Απονεμήθηκε το βραβείο The Athens Prize for Literature για το 2012 το Σάββατο 6 Οκτωβρίου στην Εθνική Βιβλιοθήκη.
Το βραβείο, που απονέμει το περιοδικό (δε)κατa, σε ένα ελληνικό και ένα ξένο μυθιστόρημα, παρέλαβαν ο έλληνας Χρήστος Αγγελάκος για το μυθιστόρημα Το δάσος των παιδιών (Μεταίχμιο 2011) και ο Κουβανός Λεονάρδο Παδούρα για το Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά (μτφ. Κώστας Αθανασίου, Καστανιώτης, 2011).
Το βραβείο βραβεύει ένα ελληνικό και ένα ξένο μυθιστόρημα που συνδυάζει γλώσσα, ύφος, πλοκή και περιεχόμενο, που συνομιλεί με την εποχή μας και μεταφέρει τον κοινωνικό προβληματισμό, χωρίς να στέκεται απαθές απέναντι στα ερωτήματα της πολιτικής και της Ιστορίας. Και τα δύο έργα που βραβεύτηκαν στην έκτη απονομή του The Athens Prize for Literature, προϊόντα ρεαλιστικής μυθοπλασίας, ξεχωρίζουν για τον στιλπνό λόγο τους, το παιχνίδισμα γλώσσας και εννοιών και το χτίσιμο χαρακτήρων, εξήγησαν οι συντονιστές των δύο κριτικών επιτροπών, συγγραφείς Χρύσα Σπυροπούλου και Θεόδωρος Γρηγοριάδης, οι οποίοι απένειμαν τα βραβεία.
Ο κουβανός συγγραφέας δεν παρέστη στην τελετή απονομής. Στη θέση του το βραβείο παρέλαβε ο υπεύθυνος της σειράς ξένης λογοτεχνίας των εκδόσεων Καστανιώτη Ανταίος Χρυσοστομίδης. Έστειλε όμως ευχαριστήριο μήνυμα προς τους διοργανωτές των βραβείων, λέγοντας:
«Η σχέση μου με την Ελλάδα είναι βαθιά λογοτεχνική. Πιστεύω πως το πάθος για τη λογοτεχνία που με συνοδεύει εδώ και σαράντα χρόνια το οφείλω, κατά κύριο λόγο, στους Έλληνες πιο κλασικούς από τους κλασικούς, όταν, εκείνες τις ανάλαφρες μέρες που φοιτούσα σε κάποιο λύκειο της Αβάνας, μετέτρεψα την οργή του Αχιλλέα, την επιμονή του Οδυσσέα, τη μοίρα του Οιδίποδα, της Αντιγόνης και της Μήδειας, καθώς και τα καπρίτσια των κατοίκων του Ολύμπου, σε κομμάτι αναπόσπαστο της γνώσης μου για την ανθρώπινη συνθήκη του πολιτισμένου και δυτικού ανθρώπου. Είμαι, επομένως, εξίσου κληρονόμος του Ομήρου, του Ηροδότου, του Σοφοκλή και του Αριστοτέλη όσο και οποιοσδήποτε από τους έλληνες αναγνώστες και κριτικούς στα χέρια των οποίων έφτασε το μυθιστόρημά μου Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά και αποφάσισαν να το τιμήσουν με ένα βραβείο που φέρει το όνομα της πόλης του Περικλή και του Παρθενώνα, το όνομα εκείνου του τόπου του κόσμου όπου επινοήθηκε αυτή η θαυμαστή –και σήμερα τόσο ευτελιζόμενη– έννοια που ακόμη αποκαλείται δημοκρατία. …
Στο μυθιστόρημά μου, πιστεύω, είναι εύκολο να διακρίνει κανείς τον απόηχο της ελληνικής ρίζας μου. Η σημαδεμένη μοίρα του Λιεφ Τρότσκι, η λύσσα του Ραμόν Μερκαντέρ και κατόπιν οι αμφιβολίες του, η ζωή του Κουβανού Ιβάν Κάρδενας, που τη διαμόρφωσαν ανώτερες δυνάμεις, αλλά και η μοιραία του κατάληξη, έχουν πίσω τους τα συσσωρευμένα μαθήματα που πήρα διαβάζοντας τους ποιητές και τους τραγικούς της Αθήνας, τους πρώτους συγγραφείς που ήξεραν πώς να δώσουν λογοτεχνική διάσταση στις μεταστροφές της ζωής των ανθρώπων και στις τελεσίδικες επιταγές της μοίρας.
Εκτός όμως από κληρονόμος μιας λογοτεχνίας, είμαι επίσης κληρονόμος και μιας αντίληψης για την κοινωνία που έγινε πράξη πριν από 25 αιώνες στην πόλη της Αθήνας. Είμαι, νιώθω, ένας δημοκράτης, με την ακριβή έννοια της λέξης. Και το μυθιστόρημά μου, το οποίο σήμερα βραβεύετε, είναι μια κραυγή ενάντια στους ολοκληρωτισμούς και τις τυραννίες, ένα κάλεσμα για δημοκρατία.
Λίγα βραβεία θα μπορούσαν να μου δώσουν τόση ικανοποίηση όσο ένα που έρχεται από την αιώνια Αθήνα. Γι’ αυτό θέλω να ευχαριστήσω με όλη μου την καρδιά τον εκδοτικό οίκο που εμπιστεύθηκε τη δουλειά μου και την κριτική επιτροπή που τώρα τη βραβεύει. Παίρνω αυτό το βραβείο σαν να βρίσκομαι στην αγορά και από μια γωνιά να με παρατηρεί ο Σωκράτης και, για μια φορά στη ζωή του, να μη σκέφτεται να κάνει κάποια ερώτηση για την οποία δεν θα είχα άλλη απάντηση να δώσω παρά να του πω: “Το μόνο που γνωρίζω είναι ότι ο κόσμος πηγαίνει πολύ άσχημα. Αλλά εγώ είμαι ευτυχισμένος”».