Παράκτια μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι θα κινδυνέψουν να καταποντισθούν στη θάλασσα, αφού η στάθμη της αναμένεται να ανεβεί. Οι μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας ημέρας – νύχτας ενδέχεται να προκαλέσουν θραύσεις και άλλες φθορές στα πετρώματα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα μπορεί να επιφέρουν τεράστιες καταστροφές σε μνημεία, που είναι κατασκευασμένα από εύθρυπτα υλικά.

Δεν πρόκειται όμως για σενάρια καταστροφολογίας αλλά για πιθανές εξελίξεις, που μπορεί να συμβούν μέσα στην εκατονταετία που διανύουμε, όπως λένε οι επιστήμονες. Κι αυτό ακριβώς εξετάζεται στο συνέδριο «Κλιματική αλλαγή και διαχείριση αρχαιολογικών χώρων», που πραγματοποιείται ως και σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης από τη μη κερδοσκοπική Πρωτοβουλία για την Ανάδειξη της Πολιτιστικής Κληρονομιάς (από το 2009 έχει τεθεί υπό την αιγίδα του ΥΠΠΟΤ) σε συνεργασία με ICCROM που είναι ο πιο σημαντικός διακρατικός φορέας για τη συντήρηση των μνημείων παγκοσμίως, το Καναδικό Ινστιτούτο Συντήρησης, το Πανεπιστήμιο του Κεντ και το UCL – Qatar.

Πρόκειται για το πρώτο συνέδριο που δεν θέτει απλώς επί τάπητος το ζήτημα των επιπτώσεων στα μνημεία από τις κλιματικές αλλαγές αλλά και προτείνει τρόπους διαχείρισής τους.

Ως το 2100, όπως λέει ο καθηγητής Φυσικής της Ατμόσφαιρας, ακαδημαϊκός Χρήστος Ζερεφός στην Ελλάδα η θερμοκρασία του αέρα αναμένεται να αυξηθεί κατά 3 °C (στο καλό σενάριο) ή κατά 4,5 °C (στο πιο ακραίο) κι αυτή η αύξηση θα είναι μεγαλύτερη στην ηπειρωτική χώρα σε σχέση με τις νησιωτικές περιοχές αλλά και πιο έντονη το καλοκαίρι και το φθινόπωρο παρά τον χειμώνα και την άνοιξη. Οσον αφορά τις βροχοπτώσεις εξάλλου, αναμένεται μείωση σε όλη τη χώρα κατά 5% ή 19% (που είναι και το χειρότερο σενάριο).

Αλλα άσχημα νέα είναι, ότι στις ημέρες κατά τις οποίες οι ημερήσιες θερμοκρασίες ξεπερνούν τους 35 °C, θα προστεθούν άλλες 35 έως 40 ετησίως ενώ οι λεγόμενες «τροπικές νύχτες» με θερμοκρασία 20°C θα αυξηθούν με την προσθήκη άλλων 50!

Η προσαρμογή των ανθρώπων σε τέτοια ακραία καιρικά φαινόμενα είναι ασφαλώς πρώτη προτεραιότητα, ταυτόχρονα όμως η Ελλάδα με την τεράστια πολιτιστική κληρονομιά, πλεονέκτημα που οφείλει να προστατέψει και να διατηρήσει, θα κληθεί να λάβει εγκαίρως μέτρα για τη διάσωσή της.

Αλλωστε, όπως λέει δηλώνει ο διευθυντής της Πρωτοβουλίας δρ Ευάγγελος Κυριακίδης «η πολιτιστική κληρονομιά είναι μη ανανεώσιμη πηγή πολιτισμού, εκπαίδευσης, υπερηφάνειας και βιώσιμης ανάπτυξης». Προσθέτοντας ότι «οι άνθρωποι, που πλήττονται, μπορεί στην έσχατη ανάγκη να μεταφερθούν σε άλλο τόπο, υφιστάμενοι ασφαλώς τις τραγικές συνέπειες. Τα μνημεία, όμως, απλώς θα καταστραφούν».

Το βέβαιο είναι ότι οι τύχες της πολιτιστικής κληρονομιάς σε παγκόσμιο επίπεδο θα δοκιμαστούν σκληρά. Η έρευνα επομένως για την μείωση των αρνητικών επιδράσεων από τις κλιματικές αλλαγές στα μνημεία του πλανήτη είναι ένα θέμα, που ολοένα και περισσότερο τα επόμενα χρόνια θα βλέπουμε να απασχολεί κράτη και διεθνείς οργανισμούς.