Η κατεδάφιση των τειχών της που έγινε μετά το 1869 και η μεγάλη πυρκαγιά του 1917 είναι τα δύο καταστατικά ορόσημα στη νεότερη Ιστορία μιας πόλης πολυφωνικής και πολύτροπης, όπως η Θεσσαλονίκη. Σε αυτή την περίοδο, όπου τα τείχη πέφτουν και η πόλη βρίσκεται στο επίκεντρο τοπικών, εθνικών και παγκόσμιων εξελίξεων, ελευθερώνεται και απλώνεται αποφασιστικά ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, επικεντρώνεται η έκθεση «Η Θεσσαλονίκη των Συλλεκτών. Ιστορίες της πόλης» στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού με αφορμή τον εορτασμό των 100 χρόνων από την ένταξη της Θεσσαλονίκης στον εθνικό κορμό.
Στο καφέ-μπρασερί «Η Τουρκία» γίνεται η πρώτη κινηματογραφική προβολή με μικρού μήκους ταινίες των αδερφών Λυμιέρ, ενώ πλήθη συγκεντρώνονται στον σιδηροδρομικό σταθμό όπου ξεκινά να λειτουργεί η γραμμή Θεσσαλονίκη – Κωνσταντινούπολη. Ψηφίδες μιας εξιστόρησης που ξεδιπλώνεται με μια ιδιαίτερη κίνηση, τα περίπου 500 εκθέματα της παρουσίασης, η οποία οργανώνεται από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το Μουσείο, προέρχονται στην πλειονότητά τους από δεκαπέντε συλλέκτες-μέλη ιστορικών οικογενειών της Θεσσαλονίκης. Γίνονται έτσι μάρτυρες ενός τόπου όπου διασταυρώθηκαν άνθρωποι, μνήμες, πολιτισμοί, νοοτροπίες, αντιλήψεις, πράγματα και καταστάσεις.
Μανικετόκουμπα, σφραγίδες, νομίσματα, χαρτάκια, προγράμματα από παραστάσεις θεάτρου, προσκλήσεις σε χοροεσπερίδες. Οπως το πρόγραμμα της παράστασης της «Καβαλερία Ρουστικάνα» που ανέβηκε στο θέατρο Edem στις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Από εκεί ξεκινά το νήμα της αφήγησης μιας πόλης που ξεκινούσε δειλά-δειλά να χτίζει ένα κοσμοπολίτικο προφίλ έπειτα από αιώνες στασιμότητας με τη σφραγίδα της περίκλειστης πόλης. Η αλλαγή υποδηλώνεται μέσα από πολλά και διαφορετικά εκθέματα, κάθε ένα από τα οποία έχει τη δική του μικρή ιστορία.
Το πρώτο σινεμά, το Ταχυδρομείο
Μια γκραβούρα του δευτέρου μισού του 19ου αιώνα που δείχνει πλήθος κόσμου πλάι σε μια σιδηροδρομική γραμμή αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα της ανάπτυξης των επικοινωνιών. Είναι η εποχή που κατασκευάζεται και λειτουργεί το πρώτο σιδηροδρομικό δίκτυο το οποίο ενώνει την Κωνσταντινούπολη με τη Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλονίκη με τη Δυτική Ευρώπη. Το πρώτο επιβατικό τρένο της γραμμής φθάνει στην πόλη τον Μάιο του 1888, στα χρόνια του σουλτάνου Αμπντούλ Αζίζ, μεταφέροντας 100 ευρωπαϊκές προσωπικότητες και αριστοκράτες.
Στο πρωτοσέλιδο της «Le Journal de Salonique» (1895-1910) με ημερομηνία 5 Ιουλίου 1897, εφημερίδας την οποία εξέδιδε στη γαλλική ο εβραϊκής καταγωγής Σααντί Λεβί δύο φορές την εβδομάδα, διαβάζουμε ότι ο κινηματογράφος κάνει το ντεμπούτο του στη Θεσσαλονίκη, στην πίσω αίθουσα του καφέ-μπρασερί «Η Τουρκία», με έργο των αδερφών Λυμιέρ. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του εκθέματος είναι ότι η πρώτη δημόσια προβολή ταινιών των Λυμιέρ έγινε το 1895 στο Παρίσι και το 1896 στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη, όπου έτυχε θερμότατης υποδοχής.
Μόλις έναν χρόνο αργότερα ακολουθεί η Θεσσαλονίκη – τρανή απόδειξη ότι αρχίζει να μπαίνει στον χάρτη των ευρωπαϊκών, τουλάχιστον, μητροπόλεων. Το πρωτοσέλιδο που αναπαράγεται γραφιστικά στην έκθεση – καθώς το αυθεντικό είναι σε πολύ κακή κατάσταση – αναφέρεται «σε αυτές τις παράξενες κινούμενες φωτογραφίες που συνιστούν μια πρωτότυπη εφεύρεση και «ρέουν» σε ένα κοινό μαγεμένο που δεν σταματά να θαυμάζει ένα τόσο συναρπαστικό θέαμα».
Μια σειρά από επιστολές και αποδείξεις που φιλοξενεί η έκθεση υποδηλώνουν τον τρόπο αλλαγής της επικοινωνίας. Κατά την εικοσαετία 1840-1860 τις ανάγκες του οθωμανικού ταχυδρομείου εξυπηρετούσαν οι Τάταροι επίλεκτοι ιππείς για να πηγαίνουν γρήγορα τα γράμματα. Σε αυτό το διάστημα ιδρύονται το Οθωμανικό και το Ελληνικό Ταχυδρομείο της πόλης καθώς οι επικοινωνίες εκσυγχρονίζονται.
Ενθύμια ενός κέντρου διερχομένων
Στους Βαλκανικούς Πολέμους και κατά τον Α’ Παγκόσμιο η Θεσσαλονίκη αποτελεί κέντρο διερχομένων. Αυτό το υποδηλώνουν εκθέματα όπως στολές, κράνη, σπαθιά, διάφορα σουβενίρ-ενθυμήματα (γράφουν, λ.χ., βρετανοί στρατιώτες πάνω σε μια καρτ ποστάλ στα αγγλικά: «Ιδού το μέρος όπου ο Τομ έκανε το μπάνιο του»). Η έκθεση φιλοξενεί επίσης οικογενειακά κειμήλια, όπως μια άδεια γάμου οικογενείας από το 1889, εκθέματα όπως την «Εφημερίς του εργάτη» (σειρά εφημερίδων που εκδίδονταν κυρίως στις αρχές του 20ού αιώνα), την προκήρυξη των Νεοτούρκων, τυπωμένη το 1909, νομίσματα, τραπεζικές επιταγές, μετοχές που, στο πλαίσιο των γενικότερων εξελίξεων, μαρτυρούν αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό και οικονομικό σύστημα κ.ά.
«Διαμορφωτική περίοδο ονομάζουμε την περίοδο εκείνη που διαμορφώνει προηγούμενες καταστάσεις, τους δίνει νέα πνοή και διαμορφώνει επίσης τους όρους για την περίοδο που θα ακολουθήσει» λέει στο «Βήμα» η επίκουρη καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Λαογραφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου, η οποία έχει αναλάβει τον συντονισμό και την επιμέλεια της έκθεσης. «Η περίοδος μεταξύ του 1869 και του 1917-18 είναι, βέβαια, η βασική περίοδος που καλύπτει η έκθεση. Αλλά επειδή το καινούργιο πατάει πάνω στο παλιό, τα εκθέματα αναφέρονται και σε προηγούμενες χρονικές περιόδους. Το κάθε «χαρτάκι» έχει τεράστια ιστορία πίσω του. Είναι κοντά μας και μακριά μας ταυτόχρονα. Μας επιτρέπει να δούμε από κοντά την Ιστορία, το παρόν και το μέλλον της πόλης, που είναι ήδη εδώ».
Τα εκθέματα προέρχονται από τις συλλογές των Βασίλη Βασιακώστα, Αλέξανδρου Γαρύφαλλου, Σάββα Δεμερτζή, Γιώργου Θωμαρέη, Οικογένειας Καλφαγιάν, Μανώλη Κανδυλάκη, Παναγιώτη Κόκκα, Γιώργου Κωνσταντινίδη, Γιάννη Μέγα, Βασίλη Νικόλτσιου, Αγγελου Παπαϊωάννου, Γιώργου Πατιερίδη, Κώστα Σταμάτη, Δημήτρη Τακά, Αλέξανδρου και Λένας Χαΐτογλου καθώς και από το Αρχείο του Δημοσιογραφικού Συγκροτήματος «Μακεδονία». Τον συντονισμό του έργου ανέλαβαν από το ΑΠΘ οι καθηγητές Αλέξανδρος Γαρύφαλλος και Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου και από το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού η διευθύντριά του Αγαθονίκη Τσιλιπάκου.
«Η έκθεση συμπληρώνει τη μόνιμη έκθεση του Μουσείου, που καλύπτει την παλαιοχριστιανική περίοδο ως τα μεταβυζαντινά χρόνια και παράλληλα συνδέεται με τη μόνιμη έκθεση του Λευκού Πύργου που στηρίζεται σε πολυμέσα και ψηφιακές εφαρμογές και αφορά την ιστορία της πόλης της Θεσσαλονίκης από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή» σημειώνει η κυρία Τσιλιπάκου. «Πρόκειται για μια διαδραστική έκθεση όπου ο επισκέπτης που επιθυμεί θα μπορεί να δώσει το στίγμα του σε συγκεκριμένα σημεία της. Φιλοδοξούμε επίσης να έχουμε εκπαιδευτικό πρόγραμμα που θα σχεδιαστεί σε συνεργασία με τη μουσειολόγο και τους αρχαιολόγους του τομέα εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Μουσείου».
«Selanik, Saloniki, Saloniko, Saloniche, Soloun, Salonica, Thessalonique»
«Η πόλη μας. Ανήσυχη, με ανέπαφο το βαθύ της πυρήνα, απλώνεται πέρα από τείχη, πέρα από όρια και ορισμούς, επιμένει, διεκδικεί, υπάρχει – πόλη μαγεμένη και μαγική, παρουσία εικονισμένη, αφήγημα αφηγημένο, μνήμη μνημονευμένη. Θεσσαλονίκη, Σαλονίκη, Selanik, Saloniki, Saloniko, Saloniche, Soloun, Salonica, Thessalonique – οι ήχοι επιμένουν «καλώς συγκερασμένοι» στο όνομά της με όλους τους φωνηεντικούς φθόγγους της ελληνικής παρόντες. Θεσσαλονίκη πόλη αέναο ενθύμημα εαυτής…» γράφει η επίκουρη καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Λαογραφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου στο κείμενό της στον κατάλογο της έκθεσης.
«Η πόλη μας. Ανήσυχη, με ανέπαφο το βαθύ της πυρήνα, απλώνεται πέρα από τείχη, πέρα από όρια και ορισμούς, επιμένει, διεκδικεί, υπάρχει – πόλη μαγεμένη και μαγική, παρουσία εικονισμένη, αφήγημα αφηγημένο, μνήμη μνημονευμένη. Θεσσαλονίκη, Σαλονίκη, Selanik, Saloniki, Saloniko, Saloniche, Soloun, Salonica, Thessalonique – οι ήχοι επιμένουν «καλώς συγκερασμένοι» στο όνομά της με όλους τους φωνηεντικούς φθόγγους της ελληνικής παρόντες. Θεσσαλονίκη πόλη αέναο ενθύμημα εαυτής…» γράφει η επίκουρη καθηγήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Λαογραφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου στο κείμενό της στον κατάλογο της έκθεσης.
Την επιμέλεια είχαν οι Ελεωνόρα Σκουτέρη-Διδασκάλου και η ιστορικός-μουσειολόγος στο Ιδρυμα του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα Περσεφόνη Καραμπάτη. Στη δεύτερη οφείλεται και η μουσειολογική μελέτη. Στα κείμενα συνέβαλε ο Βασίλης Γούναρης, καθηγητής Νεότερης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, ενώ στην προετοιμασία του εκθεμάτων συμμετείχαν οι Αλέξανδρος Γαρύφαλλος, Σάββας Δεμερτζής, Αγγελος Παπαϊωάννου και Γιώργος Θωμαρέης. Η μουσειογραφική μελέτη και επίβλεψη έγινε από τους αρχιτέκτονες-μουσειολόγους Γιώργο Παυλίδη και Πηγή Σαρβάνη και ο σχεδιασμός των γραφιστικών από τη LineaDesign.
Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης και εντάσσεται στις εκδηλώσεις «Θεσσαλονίκη 1912 -012». Με χορηγίες συνέβαλαν ο Δήμος Θεσσαλονίκης και η ΑΕ Τιτάν. Η έκθεση υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Πολιτιστικής Πολιτικής του ΑΠΘ και στην πραγματοποίησή της συνέβαλαν η Κεντρική Βιβλιοθήκη ΑΠΘ, το Ιδρυμα του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, η Αγιορείτικη Εστία, το Πολεμικό Μουσείο Αθήνας και Θεσσαλονίκης, η Εταιρεία Υδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης και το Δημοσιογραφικό Συγκρότημα «Μακεδονία».
πότε & πού:
«Η Θεσσαλονίκη των συλλεκτών. Ιστορίες της πόλης».
Από 21/9 ως 8/12, Αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων «Κυριάκος Κρόκος» του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ