Απεβίωσε ο Ροζέ Γκαροντί σε ηλικία 99 ετών. Ο Γάλλος φιλόσοφος ήταν αμφιλεγόμενη προσωπικότητα όσο και ενδιαφέρουσα. Ενας φιλόσοφος που πέρασε μια ζωή κυνηγημένος. Ο,τι πίστεψε τον διέγραψε και ό,τι δεν πίστεψε τον προσεταιρίστηκε. Πήγε πάντα κόντρα σε όλα: στην οικογένειά του που τον ήθελε άθεο και συντηρητικό· στον μαρξισμό που δεν τον ήθελε χριστιανό· στον κομμουνισμό που τον διέγραψε· στους μύθους που είπαν «θα γίνουμε ιστορία» με το έτσι θέλω· στους ολοκληρωτισμούς που καταδυναστεύουν την υφήλιο. Το «όχι» του τον έκανε τράγο αποδιοπομπαίο για ό,τι συνέβη. Ξεκίνησε από μαχητικός κομμουνσιτής για να καταλήξει μουσουλμάνος.
Γεννήθηκε το 1913. Ο ένας γονιός του ήταν άθεος και ο άλλος καθολικός. Στα 14 του ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Σπούδασε φιλοσοφία και δίδαξε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Κλερμόν. Μπήκε στην αντίσταση κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου και αιχμαλωτίστηκε στην Αλγερία. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις, με το αντιστασιακό μετάλλιο, διετέλεσε βουλευτής, αντιπρόεδρος της βουλής και γερουσιαστής.
Τον Μάιο του 1954 ο Ροζέ Γκαρωντύ κερδίζει στη Μόσχα τον τίτλο του διδάκτορα των φιλοσοφικών επιστημών με τη διατριβή του «Το πρόβλημα της ελευθερίας και της αναγκαιότητας στο φως του μαρξισμού». Αξίζει να αναφερθεί ότι, ένα μόλις χρόνο πριν, έχει ήδη αναγορευτεί διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, χάρη στην πραγματεία του «Η υλιστική θεωρία της γνώσης».
Ο διαπνεόμενος από τις αρχές του μαρξισμού Γκαρωντύ, δεν άργησε να παρουσιάσει στο γαλλικό κοινό την εργασία του για το πρόβλημα της ελευθερίας και της αναγκαιότητας με την έκδοση του βιβλίου του «La Liberté», ενώ στα 1960 το πόνημά του αυτό έχει ήδη μεταφραστεί στα ελληνικά. Παράλληλα, το 1956 με την αποσταλινοποίηση έρχεται σε σύγκρουση με τον Λουί Αλτουσέρ υποστηρίζοντας την επαναφορά του πρώιμου Μαρξιστικού ουμανισμού.
Μέλος ακόμα του πολιτικού γραφείου του γαλλικού ΚΚ ο Γκαροντί βρέθηκε στην Αθήνα το Μάιο του 1965, κύριος προσκεκλημένος στην Α’ Εβδομάδα Σύγχρονης Σκέψης που οργάνωνε το «Θεμέλιο». Είχε και τότε αιφνιδιάσει το (αριστερό) κοινό του με τις αιρετικές απόψεις του και την προσέγγισή του στον καθολικισμό, σε σημείο που υποχρεώθηκε ο Στρατής Τσίρκας να τον προστατεύσει, καρφώνοντας τους διαμαρτυρόμενους: «Πρέπει να μην κάνουμε ιδεολογική τρομοκρατία».
Στην ίδια συζήτηση ο Γκαροντί είχε διατυπώσει τη θεωρία του περί διαλόγου: «Πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε όλους τους ανθρώπους, όποιοι κι αν είναι -εκτός βέβαια απ’ τους Ες-Ες, εκτός από τους οπαδούς του κυρίου Χίτλερ ή εκείνου του μεγάλου ηλίθιου του Μουσολίνι, έτσι- πρέπει να σκεφτόμαστε εκείνους που ονομάζουμε αντίπαλους και όχι εχθρούς, πρέπει πάντα να τους έχουμε απλωμένο το χέρι εγκάρδιο, γενναιόδωρο, δηλαδή ανθρώπινο, και να συζητάμε μαζί τους, να έχουμε επαφές μαζί τους.» Με τα χρόνια ο Γκαροντί κατήργησε και τις εξαιρέσεις.
Το 1970 διαχώρισε τη θεση του από το κομμουνιστικό κόμμα καταδικάζοντας τις σταλινικές του πρακτικές και διαχωρίζοντας τις θέσεις του για τη στάση του ΚΚΓ στα γεγονότα της Τσεχοσλοβακίας. Το 1982 ασπάστηκε τις θέσεις του Ισλάμ πήρε το όνομα Ragaa και έκτοτε ανάπτυξε πολλές αντι- ισραηλινές θέσεις.
Όταν εξέδωσε το βιβλίο του «Οι θεμέλιοι μύθοι της ισραηλινής πολιτικής» («Les mythes fondateurs de la politique israelienne», εκδ. La Vieille Taupe, 1996) προπξενήθηκε ένας πανικός στον ευρωπαικό τύπο αφού αμφισβήτησε το Ολοκάυτωμα : «Το Ολοκαύτωμα δεν συνέβη όπως μαςλένε», υποστήριξε. Καταγγέλθηκε από δυο αντιρατσιστικές οργανώσεις και διώχθηκε σύμφωνα με το γαλλικό νόμο που απαγορεύει την αμφισβήτηση της γενοκτονίας εις βάρος των εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας κατά το Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Για την επίθεση στους δίδυμους πύργους στη Νέα Υόρκη υποστήριξε ότι επρόκειτο για προβοκάτσια των ΗΠΑ. Οι μουσουλμάνοι τον ανέδειξαν σε ηγέτη – φιλόσοφο.
Συνολικά έγραψε πάνω από 50 βιβλία πολλά απο αυτά στο πεδίο της πολιτικής φιλοσοφίας.