Πέθανε τα ξημερώματα της Δευτέρας 9 Μαΐου ο φιλόλογος, ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας Μάνος Λουκάκης, χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο. Γεννημένος στον Αγιο Νικόλαο της Κρήτης το 1951, μεγάλωσε με κρητικές μαντινάδες και ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει φιλολογία από έρωτα προς την ποίηση, όπως έλεγε, γιατί ήθελε να γνωρίσει καλά την αρχαία, τη βυζαντινή και τη νεότερη παράδοσή μας. Εργάστηκε ως κλασικός φιλόλογος στην ιδιωτική μέση εκπαίδευση στο Ηράκλειο και στην Αθήνα για 25 χρόνια και παράλληλα άσκησε κριτική βιβλίου στο Βήμα, στο περιοδικό Μετρό και σε άλλα έντυπα.
Το μεράκι της γραφής το είχε από μικρός. Αρχισε να πρωτογράφει ποίηση στα δεκαπέντε του. Εκείνος έγραφε στιχάκια και ο επιστήθιος φίλος της εφηβείας Γιάννης Παραουλάκης τα μελοποιούσε. Έγραφε πάντοτε, ποιήματα προορισμένα για τα μάτια των φίλων του. Το 1989 αποφάσισε να κυκλοφορήσει κάποια από αυτά σε μια συλλογή, το Ζήτω το ξενοδοχείον της Μεγάλης Βρετανίας (Γνώση, 1989). Ήθελε να αφήνει τα κείμενα να ωριμάζουν και διάλεγε να εκδώσει όσα περνούσαν από την κρησάρα του χρόνου. Κυκλοφόρησε την επόμενη συλλογή του σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, Σαν τη Μαρία το πρωί (1998), και ακολούθησαν το Παλάμη ωχρού μελισσοκόμου (2000), το Η ρομάνς της μοδίστρας (2002), ο Ισπανός συμβολαιογράφος (2003), ο Χαρτομάντης (2008), από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Η ποίησή του συνομιλεί με τον μύθο και την Ιστορία, θεματοποιεί το καθημερινό και εκφράζει την υπαρξιακή αγωνία με διακριτική μελαγχολία. Δημοσίευσε ποιήματά του σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά, στη Λέξη, στο Εντευκτήριο, στον Πόρφυρα, στο Νέο Επίπεδο. Το 2004 συγκέντρωσε τα αγαπημένα του ερωτικά ποιήματα στην ανθολογία Ποιος είν’ τρελλός από έρωτα. Ποιήματα του έρωτα από τον Σολωμό ως τον Σεφέρη.
Η κηδεία του θα γίνει αύριο, Τρίτη 10 Μαΐου, στις 11:30 π.μ., από τον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας στον Αγιο Νικόλαο της Κρήτης.