχή. Η Ευτυχία, η Σέλλυ, ο Μάριος, ο Σήφης, το εκφράζουν καθένας με τον τρόπο του στην ταινία. Κρατώ όμως τα λόγια της Ροζίνας η οποία, κουβαλώντας το βαρύ συναισθηματικό φορτίο των δεκάδων χαμένων συγγενών και φίλων, αλλά έχοντας γευτεί τη ζωή και έχοντας αποκτήσει τη σοφία της, είναι απόλυτη: «Εχω απαλλαγεί πια απ’ το μίσος. Μισώ μόνον αυτούς που πάνε να μιμηθούν εκείνους»».

πότε & πού:
Το ντοκυμαντέρ «Φιλιά εις τα παιδιά» προβάλλεται στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (Ιερά οδός 48, Κεραμεικός).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ