Στην ινδική πόλη Μοχέντζο-Ντάρο, που θάφτηκε περί το 1800 π.Χ. κάτω από τις προσχώσεις του Ινδού ποταμού για να αποκαλυφθεί μόλις το 1922, οι αρχαιολόγοι εντόπισαν ανάμεσα στα κατάλοιπά της μια δεξαμενή μήκους 17 μ., πλάτους 7 μ. και βάθους 2,5 μ. Πρόκειται για την αρχαιότερη πισίνα της Ιστορίας. Στην Ελλάδα όμως, και συγκεκριμένα στην Αρχαία Ολυμπία, μια άλλη δεξαμενή, που κατασκευάστηκε τον 5ο αιώνα π.Χ. πλησίον του Κλαδέου ποταμού – αποκαλύφθηκε τον 19ο αιώνα από τις ανασκαφές – πλησιάζει με τις διαστάσεις της (μήκος 24 μ., πλάτος 16 μ. και βάθος 1,60 μ.) αυτές μιας σύγχρονης ολυμπιακής πισίνας προπονήσεων.
Αλλωστε όλα τα μεγάλα ελληνικά Γυμνάσια και οι παλαίστρες είχαν τέτοιες δεξαμενές για την άσκηση των νέων, στα Ασκληπιεία υπήρχαν για θεραπευτικούς σκοπούς, ενώ περισσότερες ήταν εκείνες που λειτουργούσαν ως λουτρά. Εκαναν όμως οι αρχαίοι το μικρό βήμα για να περάσουν από την αναγκαιότητα στην ψυχαγωγία ή και στην επίδειξη; Δεδομένου ότι η ανθρώπινη ματαιοδοξία δεν είναι σημερινό φαινόμενο, συνέβη και αυτό.
Σε υψηλή απόλαυση είχαν αναγάγει τα λουτρά οι Ρωμαίοι, οι οποίοι κατασκεύασαν βαλανεία, δημόσια και ιδιωτικά, με πισίνες θερμού και ψυχρού νερού, κόσμησαν τις πόλεις με έργα που τις περισσότερες φορές είχαν να κάνουν με το νερό – τεχνητές λίμνες, πισίνες, σιντριβάνια, κρηναία οικοδομήματα -, ενώ οι επαύλεις τους μπορεί να τα περιελάμβαναν όλα μαζί. Γιατί η χλιδή τους με την παράλληλη συγκέντρωση έργων γλυπτικής και τον περίτεχνο ψηφιδωτό διάκοσμο είναι βέβαιον ότι υπερέβαινε κατά πολύ και τις πλέον υπερβολικές χολιγουντιανές κατασκευές. Μπορεί λοιπόν στην Αρχαιότητα να μην υπήρχαν πισίνες ακριβώς με τη σημερινή έννοια, υπήρχαν όμως για άσκηση και για ψυχοσωματική απόλαυση.
Η κολύμβηση
Ως «κολυμβήθρες» αναφέρονται στις γραπτές πηγές οι πισίνες στην αρχαία Ελλάδα. Γιατί ο προφανής ρόλος τους ήταν η κολύμβηση – αν και οι αρχαίοι προτιμούσαν τις θάλασσες, όπως είναι φυσικό, και δευτερευόντως τα ποτάμια (οι Σπαρτιάτες ιδίως, που κολυμπούσαν στον Ευρώτα). Εκεί έπρεπε να ασκούνται για να σκληραγωγηθούν και να αποκτήσουν ταχύτητα και αντοχή. Εξαιρετικά χρήσιμα και τα δύο, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στη δύσκολη ζωή εκείνης της εποχής.
Ο ναυτικός είχε να αντιμετωπίσει την αρκετά συχνή πιθανότητα ενός ναυαγίου, οπότε έπρεπε να έχει την αντοχή να κολυμπήσει ως την ξηρά. Το ίδιο και περισσότερο σθένος εκαλείτο να επιδείξει ο στρατιώτης σε μια ναυμαχία, αν το πλοίο του εμβολιζόταν από ένα εχθρικό και εκείνος έπρεπε να κολυμπήσει για να σωθεί αλλά και να πολεμήσει μέσα στο νερό.
Στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας οι Πέρσες που έπεφταν στο νερό πνίγονταν καθώς δεν γνώριζαν καλά κολύμπι, όπως μας μεταφέρει ο Ηρόδοτος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η μαρτυρία του Θουκυδίδη, ο οποίος αναφερόμενος στα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου κάνει λόγο για «ύφυδρους» κολυμβητές, δύτες δηλαδή των Σπαρτιατών, που μεταφέροντας ασκούς με νερό και σακίδια με τρόφιμα κολύμπησαν υποβρυχίως προκειμένου να τροφοδοτήσουν τους αποκλεισμένους συμπολεμιστές τους.
Μέρος λοιπόν της βασικής εκπαίδευσης των νέων, αλλά και της στρατιωτικής, ήταν στην αρχαία Ελλάδα η κολύμβηση. «Ο μη επισταμένος μήτε νειν μήτε γράμματα απαίδευτος εστί και βάρβαρος» (αυτός που δεν γνωρίζει κολύμπι και γράμματα είναι απαίδευτος και βάρβαρος) έλεγαν εξάλλου οι αρχαίοι Ελληνες. Γραπτές πηγές μάλιστα αναφέρουν ότι κολυμβητές δεν ήταν μόνο άνδρες αλλά και γυναίκες.
Αμιλλα κολύμβου
Από το 1600 π.Χ. χρονολογούνται οι παλαιότερες παραστάσεις κολύμβησης στην Ελλάδα, η οποία όμως δεν νοούνταν ως άθλημα και δεν περιλαμβανόταν στα επίσημα αγωνίσματα των Ολυμπιακών ή άλλων πανελλήνιων αγώνων. Πληροφορίες υπάρχουν – από τον Παυσανία συγκεκριμένα, τον 2ο αιώνα μ.Χ. – για μία και μόνη περίπτωση κολυμβητικών αγώνων, στην Ερμιόνη της Αργολίδας, προς τιμήν του Διονύσου του Μελαναίγιδος (από το κατσικίσιο δέρμα που φορούσε ο θεός). Οι αγώνες αυτοί, που ονομάζονταν «άμιλλα κολύμβου», τελούνταν στη θάλασσα. Αγώνες κολύμβησης όμως διοργανώνονταν και στον ποταμό Τίβερη με τη συμμετοχή αξιωματούχων της Ρώμης – άλλωστε και ο ίδιος ο Ιούλιος Καίσαρας ήταν δεινός κολυμβητής.
Στο Δίον οι δεξαμενές των λουτρών διαθέτουν εκπληκτικά ψηφιδωτά και στο βαλανείο της Αρχαίας Αγοράς της Θεσσαλονίκης έχουν αποκαλυφθεί μία θερμαινόμενη πισίνα και μία ψυχρού νερού. Κυκλική πισίνα με διάμετρο 10 μ. και βάθος περί τα 2 μ. βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών. Και τα λουτρά της Αιδηψού αναφέρονται από την Αρχαιότητα ακόμη, αφού τα προτίμησε και ο ρωμαίος στρατηγός Σύλλας. Αλλά δεν είναι τα μόνα, καθώς ο ελληνορωμαϊκός κόσμος είχε πραγματική λατρεία για το νερό.
Μπεν μιξτ… με ή χωρίς όργια
Γυμνοί κολυμπούσαν οι αρχαίοι Ελληνες, αν και μερικές φορές μπορεί να φορούσαν τη «λουτρίδα», ένα λεπτό χιτώνιο που χρησίμευε ως μαγιό. Οσον αφορά τον τρόπο κολύμβησης, άνδρες και γυναίκες θα πρέπει να ασκούσαν τη λεγόμενη ελεύθερη κολύμβηση της εποχής μας. Τα χέρια κινούνταν εναλλάξ ακολουθώντας διαδρομή παρόμοια με των κουπιών, ο κορμός ακολουθούσε με στροφές προς τη μία ή την άλλη πλευρά και τα πόδια κτυπούσαν με μικρές κινήσεις το νερό – ή μπορεί και να ήταν ενωμένα. Το κεφάλι όμως ήταν οπωσδήποτε έξω από το νερό.
Γυμνοί κολυμπούσαν οι αρχαίοι Ελληνες, αν και μερικές φορές μπορεί να φορούσαν τη «λουτρίδα», ένα λεπτό χιτώνιο που χρησίμευε ως μαγιό. Οσον αφορά τον τρόπο κολύμβησης, άνδρες και γυναίκες θα πρέπει να ασκούσαν τη λεγόμενη ελεύθερη κολύμβηση της εποχής μας. Τα χέρια κινούνταν εναλλάξ ακολουθώντας διαδρομή παρόμοια με των κουπιών, ο κορμός ακολουθούσε με στροφές προς τη μία ή την άλλη πλευρά και τα πόδια κτυπούσαν με μικρές κινήσεις το νερό – ή μπορεί και να ήταν ενωμένα. Το κεφάλι όμως ήταν οπωσδήποτε έξω από το νερό.
Τα bains mixed εξάλλου είναι αρχαιοελληνική συνήθεια, την οποία μάλιστα, αφού κατ’ αρχάς τους σοκάρισε, εν συνεχεία οι Ρωμαίοι ασπάστηκαν μέχρι υπερβολής. Ετσι, τον 1ο αιώνα μ.Χ. καθιέρωσαν τα mixta ή communia balnea συνοδευόμενα σε κάποιες περιπτώσεις από όργια. (Ακόμη και σήμερα η φράση «ρωμαϊκό μπάνιο» παραπέμπει σε όργιo.) Η συνήθεια πάντως κατόρθωσε να διατηρηθεί και στα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού, για να ατονήσει από τον 7ο αιώνα με διάταγμα του Ιουστινιανού.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ