Οταν ο Μπομπ Ντίλαν ερωτήθηκε στη διάρκεια συνέντευξης ποιο ήταν το τραγούδι ή το ποίημα, ποιοι ήταν τέλος πάντων οι στίχοι που ως άκουσμα τον επηρέασαν περισσότερο, απάντησε το «Μy love is like a red red rose» του Ρόμπερτ Μπερνς (1759-1796), του Βάρδου της Σκοτίας. Ο Τζον Στάινμπεκ και ο Τζ. Ντ. Σάλιντζερ εμπνεύστηκαν επίσης τους τίτλους των πασίγνωστων μυθιστορημάτων τους «Ανθρωποι και ποντίκια» και «Ο φύλακας στη σίκαλη» από στίχους του σκοτσέζου ποιητή, του οποίου ανέκδοτα χειρόγραφα και επιστολές, ξεχασμένα ανάμεσα στις σελίδες ενός τόμου ποιημάτων του, ανακαλύφθηκαν πρόσφατα κομίζοντας νέα στοιχεία για τη ζωή και το έργο του.
Γιος αγρότη, με στοιχειώδη επίσημη μόρφωση, κυρίως αυτοδίδακτος, ο Ρόμπερτ Μπερνς ήταν μια προδρομική ρομαντική φιγούρα: πνεύμα ατίθασο, παθιασμένος πρεσβευτής των αρχών της Γαλλικής Επανάστασης, μελαγχολικός και ενθουσιώδης, ακατάλυτα δεμένος με τη φύση, διαρκώς διακινούμενος από τον έρωτα, πατέρας δώδεκα παιδιών, θαυμαστής της λαϊκής κουλτούρας και συλλέκτης δημοτικών τραγουδιών. Οταν πλέον έφτασε σ’ εμάς, στον 20ό αιώνα, πλαισιωνόταν με τη γοητευτική άλω της χαρισματικής cult φυσιογνωμίας.
Αρχισε να σκαρώνει ποιήματα στα 15 του ενώ δούλευε στη φάρμα του πατέρα του. Πρωτοτύπωσε ποιήματά του το 1786, από το τυπογραφείο του Τζον Γουίλσον στο Κίλμαρνοκ, τη συλλογή Poems, Chiefly in the Scottish dialect (Ποιήματα, κυρίως στη σκοτσέζικη διάλεκτο) με την ελπίδα να βγάλει μερικά χρήματα για να πληρώσει το εισιτήριό του για την Τζαμάικα, όπου είχε βρει δουλειά ως λογιστής σε φυτεία. Τα ποιήματα είχαν μεγάλη επιτυχία, η μετανάστευση στην Τζαμάικα ξεχάστηκε, η Ιστορία έκανε τη δουλειά της.
Μέσα στις σελίδες του τόμου The Works of Robert Burns, στην εικονογραφημένη έκδοση του Γουίλιαμ Σκοτ Ντάγκλας, βρέθηκαν τρία χαμένα χειρόγραφα του ποιητή και επιστολές που είχε ανταλλάξει με φίλους του. Μεταξύ αυτών και μία επιστολή από την Αγκνες Μακέιλοζ, μια νεαρή παντρεμένη γυναίκα που αποκαλεί στα ποιήματά του «ερωμένη της ψυχής μου» και «βασίλισσα των ποιητριών», με την οποία αλληλογραφούσε με το ψευδώνυμο Σιλβάντερ. Εκείνη του απαντούσε ως Κλαρίντα.
Τρεις μήνες μετά τον πρώιμο θάνατό του σε ηλικία 37 ετών -κατάληξη της εύθραυστης υγείας του-, η Κλαρίντα γράφει στον Γουίλιαμ Μάξγουελ, τον γιατρό και φίλο του Μπερνς, να της επιστρέψει τις προσωπικές επιστολές που είχε στείλει στον ποιητή και σημειώνει ότι θα του είναι ευγνώμων αν της στείλει μαζί και ένα μικρό χρονικό των τελευταίων στιγμών του φίλου τους.
Ο Κρις Ρόλι, ο μελετητής του Μπερνς που ανακάλυψε τα χειρόγραφα και τα παρουσίασε σε συνέδριο στο Centre for Robert Burns Studies στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης στις 12 Ιανουαρίου, δεν ήταν προετοιμασμένος για την έκπληξη που τον περίμενε όταν δέχτηκε το τηλεφώνημα κάποιας γνωστής του. Η γυναίκα ισχυριζόταν ότι μέσα σε ένα αντίτυπο ποιημάτων του Μπερνς το οποίο βρισκόταν στη βιβλιοθήκη της -έκδοση του 1877-1879, που ανήκε κάποτε στον Γουίλιαμ Πάτερσον, εκδότη του Μπερνς- βρήκε χειρόγραφα του ποιητή. «Δεν είναι λίγοι αυτοί που μου τηλεφωνούν για να μου ανακοινώσουν παρόμοιες ανακαλύψεις», είπε στον βρετανικό Τύπο ο μελετητής, «γι’ αυτό προσπάθησα να την προσγειώσω. Εκείνη όμως επέμενε να ρίξω μια ματιά. Οταν είδα το υλικό, κατάλαβα ότι επρόκειτο για αυθεντικά κείμενα».
Ο τόμος περιείχε μια καταγραφή του δημοτικού τραγουδιού «Phillis the fair» από το χέρι του Μπερνς με μικρές διορθώσεις, ένα προσχέδιο της ωδής του «Ode to a Woodlark», που είχε δημοσιευθεί το 1877-1879 αλλά ήταν χαμένη έκτοτε, μια επιστολή του Μπερνς προς «Ρόμπερτ Μιούιρ, Κίλμαρνοκ», την επιστολή της Κλαρίντα στον Μάξγουελ αλλά και επιστολή της στον Μπερνς.
Τα χειρόγραφα έχουν ήδη πουληθεί σε συλλέκτη, η ανακάλυψή τους όμως εγκαινιάζει έναν νέο κύκλο ερευνών γύρω από τη ζωή και το έργο του Ρόμπερτ Μπερνς και συμβάλλει στην ανανέωση της μυθολογίας του.
Στα ελληνικά αυτοτελείς εκδόσεις ποιημάτων του δεν κυκλοφορούν. Οι δημοσιεύσεις ποιημάτων του σε περιοδικά είναι επίσης σπάνιες και περιστασιακές. Φαίνεται πως κάποιο ενδιαφέρον υπήρχε στην περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν βρίσκουμε μεταφρασμένα ποιήματά του στα λογοτεχνικά περιοδικά Βωμός (1918-1922) και Παρασκήνια (1924-1928). Στις μέρες μας, ενδεικτικό είναι ότι στα αδελφά περιοδικά Ποίηση (1993-2007) και Ποιητική (2008 κ.ε.) -στα οποία ο μεταφρασμένος αγγλόφωνος ποιητικός λόγος έχει δεσπόζουσα θέση- δεν έχουν δημοσιευθεί ποιήματα του Ρόμπερτ Μπερνς. Αυτό ίσως οφείλεται «στο γλωσσικό του ιδίωμα, την παλαιότητά του, στη ρίμα, στην τεχνοτροπία του» δίνει μια εξήγηση ο ποιητής Χάρης Βλαβιανός, διευθυντής των περιοδικών.
Ο Ρόμπερτ Μπερνς πέθανε στο Ντάμφρις της νότιας Σκοτίας το 1796, από διάφορες επιπλοκές που ακολούθησαν μια εξαγωγή δοντιού. Εκτός από τα ποιήματά του άφησε πίσω του ένα κληροδότημα περίπου 200 σκοτσέζικων δημοτικών τραγουδιών που κατέγραψε και διέσωσε. Το «Μy love is like a red red rose» («Η αγάπη μου μοιάζει με κόκκινο, κατακόκκινο ρόδο») ήταν ένα από αυτά.
Τα γενέθλια του Ρόμπερτ Μπερνς αποτελούν εθνική γιορτή στη Σκοτία αλλά και σε άλλα μέρη του κόσμου όπου υπάρχουν κοινότητες Σκοτσέζων και γιορτάζονται με μεγάλα δείπνα, δημόσιες αναγνώσεις και μουσικοθεατρικές εκδηλώσεις. Είχε γεννηθεί στις 25 Ιανουαρίου του 1759.