Τη λένε Μάιντα Σαρίς. Είναι Αρμένισσα της Πόλης. Το όνομά της ακούγεται ελληνικό. Σαρρή. Είναι το επώνυμο του συζύγου της. Ελληνας της Πόλης. Σ΄ αυτόν οφείλει τα ελληνικά της. Τα οφείλει όμως κυρίως στον γιο της και στα ελληνικά σχολεία όπου αυτός φοίτησε. Η Μάιντα Σαρίς ανακάλυψε τους έλληνες ζωγράφους της Κωνσταντινούπολης, ονόματα και έργα, που παρουσιάζονται τώρα σε μια έκθεση στο Ανάκτορο του Τοπ Καπί. Ανάμεσα στους ζωγράφους, βασική θέση έχει ο Κωνσταντίνος Κυζικινός στον οποίο αφιερώνεται μία αίθουσα με προσωπογραφίες του αλλά και έργα του με θρησκευτικά θέματα που είχε φιλοτεχνήσει για τις ορθόδοξες εκκλησίες της Πόλης. Οι Τούρκοι τον ξέρουν ως Καπιδαγλί Κονσταντίν, επειδή καταγόταν από την Κύζικο· και η Κύζικος στα τουρκικά είναι Καπιδάγ. Ο Κυζικινός έδρασε την εποχή της βασιλείας του σουλτάνου Σελίμ του Γ΄ (1789-1807) και τα κοσμικά έργα του, κυρίως οι προσωπογραφίες, αποτελούν τα πρώτα οθωμανικά δείγματα τέχνης της περιόδου της εκδυτικοποίησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Μάιντα, που είναι σύμβουλος τέχνης, έφτασε στους έλληνες ζωγράφους μέσω των Αρμενίων. Εκανε έρευνα για την αρμενική ζωγραφική- αποτέλεσμα της οποίας είναι ένα βιβλίο- και έκπληκτη ανακάλυπτε ότι σε αρχεία και σε ντεπό μουσείων υπήρχε μεγάλη σύγχυση μεταξύ αρμενικών και ελληνικών ονομάτων. Οταν ετοίμαζε το βιβλίο της για τους αρμένιους ζωγράφους, δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από αξιωματούχο του Ναυτικού Μουσείου του Μπεσίκτας. Της έδωσε μια λίστα αρμενίων καλλιτεχνών, που έργα τους υπήρχαν στο Μουσείο, και ανακάλυψε ότι πολλοί από τους καλλιτέχνες που θεωρούνταν Αρμένιοι είχαν ελληνικά ονόματα. Η σύγχυση ήταν πλήρης, πολύ περισσότερο που στην τουρκική βιβλιογραφία δεν υπήρχε λέξη. Αρχισε την έρευνα που την οδήγησε, τον Δεκέμβριο του 2010, στο βιβλίο «Ιstanbullu Rum Ressamlar» («Ελληνες ζωγράφοι της Κωνσταντινούπολης»), στο οποίο στηρίζεται η έκθεση στο Τοπ Καπί.
Μιλώντας μαζί της τηλεφωνικά και κατόπιν με ηλεκτρονική αλληλογραφία, η Μάιντα Σαρίς μας είπε ότι προκειμένου να συλλέξει πληροφορίες έβαλε καταχωρίσεις και αγγελίες σε εφημερίδες της Κων σταντινούπολης. Η ανταπόκριση ήταν άμεση. Μέλη των οικογενειών των ζωγράφων, που είχαν εγκαταλείψει την Τουρκία, την επισκέφθηκαν και της έδωσαν ό,τι πληροφορίες είχαν για τους καλλιτέχνες προγόνους τους. «Οι περισσότεροι ήταν πολύ συγκινημένοι μπροστά σε μια τέτοια ανακάλυψη» μας είπε. Ο πατέρας του μητροπολίτη Πριγκιποννήσων Ιάκωβου Σωφρονιάδη, ο Ιωάννης Σωφρονιάδης, είναι ένας από τους ζωγράφους. Ο μητροπολίτης διέθετε σημαντική συλλογή έργων του. Τώρα εκτίθενται στο Τοπ Καπί. Αλλά και ο θείος του οικουμενικού πατριάρχη Βαρθολομαίου ήταν ζωγράφος. Μία από τις προσωπογραφίες του παρουσιάζεται στην έκθεση. Η Μάιντα Σαρίς ομολογεί ότι για την έρευνά της ήταν πολύτιμη η σχετική εργασία του μητροπολίτη Αθανάσιου Παπά, ιστορικού τέχνης, ενώ αναγνωρίζει τη μεγάλη υποστήριξη που της παρείχαν ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη Βασίλειος Μπορνόβας αλλά και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος.
Η συνύπαρξη θρησκευτικών έργων με κοσμικά χαρακτήριζε τη δραστηριότητα των ελλήνων ζωγράφων της οθωμανικής εποχής. Λέει η Σαρίς: «Οι έλληνες ζωγράφοι που φιλοτεχνούσαν εικόνες και θρησκευτικά έργα για τις εκκλησίες, εργάζονταν ταυτόχρονα και στα ανάκτορα. Διακοσμούσαν τοίχους και φιλοτεχνούσαν τα πορτρέτα των σουλτάνων. Οι ίδιοι οι σουλτάνοι παρήγγελναν τα έργα. Ο διασημότερος ζωγράφος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν ο Κωνσταντίνος Κυζικινός, ο ζωγράφος του σουλτάνου Σελίμ του Γ΄». Ο Αρμενόπουλος, ο Σταυράκης, ο Σπυρίδων, ο Μιχελιδάκης ήταν άλλοι ζωγράφοι που εργάστηκαν στην Υψηλή Πύλη.
Συνολικά στην έκθεση του Τοπ Καπί παρουσιάζονται 100 έργα που προέρχονται από τις συλλογές του Τοπ Καπί, της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και από ναούς. Πορτρέτα σουλτάνων και άλλων αξιωματούχων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας συνυπάρχουν με πορτρέτα ιεραρχών από τη συλλογή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, σπάνιες εικόνες (συνολικά 15) καθώς και νεκρές φύσης ή στιγμιότυπα από τη ζωή της Πόλης, όπως για παράδειγμα το πορτρέτο μιας τραγουδίστριας του καμπαρέ, φιλοτεχνημένο από τον Ανδρεάδη. Βυζαντινή μουσική επενδύει την έκθεση που εξελίσσεται στους χώρους των άλλοτε αυτοκρατορικών στάβλων του Τοπ Καπί.
Η έρευνα για την ανακάλυψη έργων συνεχιζόταν μέχρι την τελευταία στιγμή. Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της έκθεσης ανακαλύφθηκαν μια εξαιρετική «Σταύρωση» με την υπογραφή του Κωνσταντίνου Κυζικινού, έργο του 1807, στον Ναό του Αγίου Δημητρίου στα Ταταύλα· μια «Παναγία του Πέρα», της Θάλειας ΦλωράΚαραβία στην Κοινοτική Αίθουσα Εισοδίων της Θεοτόκου του Σταυροδρομίου· και, στον ίδιο χώρο, η προσωπογραφία του τραπεζίτη και ταμία του σουλτάνου Ζαρίφη από τον Ε. Αρμενόπουλο. Ονόματα άλλων ζωγράφων που έργα τους παρουσιάζονται είναι Πλατωνίδης, Σκαρλάτος, Βακαλόπουλος, Οικονομίδης, Ιγκούμ (Ηγουμενίδης), Αντωνιάδης, Ξανθόπουλος, Ολγα Αντωνιάδου.
Τα έργα του Κωνσταντίνου Κυζικινού έχουν την μερίδα του λέοντος σ΄ αυτή τη μοναδική, από πολλές απόψεις,έκθεση του Τοπ Καπί.Στα 100 έργα τα 36 υπογράφονται απ΄ αυτόν τον ζωγράφο.Ο Κυζικινός,ως αυλικός ζωγράφος,είχε δεχθεί παραγγελία από τον Σελίμ τον Γ΄ να φιλοτεχνήσει όλες τις προσωπογραφίες των σουλτάνων,από την αρχή της Αυτοκρατορίας.Φιλοτέχνησε συνολικά 38 πορτρέτα.Αυτά τα πορτρέτα τυπώνονταν και αποστέλλονταν σε ξένους μονάρχες και ηγεμόνες.Η τεχνική ήταν η ίδια.Μαύρο φόντο και έμφαση στο πρόσωπο. Χάρη στον Κυζικινό και στο έργο του διασώζονται πολλές πληροφορίες από τη ζωή στο παλάτι και στην Πόλη.Για παράδειγμα μια μεγάλη σύνθεση του παρουσιάζει τη θρησκευτική τελετουργία του Μπαϊραμιού,ενώ μια άλλη μεγάλη σύνθεσή του παρουσιάζει την ενθρόνιση του Σελίμ του Γ΄. Δεν έχουμε πολλές πληροφορίες για τον Κυζικινό.Το σίγουρο είναι ότι σπούδασε στην Ευρώπη και ότι τα πορτρέτα τον φέρνουν πολύ κοντά στη δυτική τέχνη της εποχής.Ενα δυτικό πνεύμα φαίνεται ότι διατρέχει και το θρησκευτικό έργο του Κυζικινού,εικόνες για τις ορθόδοξες εκκλησίες της Πόλης.Για παράδειγμα το βασικό μοτίβο της «Σταύρωσης», που ανακαλύφθηκε κατά την προετοιμασία της έκθεσης και συντηρήθηκε,είναι η αγωνία και ο εξανθρωπισμός των προσώπων τόσο του Χριστού όσο και των άλλων που βρίσκονται κάτω από τον Σταυρό.
Η έκθεση «Ελληνες ζωγράφοι της Κωνσταντινούπολης» θα διαρκέσει έως τις 30 Ιουνίου στο Ανάκτορο του Τοπ Καπί
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ