Ναυάγια αρχαία, βυζαντινά αλλά και νεώτερα, καθώς και ένας βυθισμένος στη θάλασσα οικισμός εντοπίσθηκαν από τις υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν το φθινόπωρο από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων στην οποία προΐσταται η δρ. Αγγελική Γ. Σίμωσι. Τέσσερα, άγνωστα ως τώρα ναυάγια, που ήταν φορτωμένα με αμφορείς και χρηστικά αγγεία του πληρώματος εντοπίσθηκαν και καταγράφηκαν κατά την έρευνα στην ευρύτερη περιοχή του κόλπου του Ηρακλείου Κρήτης ως την νησίδα Δία στο διάστημα από 23 Σεπτεμβρίου έως 16 Οκτωβρίου.
Πρόκειται για δύο ναυάγια των ρωμαϊκών χρόνων, το ένα με κρητικούς αμφορείς του 1ου – 2ου αιώνα μ. Χ. και το άλλο με υστερορωμαϊκούς αμφορείς (5ος – 7ος αιώνας μ. Χ.), καθώς και δύο με βυζαντινούς, το ένα εκ των οποίων χρονολογείται στον 8ο – 9ο αιώνα μ. Χ. ενώ το δεύτερο είναι μεταγενέστερο. Παράλληλα εντοπίστηκε εκ νέου το φορτίο ναυαγίων με ροδιακούς αμφορείς του 1ου – 2ου αιώνα μ. Χ., που αρχικώς είχε επισημάνει και είχε ανασκάψει μερικώς το 1976 ομάδα αρχαιολόγων του τότε υπουργείου Πολιτισμού και Επιστήμων με τον Ζακ Υβ Κουστό. Ολα πάντως τεκμηριώθηκαν με μετρήσεις και ανέλκυση ευρημάτων, κινηματογραφήθηκαν και αποτυπώθηκαν φωτογραφικά σε εικόνες υψηλής ανάλυσης για τη δημιουργία φωτομωσαϊκών.
Οι αρχαιολόγοι εντόπισαν εξάλλου και τρία ναυάγια των νεωτέρων χρόνων, τα οποία προστατεύονται από τον Αρχαιολογικό νόμο ως πολιτιστικά αγαθά, καθώς επίσης και τέσσερις περιοχές προσωρινής αγκυροβολιάς (καταφύγια), που βρίθουν αρχαιολογικού υλικού διαφόρων εποχών και προελεύσεων (αμφορείς, χρηστικά και επιτραπέζια αγγεία, λίθινες και μολύβδινες άγκυρες, αλιευτικά βάρη κλπ.). Λόγω του μεγάλου ενδιαφέροντος των αποτελεσμάτων μάλιστα, η έρευνα θα συνεχισθεί και το 2012. Την διεύθυνσή της είχε ο καταδυόμενος αρχαιολόγος δρ.
Θ. Θεοδούλου με τη συμμετοχή των καταδυόμενων αρχαιολόγων
Δ. Ευαγγελιστή και
Γ. Κουτσουφλάκη ενώ με την Εφορεία συνεργάστηκε το Woods Hole Oceanographic Institution της Μασαχουσέτης δια του αρχαιολόγου – τεχνολόγου δρ.
Β. Foley.Στην τεχνική υποστήριξη της έρευνας συνεργάστηκε και το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών δια του γεωλόγου
Δ. Σακελλαρίου.
Το ΕΛΚΕΘΕ διέθεσε το ερευνητικό σκάφος «Αλκυών», εξοπλισμένο με πολυδιαυλικό βυθόμετρο υψηλής διακριτικότητας (multibeam), τομογράφο υποδομής πυθμένα (sub – bottom profiler) και όργανο μέτρησης φυσικών παραμέτρων (CTD).
Αλλη ομάδα της Εφορείας Εναλίων πραγματοποίησε την αποτύπωση κτισμάτων, που είχαν εντοπισθεί από το 1995 στο βυθό του κόλπου της Γέρας στο νησί της Λέσβου.
Πρόκειται για θεμελιώσεις κτιρίων και πλήθος οστράκων που βρίσκονται σε βάθος μόλις 2,5 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, γεγονός που οδηγεί την Εφορεία στον προγραμματισμό νέας υποβρύχιας ανασκαφικής έρευνας στην περιοχή, ώστε να προσδιοριστεί η έκταση του βυθισμένου οικισμού και η χρονολόγησή του, και το σημαντικότερο, να προσδιοριστεί αν τα κατάλοιπα αποτελούν την προέκταση του αρχαίου παράλιου οικισμού του Κάτω Τρίτους, που χρονολογείται, από τον 3ο π. Χ. ως τον 3ο μ. Χ. αιώνα. Η υποβρύχια αποτύπωση πραγματοποιήθηκε από καταδυτικό κλιμάκιο της Εφορείας αποτελούμενο από την καταδυόμενη αρχιτέκτονα Αικατερίνη Ταγωνίδου, τον καταδυόμενο πολιτικό μηχανικό Αθανάσιο Στεργίου και τον δύτη Βασίλη Γλέζο.
Υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα πραγματοποιήθηκε και στην Τήλο, συγκεκριμένα στον όρμο των Λιβαδίων, όπου επαναπροσδιορίσθηκε η θέση δύο γνωστών από το παρελθόν ναυαγίων. Το ένα είναι ναυάγιο ξύλινου σκάφους των χρόνων του Μεσοπολέμου, το σκαρί του οποίου σώζεται σε καλή κατάσταση ενώ πάνω στο σκάφος βρέθηκαν διαβρωμένοι πυροκροτητές και πολλές δεσμίδες φυσιγγίων, διάφορα σκεύη, κομμάτια από τον εξοπλισμό του πλοίου κ. α. Τέλος στην βόρεια βραχώδη ακτή του νησιού εντοπίσθηκε πλήθος οστράκων αμφορέων, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων ανήκουν σε ροδιακούς του 1ου μ. Χ. αιώνα και τμήματα κεραμικής από χρηστικά αγγεία. Το γεγονός συνηγορεί στην ύπαρξη ναυαγίου θαμμένου κάτω από την άμμο.