Θυμίζει κάπως την Κάτια Δανδουλάκη (εντάξει, μερικές δεκαετίες πίσω) «και αυτό είναι από τα καλά», μου λέει όταν της το επισημαίνω, «από αυτά που μου αρέσουν, γιατί μου έχουν πει και διάφορα άλλα που δεν μου πολυαρέσουν». Ολίγον τι δύσκολο βέβαια να βρεις κάτι που να μη σου αρέσει στη Μαρκέλλα Γιαννάτου. Στο άνθος της ηλικίας της, η ηθοποιός είναι απερίγραπτα όμορφη και αρκετά έξυπνη ώστε να μην επιτρέπει στην ομορφιά να επισκιάσει τη δουλειά της. Αυτό άλλωστε είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της ταινίας «Δεσμά αίματος» του Νίκου Παναγιωτόπουλου, βασισμένη όλη πάνω στη Γιαννάτου: παρά τις άκρως προκλητικές σκηνές της δίπλα στον Γιάννη Στάνκογλου, αν κάτι διαρκώς σε απασχολεί είναι αυτό που δεν βλέπεις στην ταινία, δηλαδή το μυστήριο που βρίσκεται κρυμμένο στο μυαλό της ηρωίδας. Ο ρόλος της Μαργαρίτας στα «Δεσμά αίματος» είναι ούτως ή άλλως πολύ ιδιαίτερος: μία αεροσυνοδός που κινείται στον δικό της χωροχρόνο ή, όπως η ίδια λέει, «ενώ βρίσκεται συνεχώς στον ουρανό, στην ουσία είναι καθηλωμένη σε μια μονότονη ζωή».
Επιλέγω…
Να έχω επιλογές, αλλά επειδή ζούμε σε μια περίοδο που αυτό γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο, νομίζω πως κάθε φορά που έχω αυτή τη δυνατότητα επιλέγω τον κινηματογράφο.
Με απασχολεί…
Το θέμα του χρόνου, γι’ αυτό και ο κινηματογράφος μου αρέσει περισσότερο από το θέατρο, γι’ αυτό και βλέπω περισσότερο κινηματογράφο απ’ ό,τι θέατρο. Με το σινεμά είναι σαν να ξεγελάς τον χρόνο. Είτε παρακολουθείς σινεμά είτε παίζεις σινεμά, υπάρχει παιχνίδι – είναι σαν να παγώνεις τη στιγμή. Στο θέατρο, που έχει διαφορετική ροή, δεν το αισθάνεσαι τόσο έντονα.
Θέλησα…
Να αναλάβω αυτόν τον ρόλο γιατί εκτιμώ το κινηματογραφικό έργο του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Το πιο γοητευτικό στοιχείο αυτής της γυναίκας είναι πως, ενώ είναι αεροσυνοδός και βρίσκεται συνεχώς στον ουρανό, στην ουσία είναι καθηλωμένη σε μια μονότονη ζωή.
Δυσκολεύτηκα…
Να βρω τον τρόπο να ερμηνεύσω μια γυναίκα που, ενώ τυπικά ζει στην Αθήνα του σήμερα, ταυτόχρονα κινείται σε έναν δικό της χωροχρόνο και πρακτικά και συναισθηματικά. Βεβαίως η πραγματική δυσκολία που έχω – όχι μόνο γι’ αυτόν τον ρόλο, αλλά γενικώς – είναι να εξηγώ στους άλλους πώς επεξεργάστηκα τους ρόλους που παίζω. Γιατί δεν είναι κάτι που γίνεται συνειδητά, έρχεται στην πορεία.
Δουλεύω…
Εδώ και έξι-επτά χρόνια, αλλά ειλικρινά δεν μου έχει συμβεί ξανά να δω τον εαυτό μου κάπου και να μου έχει αρέσει τόσο πολύ όσο σε αυτήν την ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Εχει το άγγιγμα του σατανά… δεν ξέρω. Και το παράξενο είναι ότι όλοι οι ηθοποιοί παίξαμε αμακιγιάριστοι.
Αρνούμαι…
Να παραδοθώ στη μεμψιμοιρία και στη μιζέρια της εποχής. Αρνούμαι να εργάζομαι αμισθί σαν να είναι το επάγγελμά μου χόμπι. Αρνούμαι να δεχτώ ότι ζω σε μια χώρα όπου δεν υπάρχει καμία μέριμνα για τα ζώα. Δεν έχω συνήθως δισταγμούς, έχω κολλήματα. Δηλαδή τις περισσότερες φορές δεν είναι ότι διστάζω να κάνω κάτι, αλλά μπλοκάρω. Ενα τέτοιο κόλλημα έπαθα πρόσφατα με έναν νέο σκηνοθέτη που, όταν τον ρώτησα κάτι για το σενάριο, μου απάντησε ότι αυτή την ερώτηση δεν θα την έκανα ποτέ στον Κισλόφσκι. Δεν συνεργαστήκαμε.
Ενοχλούμαι…
Από ανθρώπους που ακόμα και σήμερα κερδίζουν πολλά χρήματα χωρίς να προσφέρουν τίποτε – σε διάφορους τομείς, είτε για παράδειγμα κάποιος είναι διοικητικό στέλεχος στο ΙΚΑ είτε είναι πανελίστας και μιλάει για την καινούργια μάρκα παπουτσιών του τάδε μοντέλου. Επίσης ενοχλούμαι με την κατηγοριοποίηση καλλιτεχνών, σε όλους τους χώρους, από τη στιγμή που κανένας χορευτής δεν επέλεξε να χορεύει στα μπουζούκια και όχι στον κύριο Παπαϊωάννου ή στην κυρία Πορτόλου και κανένας ηθοποιός δεν επέλεξε να διαφημίζει είδη υγιεινής αντί να παίξει στην ταινία του κυρίου Παναγιωτόπουλου ή του κυρίου Τσίτου. Είναι γνωστό σε όλους πώς και γιατί λειτουργούν οι περισσότεροι καλλιτέχνες και είναι καιρός να ξεπεραστούν όλα αυτά και να σταματήσουμε να συμπεριφερόμαστε σαν δογματικοί κήρυκες.
Παρακολουθώ…
Αδιαλείπτως το twitter. Υπάρχουν πολλοί έξυπνοι άνθρωποι εκεί και ορισμένα σύντομα σχόλιά τους μου φαίνονται πιο κοφτερά από οποιαδήποτε εκπομπή της ελληνικής τηλεόρασης. Είμαι φαν αμερικανικών τηλεοπτικών σειρών όπως το «In treatment» και το «Lie to me» με τον τρομερό Τιμ Ροθ. Παρακολουθώ αδιαλείπτως τις εκδόσεις Γαβριηλίδη περιμένοντας κάθε νέα έκδοση του κ. Θοδωρή Καλλιφατίδη και πάντα περιμένω μήπως εμφανιστεί ξανά ο κ. Παναγιώτης Χατζηστεφάνου στην τηλεόραση.
Αποδοκιμάζω…
Κάθε άνθρωπο που κατέχει θέση, ενίοτε εξουσίας, την οποία δεν κέρδισε με την αξία του. Ας μην μπω στη διαδικασία παραδειγμάτων γιατί δεν θα τελειώσουμε ποτέ. Επίσης ζούμε στη μόνη χώρα όπου η έννοια «overqualified» είναι χειρότερη από το αντίθετό της, το «underqualified».
Διαβάζω…
Αυτόν τον καιρό το «Ενα κάποιο τέλος» του Τζούλιαν Μπαρνς. Ο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο Φερνάντο Πεσόα. Συνήθως προτιμώ βιβλία που βρίσκω μόνη μου στα βιβλιοπωλεία και όχι αυτά που μου προτείνουν φίλοι ή αυτά που προτείνουν οι κριτικοί. Οταν μπαίνεις στο βιβλιοπωλείο είναι λίγο και σαν να σε διαλέγει το βιβλίο που αποφασίζεις να πάρεις – όχι το αντίθετο. Ανάλογα με την κατάσταση που βρίσκεσαι εκείνη την περίοδο. Είναι σαν να σου λέει «πάρε με».
Φοβάμαι…
Τα αυτονόητα και τα ευκόλως εννοούμενα. Αλλά και πάλι, το τι είναι αυτονόητο και ευκόλως εννοούμενο για τον καθένα, είναι – δεν ξέρω – λίγο περίεργο. Τον θάνατο, για παράδειγμα, τον φοβάμαι σε σχέση με τους δικούς μου ανθρώπους, όχι σε σχέση με μένα. Φοβάμαι την απογείωση στα αεροπλάνα. Φοβάμαι να κάνω παιδί, τη γραφειοκρατία και φυσικά την ανεργία.
Συχνάζω…
Στο σπίτι μου. Βγαίνω όσο το δυνατόν λιγότερο, αλλά και όταν βγαίνω πηγαίνω είτε σινεμά είτε στο σπίτι κάποιου πολύ φίλου μου. Εχω επιλέξει να περνάω όσο περισσότερο χρόνο μπορώ στο σπίτι μου, γιατί αυτό πραγματικά μου αρέσει. Πέσατε σε πραγματικό… ποντικάνθρωπο.
πότε και που:
Η ταινία «Δεσμά αίματος» προβάλλεται αποκλειστικά στην αίθουσα Αθήναιον (Αμπελόκηποι).
Το μυθιστόρημα της Μαρίας Πάουελ στο οποίο είναι βασισμένη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ