Στην απογευματινή παράσταση παίζει στον «Βασιλικό». Στη βραδυνή, στην «Αυλή των θαυμάτων». Από τη μια είναι το έργο του Αντώνιου Μάτεσι και από την άλλη του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Αλλοτε είναι η Οβρία (Εβραία) άλλοτε η Αννετώ: Η Μίνα Αδαμάκη βρέθηκε την τρέχουσα θεατρική σεζόν (2011-’12) να κάνει πρόβες και να παίζει σε δύο έργα, και τα δύο στο Εθνικό Θέατρο. Ευτυχής που συμμετέχει «σ΄αυτό το διετές πρόγραμμα που μας επιστρέφει στην καταγωγή και τις ρίζες μας», η έμπειρη ηθοποιός επιστρέφει στην πρώτη σκηνή της χώρας μετά από πολλά χρόνια και αναρωτιέται μαζί με τον Γιάννη Χουβαρδά «Τι είναι η πατρίδα μας;» – ένας τόσο τρυφερός και ειρωνικός υπότιτλος», εξηγεί.
«Είναι η πρώτη φορά που βρέθηκα να κάνω δύο παράλληλες πρόβες, κάτι που είναι εξαιρετικά δύσκολο και στη συνέχεια να παίζω σε δύο έργα», λέει η Μίνα Αδαμάκη που βίωσε αυτή την εμπειρία «πάνω στη γέννα και των δύο ρόλων. Πρόκειται για μια δημιουργική διαδικασία, επισφαλή, όπου τίποτα δεν είναι σίγουρο. Στις πρόβες βάζεις όλη την ενέργεια και στις παραστάσεις αφήνεις τα πράγματα να συμβούν. Το στοίχημα για μένα ήταν να καταφέρω ώστε τα πράγματα να συμβαίνουν «τώρα» επί σκηνής και στον ρόλο της Εβραίας και της Αννετώς. Ταυτοχρόνως ψάχνεις, ανακαλύπτεις… Δεν το έχω ξαναζήσει όλο αυτό και με έχει συνεπάρει».

{{{ moto }}}Διότι επί έναν τουλάχιστον μήνα συνέπεσαν οι πρόβες και η ίδια δούλευε το πρωί με τον Σπύρο Ευαγγελάτο για τον «Βασιλικό» και το βράδυ με τον Γιάννη Κακλέα στην «Αυλή των θαυμάτων», δύο σκηνοθέτες με τους οποίους δεν είχε ξανασυνεργασθεί στο παρελθόν. «Είχα κι έχω ακόμα το άγχος να σταθώ και στους δύο ρόλους. Γιατί ο καθένας σε διεκδικεί κι εγώ από την μεριά μου πρέπει να βάλω σαφείς διαχωριστικές γραμμές. Σε όλη αυτή τη διαδικασία με βοήθησε ιδιαίτερα το γεγονός ότι πρόκειται για δύο πολύ διαφορετικά πρόσωπα, οπότε δεν διέτρεχα τον κίνδυνο να μεταφέρω πράγματα από τον έναν στον άλλον. Επίσης, η κάθε μία από τις δύο γυναίκες έχει τη δική της, ξεχωριστή γοητεία». Γι΄αυτό κι ανάμεσα στην Εβραία και την Αννετώ, η Μίνα Αδαμάκη δεν μπορεί να διαλέξει…

Η Οβραία (Εβραία) Μαντζαρντό «είναι ένα πρόσωπο-σύμβολο, ένα πραγματικό πρόσωπο. Η ιστορία της είναι καταγεγραμμένη στα χρονικά της Ζακύνθου και αφορά στα μεγάλα πογκρόμ κατά των εβραίων τον 18ο αιώνα. Μέσα από τον μονόλογό της κάνει μια βαθιά κριτική της κοινωνίας – μια κριτική μέσω της οποίας ο συγγραφέας παίρνει, διακριτικά, θέση. Αποτελεί άλλωστε ένα πολιτικό στοιχείο μέσα στον «Βασιλικό»». Κι εδώ ίσως να βρίσκεται η συγγένεια των δύο ρόλων. «Πολιτικό στοιχείο διαθέτει και η «Αυλή των θαυμάτων», όχι όμως με τη στενή έννοια. Χωρίς κανέναν διδακτισμό και μέσα από τις σχέσεις των ανθρώπων, ο Καμπανέλλης βγάζει ολόκληρη την κοινωνία και σκιαγραφεί τους ανθρώπους. Η Αννετώ, ωστόσο, είναι πιο κοντά μας. Είναι συγγενής, γνώριμη. Το ζήτημα ήταν και είναι να μην γίνει ούτε η Αννετώ, ούτε οι άλλοι ήρωες γραφικές και μονοσήμαντες προσωπικότητες. Να μην γίνουν τύποι αλλά χαρακτήρες, να έχουν βάρος, να μην είναι χάρτινες… Γιατί και η Αννετώ είναι ένας ρόλος με βάθος. Δεν είναι η κακιά -έχει σύνθετο χαρακτήρα, πάσχει από μοναξιά και έλλειψη αγάπης και τρυφερότητας. Εχει μέσα της ένα μεγάλο κενό κι αυτό την κάνει επιθετική, εγωίστρια και κλειστή». Κι αν ο μονόλογος της Εβραίας φεύγει «μονορούφι», η Αννετώ κάνει τη σκηνική της διαδρομή, «από το ανάλαφρο περνά στο σκοτεινό και από εκεί στο σπάσιμο για να ανακαλύψεις τις ρωγμές της».
Και η Μίνα Αδαμάκη καταλήγει: «Απολαμβάνω πολύ όλο αυτό το παιχνίδι. Γιατί το παιχνίδι είναι η βάση της τέχνης. Κι είμαι ευτυχής που βρίσκομαι στο Εθνικό Θέατρο στην καλύτερη περίοδο που διανύει και συνεργάζομαι με δύο διαφορετικούς αλλά ενδιαφέροντες και ουσιαστικούς σκηνοθέτες, όπως ο Ευαγγελάτος και ο Κακλέας».