Με τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που μόλις ξεκίνησε τις παραστάσεις της στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, και τον «Ερωτόκριτο» του Βιτσέντζου Κορνάρου, που θα κάνει πρεμιέρα την προσεχή Παρασκευή στο ανακαινισμένο Ακροπόλ, επιστρέφει, όπως λέει, στα ουσιώδη της ζωής και της τέχνης. Εφέτος ο Στάθης Λιβαθινός, ο οποίος συνεχίζει τη συνεργασία του με την Μπέτυ Αρβανίτη, προτείνει παράλληλα με την ομάδα του ένα από τα μεγάλα έργα της νεοελληνικής δραματουργίας. Και την άνοιξη σχεδιάζει να επανέλθει με τον «Ηλίθιο» του Ντοστογέφσκι.

Επιλέγω δύο παρηγορητές της ανθρωπότητας και της ελληνικής ζωής, τον Βιτσέντζο Κορνάρο και τον Παπαδιαµάντη, γιατί η παρηγοριά στη συγκεκριµένη φάση που ζούµε είναι σηµαντική πράξη. Αυτή τη στιγµή δεν µε ενδιαφέρει να µιλήσω γι’ αυτό που βλέπω γύρω µου. Παράλληλα ήθελα η εφετινή χρονιά να έχει ένα κοινό θέµα: το αφηγηµατικό θέατρο, το οποίο µε αφορά από την εποχή που έκανα τη «Νοσταλγό» του Παπαδιαµάντη στο Υπόγειο του Τεχνοχώρου (σ.σ.: ακολούθησαν οι παραστάσεις «Αυτό που δεν τελειώνει» και «Ο Ηλίθιος»). Τα δύο εφετινά έργα οδηγούν στις απαρχές του θεάτρου όπου ο ηθοποιός είναι και αφηγητής. Περιέχει και το τρίτο πρόσωπο. Και αυτός είναι ο βαθύτερος προβληµατισµός της εποχής µας, ο άλλος.

Θέλω να µιλήσω για Αναγέννηση. Γι’ αυτό επιλέξαµε τον «Ερωτόκριτο». Με θέµατα όπως η πίστη, η ακατανίκητη ορµή του έρωτα και η γλώσσα, η µεγαλύτερη περιπέτεια του έργου, την οποία και θα χρησιµοποιήσουµε, όπως και στη «Φόνισσα». Μια γυναίκα που σκοτώνει τα παιδιά της, µήπως σας θυµίζει κάτι; Ξέρετε καµιά χώρα που να το κάνει αυτό; Και αν είναι τα παιδιά των άλλων, ένας λόγος παραπάνω. Η συµπόνια και η συγχώρεση είναι επίσης θέµατα του έργου. Χωρίς συµπόνια και συγχώρεση η δική µας κοινωνία δεν θα πάει µπροστά σε τίποτα.

Χρησιµοποιώ δύο γλώσσες: του Βιτσέντζου Κορνάρου και του Παπαδιαµάντη. Για τον «Ερωτόκριτο» ετοιµάζοµαι από πολύ µικρός. Ηταν ο πρώτος δίσκος που άκουσα στη ζωή µου µε τη θεϊκή φωνή του θείου µου, του Μάνου Κατράκη, σε µουσική του Νίκου Μαµαγκάκη. Νοµίζω ότι ο «Ερωτόκριτος» µε σηµάδεψε πάρα πολύ νωρίς. Για να το κάνεις στο θέατρο χρειάζεται προετοιµασία. Εχεις έναν φόβο για το αν επαρκούν τα µέσα που διαθέτεις. Πρέπει να κρύψεις τη λογοτεχνία στο θέατρο, ώστε να µπορεί πάντα ο θεατής να φαντάζεται κάτι περισσότερο από αυτό που θα µπορούσε να διαβάζει αν το διάβαζε µόνος του. Το ένα έργο περιέχει το αρχέτυπο της ελληνικής λογοτεχνίας και της ποίησης και το άλλο είναι η αρχή του αιώνα, µέσα στον οποίο συνέβησαν τα πιο σηµαντικά γεγονότα της ελληνικής ζωής.

Θεωρώ ότι η γλώσσα είναι ίσως ο πιο ισχυρός αγωγός πετρελαίου που έχουµε. ∆ιαπερνά τις εποχές και φαίνεται να µην εξαντλείται.

Η ελληνική γλώσσα είναι το µόνο πράγµα που δεν µπορεί να εκποιηθεί, να πουληθεί, να δανειστεί. Κρίµα. Αν µπορούσαµε να τη δανείσουµε, θα είχαµε ξεπληρώσει όλα µας τα χρέη προς όλους. Μπορεί να πτωχαίνει µε τον χρόνο, αλλά µόνον ως προς τη χρήση που της κάνουµε, όχι ως προς την ουσία της.

Ονειρεύοµαι αυτό που µας λείπει, αυτό που θα θέλαµε να είµαστε, αυτό που πρέπει να είµαστε και δεν είµαστε. Η βαθύτερη ανάγκη µας είναι να ακούσουµε το ουσιώδες. Μαζί µε τα χρήµατα χάνεται κυρίως το ουσιώδες. Για όσους ανθρώπους υπάρχει µια αληθινή αναζήτηση, νοµίζω ότι τέτοια ερωτήµατα έχεις και στον ύπνο σου. Το ότι ζούµε σε µια εποχή απόλυτης µετριότητας, αυτό δεν σηµαίνει ότι δεν υπάρχει χώρος για τα άλλα.

Aγανακτώ και πιστεύω ότι θα έπρεπε όλοι να αγανακτούµε για την έλλειψη οµορφιάς, τη µετριότητα, την έλλειψη διαλόγου στην πραγµατική µας ζωή – νοµίζω ότι είναι λόγοι για να αγανακτούµε. ∆εν ξέρω αν έχουµε ξυπνήσει ή όχι. Αυτό θα φανεί από τη συνέχεια. Γιατί νοµίζω ότι η φασαρία δεν είναι πάντοτε δείγµα ότι ένας λαός ξύπνησε. Χρειάζεται ψυχραιµία, ώριµη σκέψη και αυτογνωσία για να πεις ότι κάποιος είναι πραγµατικά ξύπνιος. Η έννοια του ξυπνάω παραπέµπει άλλωστε στη θρησκεία και στη φιλοσοφία. Οτι πολλοί άνθρω- ποι βγαίνουν και ουρλιάζουν όλοι µαζί δεν σηµαίνει ότι δεν θα κοιµηθούν και όλοι µαζί. Το ξύπνηµα είναι κάτι βαθύτερο και δεν έχει να κάνει µε την ένταση της φωνής, αλλά µε την παιδεία.

Πιστεύω στην παιδεία. Είναι το πρώτο και απαραίτητο στοιχείο. Αλλά οι άνθρωποι που ασχολούνται µε την παιδεία, και δη µε τη θεατρική, λιγοστεύουν. Γνωρίζω νέους σκηνοθέτες 45 χρόνων και ακόµη πιο νέους, 60 χρόνων. Το τι σηµαίνει νέος δηµιουργός δεν έχει να κάνει µε την ηµεροµηνία γέννησης. Και όλα αυτά δεν µπορεί να τα διαπραγµατευθεί κανείς αν δεν έχει µια στουντιακή αρχή στη ζωή του: δηλαδή µια τέχνη που γεννιέται σαν µέσα σε στούντιο και να δηµιουργείται µαζί, µε ανθρώπους που σπουδάζουν και αναρωτιούνται, που επεξεργάζονται τα µεγάλα ερωτήµατα της ζωής. Και όχι πηγαίνοντας κατευθείαν στην παραγωγή, αναλαµβάνοντας σκηνοθεσίες εδώ κι εκεί, για να µπούνε µέσα στο σύστηµα. Το να µπεις στο σύστηµα δεν είναι κακό, θα το πάθεις κάποια στιγµή, αλλά το θέµα είναι πώς θα µπεις και τι ρόλο θα παίξεις…

Επιστρέφω στο συλλογικό θέατρο και πιστεύω ότι αυτό είναι το µέλλον του θεάτρου, κρατικού και ιδιωτικού. Το µη συλλογικό θέατρο θα έπρεπε να είναι η εξαίρεση. Προσωπικά δεν αισθάνοµαι µοναξιά, γιατί δεν µε αφήνει η συντεχνία. Νοµίζω ότι πολλοί άνθρωποι παρακολουθούν από πολύ κοντά όλα αυτά που κάνω και συζητώ. Το ότι όλοι στην τέχνη είναι απασχοληµένοι και δεν έχουν χρόνο για διάλογο, δεν σηµαίνει ότι δεν έχουν ούτε διάθεση. Γι’ αυτό και δηµιουργήθηκε το Forum Σκηνοθετών, το οποίο προχωρεί αργά, αλλά συνεχίζει να υπάρχει.

∆εν χωρίζω τους ανθρώπους σε πολιτικούς και µη. Για µένα υπάρχουν άνθρωποι που βυθίζονται στο σκοτάδι της πλατείας και συγκινούνται. Ποτέ µου δεν πίστεψα, ούτε και τώρα, ότι το πρόβληµα της εποχής µας είναι οι πολιτικοί. ∆ιαφωνώ απόλυτα µε αυτή την επικινδυνότατη σκέψη. Πιστεύω ότι οι πολιτικοί είναι αυτοί στους οποίους ρίχνουµε τα δικά µας ελαττώµατα επειδή – σαν άνθρωποι – µας λείπει η αυτογνωσία και η αυτοκριτική. ∆εν χρειάζεται ένας πολιτικός για να µας πει ότι πρέπει να κρατάµε τους δρόµους µας καθαρούς.

Αισιοδοξώ, µε µια αισιοδοξία που εµπεριέχει πόνο και δεν είναι στο κενό. Θα ήµουν βλάκας αν έλεγα ότι αυτά που βλέπω µε ενθουσιάζουν. Με ενθουσιάζει το πού θα µπορέσει να πάει η ζωή µας κάποια στιγµή, αν αρχίσουµε να έχουµε τα µάτια µας ανοιχτά. Και η τέχνη είναι αναγκαία σήµερα όσο ποτέ.

«Η Φόνισσα» σε διασκευή – δραματουργική εργασία των Στρατή Πασχάλη και Στάθη Λιβαθινού, σκηνογραφία Ελένης Μανωλοπούλου, φωτισμούς Αλέκου Αναστασίου. Παίζουν: Μπέτυ Αρβανίτη, Τζίνη Παπαδοπούλου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Λίλη Μελεμέ κ.ά. Οι παραστάσεις άρχισαν στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας.

«Ερωτόκριτος» σε σκηνογραφία Ελένης Μανωλοπούλου και μουσική Θοδωρή Αμπαζή. Παίζουν: Δημήτρης Ημελος, Μαρία Ναυπλιώτου, Νίκος Καρδώνης, Μαρία Σαββίδου, Κόρα Καρβούνη κ.ά. Πρεμιέρα στις 18/11 στο Ακροπόλ.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ