«Πριν από µία ώρα τελείωσα τα δύο πρώτα µέρη µιας µεγάλης συµφωνικής σύνθεσης. Αν καταφέρω να τη συνεχίσω, αν µπορέσω να ολοκληρώσω το τρίτο και το τέταρτο µέρος, τότε ίσως να είµαι σε θέση να ονοµάσω το έργο αυτό την Εβδοµη Συµφωνία µου. Γιατί σας το λέω; Για να ξέρετε όλοι εσείς που µε ακούτε ότι η ζωή στην πόλη µας συνεχίζεται κανονικά».Ηταν 17 Σεπτεµβρίου 1941 όταν µε τις παραπάνω φράσεις ο Ντµίτρι Σοστακόβιτς απευθυνόταν µέσω ραδιοφώνου στους συµπολίτες του σε µια προσπάθεια να τους δώσει κουράγιο καθώς η πολιορκία του Λένινγκραντ από τους Γερµανούς είχε αρχίσει από δεκαπενθηµέρου. Παγιδευµένος στην πόλη, ο συνθέτης συνέχιζε τη δουλειά του. Το ίδιο εκείνο βράδυ των ραδιοφωνικών του παραινέσεων µάλιστα, έπαιξε ό,τι είχε ήδη έτοιµο από το έργο σε µια παρέα φίλων του µουσικών.
Οταν τελείωσε το πρώτο µέρος, ήχησαν οι σειρήνες ενός ακόµη βοµβαρδισµού, αλλά ουδείς κουνήθηκε από τη θέση του. Ο Σοστακόβιτς ζήτησε συγγνώµη και έτρεξε να µεταφέρει την οικογένειά του στο πλησιέστερο καταφύγιο. Μόλις επέστρεψε, επανέλαβε το πρώτο και στη συνέχεια έπαιξε το δεύτερο µέρος. Η ενθουσιώδης αντίδραση των φίλων του ήταν αυτή που τον ενθάρρυνε να συνεχίσει τη σύνθεση την ίδια κιόλας νύχτα.
Το τρίτο µέρος ολοκληρώθηκε στο Λένινγκραντ στις 29 Σεπτεµβρίου. ∆ύο ηµέρες αργότερα ο ίδιος και η οικογένειά του έπαιρναν τον δρόµο για τη Μόσχα και αργότερα για το Κούιµπισεφ (σηµερινή Σαµάρα), όπου, επιτέλους, η Συµφωνία ολοκληρώθηκε στις 27 ∆εκεµβρίου 1941.
Για την περίφηµη Εβδόµη Συµφωνία του Σοστακόβιτς, την επονοµαζόµενη «του Λένινγκραντ», την οποία παρουσιάζει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ανήµερα την 28η Οκτωβρίου, έχουν κατά καιρούς χυθεί τόνοι µελανιού.
Η αλήθεια είναι ότι στην εποχή της υπήρξε εξαιρετικά δηµοφιλής τόσο στην τότε Σοβιετική Ενωση όσο και στη ∆ύση ως ο θούριος της αντίστασης κατά του εθνικοσοσιαλιστικού µιλιταρισµού. Ακόµη και σήµερα θεωρείται η κορυφαία µουσική διαθήκη του µισού εκατοµµυρίου θυµάτων της φοβερής πολιορκίας του Λένινγκραντ (η σηµερινή Αγία Πετρούπολη), η οποία διήρκεσε 900 ολόκληρες ηµέρες, αλλά και γενικότερα των 25 εκατοµµυρίων σοβιετικών πολιτών που έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου εξαιτίας της γερµανικής εισβολής.
Ωστόσο στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέµου το έργο υποβαθµίστηκε. Τα πρώτα χρόνια της Περεστρόικα προβλήθηκε έντονα η άποψη ότι η Εβδόµη Συµφωνία αποτελεί φωνή αντίστασης απέναντι όχι µόνο στον ναζισµό αλλά σε κάθε µορφή ολοκληρωτισµού, γεγονός που συνέβαλε αποφασιστικά στην επανεκτίµηση και στην αποκατάστασή της.
Προκειµένου να υποστηριχθεί ένας τέτοιος ισχυρισµός, κοµβικό σηµείο αποτελεί η έναρξη της σύνθεσης του έργου. Στο πλαίσιο αυτό και µε δεδοµένα τα όσα έχουν κατά καιρούς δει το φως της δηµοσιότητας περί καταπίεσης του Σοστακόβιτς από το σταλινικό καθεστώς, αρκετοί υποστηρίζουν ότι ο συνθέτης είχε ήδη ολοκληρώσει το πρώτο µέρος της Εβδόµης Συµφωνίας πριν από την έναρξη της πολιορκίας του Λένινγκραντ.
Χαρακτηριστικό, το περίφηµο θέµα «της εισβολής» που για χρόνια ολόκληρα θεωρούνταν ότι αποτυπώνει µουσικά την εισβάλλουσα Βέρµαχτ και όµως αργότερα ορισµένοι µουσικολόγοι υποστήριξαν ότι ο Σοστακόβιτς το είχε ήδη παρουσιάσει στους µαθητές του προτού αρχίσει ο πόλεµος µε τη Γερµανία. Μέσα από αυτό το πρίσµα, η άποψη που ήθελε τον συνθέτη να αφιερώνει το έργο του στην πόλη του Λένινγκραντ «που κατέστρεψε ο Στάλιν και αποτελείωσε ο Χίτλερ» κέρδισε έδαφος…
Η πρεµιέρα της Εβδόµης Συµφωνίας δόθηκε στο Κούιµπισεφ στις 5 Μαρτίου 1942 και 24 ηµέρες αργότερα το έργο παρουσιάστηκε στη Μόσχα. Το µουσικό κείµενο καταγράφηκε σε µικροφίλµ και έτσι κατόρθωσε να φυγαδευθεί µε αεροπλάνο στην Τεχεράνη και από εκεί στη ∆ύση, όπου πρωτοπαρουσιάστηκε στις 22 Ιουνίου 1942 στο Λονδίνο. Στις 19 Ιουλίου του ίδιου έτους παρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη από τη Συµφωνική Ορχήστρα NBC υπό τον Αρτούρο Τοσκανίνι, σε µια εκτέλεση η οποία προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια του συνθέτη.
Η πρεμιέρα της Εβδόμης Συμφωνίας στο Λένινγκραντ αποδείχθηκε πραγματική οδύσσεια. Η μοναδική ορχήστρα που εξακολουθούσε να εδρεύει στην πόλη ήταν εκείνη της Ραδιοφωνίας – αν και είχε κυριολεκτικά αποδεκατιστεί, καθώς πολλά μέλη της είχαν πεθάνει από ασιτία, ενώ άλλα πολεμούσαν στο Μέτωπο. Οι μουσικές εκδηλώσεις άλλωστε είχαν από καιρό σταματήσει, «υπακούοντας» σε μια παλιά ρωσική παροιμία σύμφωνα με την οποία «όταν ηχούν τα κανόνια, οι μούσες σωπαίνουν». Αφίσες τοιχοκολλήθηκαν στους δρόμους καλώντας τους εναπομείναντες μουσικούς να παρουσιαστούν στην Επιτροπή της Ραδιοφωνίας, ενώ κάποιοι άλλοι ανεκλήθησαν από τα χαρακώματα. Ενα αεροσκάφος έσπασε τον γερμανικό αποκλεισμό και πέταξε την παρτιτούρα μέσα σε ένα σακίδιο.
«Χριστέ μου, πόσο αδύνατοι ήταν όλοι τους» θυμόταν χρόνια αργότερα ένας από τους διοργανωτές της συναυλίας. «Πώς ζούσαν οι άνθρωποι αυτοί τους οποίους ξετρυπώσαμε από τα σκοτεινά διαμερίσματά τους; Με κόπο συγκρατήσαμε τα δάκρυά μας όταν τους είδαμε να φέρνουν τα ρούχα της συναυλίας και τα μουσικά όργανα και να αρχίζουν τις πρόβες κάτω από τον παγωμένο θόλο του στούντιο. Ηταν τόσο εξαντλημένοι ώστε η πρώτη δοκιμή διήρκεσε μόνο 15 λεπτά και αναγκαστήκαμε να τους εξασφαλίσουμε επιπλέον μερίδες φαγητού προκειμένου να συνεχίσουν τις επόμενες ημέρες, σε μια πόλη όπου κυριαρχούσε η φρίκη του θανάτου».
Η συναυλία πραγματοποιήθηκε τελικά στις 9 Αυγούστου 1942 και μεταδόθηκε, μέσω μεγαφώνων, σε ολόκληρο το Λένινγκραντ. Με την περίφημη «Επιχείρηση Μπουρίνι» που προηγήθηκε, 3.000 οβίδες εκτοξεύθηκαν εναντίον θέσεων του γερμανικού πυροβολικού προκειμένου να εξασφαλιστεί η σιγή του κατά τη διεξαγωγή της. Οπως αργότερα ο ίδιος ο συνθέτης δήλωνε στο περιοδικό «Time», «εδώ οι μούσες μιλούν μαζί με τα όπλα».
Η Συμφωνία αρ. 7 σε ντο μείζονα, έργο 60 «του Λένινγκραντ» του Ντμίτρι Σοστακόβιτς θα παρουσιαστεί στις 28/10 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τον Μίλτο Λογιάδη. Η συναυλία με τίτλο «Η μουσική ιαχή του πολέμου» περιλαμβάνει επίσης το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Αράμ Χατσατουριάν με σολίστ τον Τάσο Πάππα. Στις 20.30.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ