Με το που εμφανίστηκε και έγινε αντιληπτή η παρουσία της Κικής Δημουλά στην κατάμεστη αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών το απόγευμα της Τρίτης (29/1) έπεσαν και τα πρώτα σκόρπια χειροκροτήματα. Όταν οι προβολείς φώτισαν τα άσπρα μαλλιά της, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που σηκώθηκαν για να χειροκροτήσουν την 81χρονη ποιήτρια καθώς ανέβαινε αργά αργά τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στη σκηνή. «Θα έμενε για πρώτη φορά σε έναν χώρο τόση ώρα χωρίς να καπνίσει» και τελικά τα κατάφερε.
Στην περίπτωσή της δε, είναι μάλλον περιττό να αναφέρει κανείς ότι στο ακροατήριο την περίμενε και ένα σημαντικό κομμάτι της νεολαίας που τη διαβάζει φανατικά. Άλλωστε «δεν χρειάζεται κάποια αφορμή για να τιμήσεις την Κική Δημουλά» όπως είπε ο λογοτέχνης Γιάννης Ευσταθιάδης στην αρχή της εκδήλωσης (που έγινε προς τιμήν αυτής «της μοναδικής λογοτεχνουργού» όπως την αποκάλεσε η μεταφράστριά της Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου, με αφορμή την έκδοση μιας ανθολογίας ποιημάτων της στην αγγλική γλώσσα.
Πράγματι η βραδιά, πέραν των αναμενόμενων καλών λόγων, είχε και έναν αέρα εξωστρέφειας χωρίς να αναφερόμαστε αναγκαστικά στους πρέσβεις που την παρακολούθησαν. Το τελευταίο διάστημα – μετά και την πρόσφατη συνέντευξη της ποιήτριας που φιλοξενήθηκε στο πρωτοσέλιδο της «International Herald Tribune» και αναδημοσίευσαν οι «New York Times» – ειπώθηκαν πολλά, ακούστηκε ακόμη και η μαγική λέξη «Νομπέλ».
Είχε κανείς την εντύπωση πάντως ότι παρακολουθούσε μια εκδήλωση που είχε στόχο συγκεκριμένο και ήταν το κομμάτι μιας στρατηγικής μολονότι σε ορισμένα σημεία ήταν αναίτια πομπώδης. Διακηρυγμένος σκοπός της δίγλωσσης έκδοσης με τα 79 ποιήματα της Κικής Δημουλά υπό τον τίτλο «The Brazen Plagiarist» (Η θρασεία λογοκλόπος) από τη Margellos World Republic of Letters (MWRL) του Yale University Press, είναι η παγκόσμια αναγνώριση και η βράβευση του έργου της.
«Υποκλίνομαι στην ασύγκριτη εθνική ποιήτρια της Ελλάδας που είναι τώρα και παγκόσμια ποιήτρια» είπε σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμά του ο διευθυντής του Yale University Press Τζον Ντόνατιτς χαρακτηρίζοντας μάλιστα «ντροπή» το γεγονός ότι μονάχα «το 3% των τίτλων που κυκλοφορούν στις ΗΠΑ αντιστοιχούν σε μεταφρασμένη λογοτεχνία».
Η μεταφράστρια Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου ανέδειξε τη σημασία της μετάφρασης – μια «βαθιά πολιτική πράξη» – στην εξέλιξη του πολιτισμού και στην προσέγγιση της ετερότητας «γιατί το δούναι και λαβείν είναι μια σχέση αμφίδρομης και διαρκώς επαναδιαπραγματεύσιμης ισοτιμίας». Επιπλέον η ειδική εκδοτική σειρά της MWRL με την εκδοτική σφραγίδα του Yale University Press δημιουργήθηκε στα τέλη του 2007 με σκοπό ακριβώς να μετριάσει «την τρομακτική απουσία της μεγάλης παγκόσμιας λογοτεχνίας στην αγγλική γλώσσα». Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα το ποσοστό της μεταφρασμένης λογοτεχνίας αντιστοιχεί στο 40% των τίτλων.
Στους 50 έως τώρα τίτλους αυτής της σειράς, το 10% αφορά βιβλία ελλήνων λογοτεχνών, ποσοστό που αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφθεί κανείς ότι συστεγάζονται τρόπον τινά σε αυτήν 19 διαφορετικές γλώσσες. «Οι Έλληνες έχουμε να προσφέρουμε στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και πράγματα πέραν της αρχαίας μας κληρονομιάς» τόνισε η ίδια αναφερόμενη και στην επιθυμία του συζύγου της Ντόρη – που γιόρταζε την Τρίτη τα εξηκοστά του γενέθλια – «να εκδώσουμε εμείς την Κική στα αγγλικά, ένα από τα μεγαλύτερα σύγχρονα πνευματικά κεφάλαια του τόπου». Είπε επίσης ότι τα περιοδικά «Τhe New Yorker» και «Vanity Fair» θέλουν να πάρουν συνέντευξη από την ποιήτρια. Τέλος αναφέρθηκε στην εξ αποστάσεως «δύσκολη αλλά συναρπαστική» μεταφραστική περιπέτεια που είχε με την αμερικανίδα ποιήτρια Ρίκα Λέσερ η οποία παραδόξως δεν μιλάει καθόλου ελληνικά.
Στην εκδήλωση προβλήθηκε βιντεοσκοπημένο απόσπασμα από το «Μονόγραμμα» του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη με την ποιήτρια να μιλάει για τα παιδικά και νεανικά της χρόνια στην Κυψέλη κρατώντας στο χέρι μια βεντάλια (ολόκληρο, προσεχώς, στη ΝΕΤ), ενώ οι ηθοποιοί Κατερίνα Διδασκάλου και Μαρίνα Ψάλτη διάβασαν ποιήματά της στην αγγλική και την ελληνική γλώσσα αντίστοιχα.
Οι παρευρισκόμενοι, μεταξύ άλλων, άκουσαν μελοποιημένο από τον Νίκο Ξυδάκη το ποίημα της Κικής Δημουλά «Μελαγχολία» (από τη συλλογή «Έρεβος» με την οποία εμφανίστηκε η ίδια στα γράμματα το 1956), το πρώτο μέρος από το «Δύο μικρά ποιήματα για ένα αίνιγμα και έναν δρόμο» από τη συλλογή «Επί τα ίχνη» (1963) μελοποιημένο από τον Τάσο Ρωσόπουλο και τον Χρήστο Παπαγεωργίου (με τις κινηματογραφικές οδηγίες του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου) να αυτοσχεδιάζει στο πιάνο του «σχολιάζοντας» στίχους της ποιήτριας.
Ο Γιάννης Ευσταθιάδης, ο οποίος συντόνισε τη βραδιά είπε, αναφερόμενος στο αν και κατά πόσον δύναται να μελοποιηθεί η ποίηση της Δημουλά, ότι «με μουσικούς όρους η ποίησή της είναι μια διαφωνία» καθώς η ίδια «αφαιρεί τη μουσική για να ακουστούν οι ήχοι των λέξεων ώστε να μας υπενθυμίσει έτσι ότι δεν υπάρχει μόνο ο χρόνος της μουσικής αλλά και η μουσική του χρόνου».
Η Κική Δημουλά πήρε τον λόγο έπειτα από περίπου δύο ώρες κατά τις οποίες παρακολουθούσε τις διάφορες καλλιτεχνικές μεταποιήσεις όπου «ο καθένας μετέφρασε την ποίησή μου με τη δική του έμπνευση και τις δικές του νότες». «Ο μεταφραστής είναι συνδημιουργός» τόνισε μεταξύ άλλων και «πρέπει να μερεμετίζει τα ρήγματα της γραφής» όπου η άλλη γλώσσα είναι πιο γενναιόδωρη. «Η ευέλικτη μετάφραση της Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου συγκέρασε τη διπρόσωπη ουσία των λέξεων δίδοντας ένα πιστοποιητικό μεταφραστικής νομιμότητας». Είναι «μια μετάφραση τόσο διάφανη ώστε αναπνέει από κάτω ο προβληματισμός της γενέτειρας γλώσσας» είπε.
Διερωτήθηκε χαμηλόφωνα αν «υπήρχε η ποίηση πριν από τη δημιουργία του κόσμου και του φόβου» σε μια ακόμη προσωπική κατάθεση για την ουσία της τέχνη της. Ευχήθηκε δε «να διασωθεί η ένδεια του βίου μας από συνταρακτικά γεγονότα». Ευχαρίστησε τον Θεό «που και ο ίδιος μας κρύβεται» και κατέληξε στο ότι η ποίηση είναι πιθανότατα «ένα είδος κιβωτού για να σωθούμε από τον κατακλυσμό τόσων αληθειών».
Διάβασε ποιήματά της, ευχαρίστησε ιδιαιτέρως τους πολλούς ακαδημαϊκούς που παρέστησαν στην εκδήλωση και χάρηκε με το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού στο τέλος. Το ευχαριστιέται ακόμη, με μια συγκρατημένη και μελαγχολική καρτερικότητα.