Νέα στέγη αποκτά το Αρχαιολογικό Μουσείο Πύλου στο φρούριο της πόλης, το Νιόκαστρο, ο τεράστιοι χώροι του οποίου πρόκειται να αξιοποιηθούν με βάση ένα νέο εξορθολογισμένο πρόγραμμα, που περιλαμβάνει αναδιάταξη και νέα διαχείριση. Σε αυτό το πλαίσιο η διαχείριση όλου του κάστρου (συντήρηση, καθαρισμός, ευπρεπισμός, διαχείριση ξενώνων κτλ.) προβλέπεται να περιέλθει αποκλειστικά στην αρμόδια 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την εισήγηση της Διεύθυνσης Βυζαντινών Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων το Αρχαιολογικό Μουσείο Πύλου θα στεγαστεί στο ισόγειο του Κτιρίου Μαιζώνος, καθώς το κτίριο όπου λειτουργεί σήμερα μέσα στον οικισμό της Πύλου είναι μικρών διαστάσεων και έχει στατικά προβλήματα και προβλήματα υγρασίας. Θα προηγηθεί βέβαια μελέτη επανέκθεσης του μουσείου.
Μετά τη μετεγκατάσταση των εκθεμάτων στο Κτίριο Μαιζώνος, εξάλλου, το παλιό κτίριο του μουσείου, αφού επισκευαστεί, θα λειτουργήσει ως επισκέψιμη αρχαιολογική αποθήκη και εργαστήριο συντήρησης.
Η συλλογή Πυώ στο σπίτι του Τσικλητήρα

Από την άλλη, η συλλογή Rene Puaux, η οποία στεγάζεται σήμερα στο ισόγειο του εν λόγω κτιρίου, θα μεταστεγαστεί σε αίθουσες του διατηρητέου κτιρίου Τσικλητήρα, οι οποίες θα παραχωρηθούν από τον Δήμο Πύλου στο υπουργείο Πολιτισμού.
Οσον αφορά τη βιβλιοθήκη, στον α’ όροφο του κτιρίου, θα χρησιμοποιείται από όλο το επιστημονικό προσωπικό των Εφορειών του ΥΠΠΟ που δραστηριοποιούνται στην περιοχή και της επιστημονικής επιτροπής Κάστρων Πυλίας, η οποία πραγματοποιεί διάφορα αναστηλωτικά έργα, μεταξύ των οποίων και το έργο στον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, μέσα στο Νιόκαστρο, ενταγμένο στο ΕΣΠΑ.
Αναδιάταξη και διαχείριση

Το Κτίριο «Πασά», το οποίο επισκευάστηκε πρόσφατα, θα χρησιμοποιείται από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων για τις περιοδικές εκθέσεις της. Στη Μεγάλη Θόλο θα εξακολουθήσουν να γίνονται συνέδρια και διαλέξεις, ενώ θα φιλοξενήσει και το «Κέντρο Αναπαράστασης της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου» με χρήση πολυμέσων.
Τα κελιά της Ακρόπολης θα λειτουργήσουν ως αποθηκευτικοί χώροι αρχαίων, εργαλείων, εξοπλισμού κτλ., ενώ ο μεγάλος αύλειος χώρος θα συνεχίσει να παραχωρείται για πολιτιστικές εκδηλώσεις. Τέλος, ο Προμαχώνας Μακρυγιάννη προορίζεται για περιοδικές εκθέσεις υπηρεσιών του ΥΠΠΟΤ ή άλλων φορέων.
«Εξορθολογισμός»

«Το Νιόκαστρο της Πύλου αποτελεί μία τυπική περίπτωση ανάδειξης μέσα στο γενικότερο πρόγραμμα που αφορά στον εξορθολογισμό των παρεχόμενων υπηρεσιών σε μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους οι οποίοι βρίσκονται σε περιοχές μεγάλης τουριστικής επισκεψιμότητας» αναφέρει επί του θέματος η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟ κυρία Λίνα Μενδώνη. Επισημαίνοντας παράλληλα την ιδιαίτερη φροντίδα που δέχθηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες το Νιόκαστρο, όπως συντήρηση, καθαρισμούς, διαχείριση, διαχείριση ξενώνων αλλά και τη διοργάνωση εκθέσεων.
«Ολα αυτά απαιτούσαν την εμπλοκή πολλών υπηρεσιών μας αλλά η διαχείριση πρέπει να περάσει τώρα στα χέρια μίας ώστε να υπάρχει αποτελεσματική λειτουργία και έλεγχος. Σύμφωνα με αρχαιολογικό νόμο και τον οργανισμό του υπουργείου αυτή είναι η 26η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων» προσθέτει.
Ενα φρούριο, μια ιστορία

Το φρούριο της Πύλου άρχισε να κτίζεται από τους Οθωμανούς το 1573, λίγο μετά την ήττα τους στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) με στόχο τον έλεγχο της νότιας εισόδου στον όρμο του Ναυαρίνου. [Η βόρεια πρόσβαση (Στενό Συκιάς ή Φάλτσα Μπούκα) και το εκεί λιμάνι στη λιμνοθάλασσα της περιοχής Διβάρι ή Ριβάρι δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν λόγω προσχώσεων.] Την ονομασία «Νιόκαστρο» έλαβε εξάλλου σε αντιδιαστολή με το προγενέστερο φρούριο του Κορυφασίου (Παλιόκαστρο ή Παλιό Ναβαρίνο), που ήλεγχε τη βόρεια είσοδο και το παλιό λιμάνι.
Στη σημερινή του μορφή το φρούριο αποτελείται από την εξαγωνική ακρόπολη και το προτείχισμά της, δύο τετράπλευρους, περίκλειστους προμαχώνες (τον δυτικό που ονομάζεται «Εβδομος» και ελέγχει την είσοδο του όρμου, και τον βόρειο του «Τζαφέρ Πασά» ή της «Σάντα Μάουρα» που δεσπόζει στο λιμάνι), επίσης τον οχυρωματικό περίβολο που ενώνει αυτά τα έργα, καθώς και τους τέσσερις κυλινδρικούς πύργους που τον ενισχύουν. Από τον οικισμό που βρισκόταν μέσα στα τείχη ελάχιστα κτίρια έχουν διασωθεί και από αυτά κάποια έχουν αναστηλωθεί ή επισκευαστεί για να στεγάσουν διάφορες εκθέσεις και άλλες λειτουργίες.