Σε μήκος τουλάχιστον 15 μέτρων σώζεται η καρίνα και σημαντικό τμήμα του πετσώματος του πλοίου από το ναυάγιο του Μαζωτού της Λάρνακας στην Κύπρο, έτσι που πλέον συγκαταλέγεται ανάμεσα στα ελάχιστα, που μπορούν να δώσουν στοιχεία για τη ναυπηγική των κλασικών χρόνων σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.
Πρόκειται για τα αποτελέσματα της φετινής υποβρύχιας ανασκαφικής έρευνας, η οποία διεξήχθη από την Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου υπό τη διεύθυνση της δρ Στέλλας Δεμέστιχα σε συνεργασία με το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου και το Ιδρυμα «Θέτις». Η αποτύπωση της θέσης των ευρημάτων εξάλλου δια της φωτογραμμετρίας έγινε σε συνεργασία με το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου με υπεύθυνο τον δρ Δημήτρη Σκαρλάτο.
Το ναυάγιο είναι εμπορικού πλοίου, το οποίο βυθίστηκε στα μέσα του 4ου π. Χ. αιώνα σε βάθος 44 μέτρων όπου και «κάθισε» στον αμμώδη βυθό της θαλάσσιας περιοχή του σημερινού χωριού Μαζωτός περί τα δυόμισι χιλιόμετρα από την ακτή. Το πλοίο μετέφερε το περίφημο κόκκινο κρασί της Χίου μέσα σε πήλινους αμφορείς, από τους οποίους έχουν καταμετρηθεί ως σήμερα επιφανειακά Πάνου από 500 επιφανειακοί αμφορείς ενώ είναι βέβαιο ότι θαμμένοι στην άμμο είναι πολλοί ακόμη. Γ΄ αυτό και το σκαρί του σκεπάζεται από αυτούς. Κατά τη φετινή, ερευνητική αποστολή έτσι, ανοίχθηκαν δύο τομές στο βόρειο άκρο της συγκέντρωσης των αμφορέων όπου, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία βρίσκεται η πρύμνη του αρχαίου πλοίου. Κι αυτό γιατί ένας από τους κύριους στόχους της ανασκαφής σε αυτήν την περιοχή ήταν να διαπιστωθεί η έκταση των υπολειμμάτων του αρχαίου σκαριού, που διατηρείται κάτω από το φορτίο.
Ανάμεσα στους χιώτικους αμφορείς, που είναι η συντριπτική πλειοψηφία του φορτίου εντοπίστηκαν ελάχιστοι και από άλλα νησιά του βορείου Αιγαίου ενώ επιπλέον διαπιστώθηκε ότι το πλοίο μετέφερε και φορτίο από πρόχους, δηλαδή επιτραπέζια αγγεία για το σερβίρισμα του κρασιού, τα οποία βρέθηκαν στοιβαγμένα ανάμεσα στους αμφορείς του πρυμναίου τμήματος του αμπαριού. Στην καμπίνα της πρύμνης εξάλλου άρχισαν να αποκαλύπτονται και μικρά αγγεία, λεπτής κεραμικής, που είναι πιθανόν να ανήκαν στο πλήρωμα ή σε άλλους επιβαίνοντες του πλοίου. Ενα μάλιστα από αυτά τα σκεύη φέρει στη βάση του χαραγμένα τα αρχικά του ονόματος του ιδιοκτήτη του.
Ποια ήταν η διαδρομή και ποιος ο προορισμός του πλοίου; Τα ερωτήματα αυτά είναι δύσκολο να απαντηθούν επί του παρόντος με υποθέσεις όμως, όπως λέει η κυρία Δεμέστιχα μπορούμε να πούμε, πως αν έπιανε κυπριακό λιμάνι και πήγαινε προς τα ανατολικά ίσως να είχε προορισμό το αρχαίο Κίτιο (σημερινή Λάρνακα), είτε τη Σαλαμίνα. Σε κάθε περίπτωση όμως τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται να ρίξουν φως περισσότερο φως σε βασικά ζητήματα της ναυτικής και οικονομικής ζωής στην αρχαιότητα, όπως για παράδειγμα οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ βορείου Αιγαίου και νοτιοανατολικής Μεσογείου, ο ρόλος της Κύπρου στους ναυτικούς δρόμους κατά την τελευταία φάση της ζωής των κυπριακών βασιλείων, ο τρόπος διεξαγωγής του εμπορίου δια θαλάσσης καθώς και τα είδη και τα μεγέθη των εμπορικών πλοίων της εποχής.
Να σημειωθεί άλλωστε, ότι ναυάγιο σε εξαιρετικά καλή κατάσταση είχε βρεθεί και στην Κερύνεια όπου και διατηρείται. Ολα τα ευρήματα πάντως μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Λάρνακας όπου θα πραγματοποιηθεί η συντήρησή τους.