Την άρνηση του Βρετανικού Μουσείου να επιστρέψει τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Ελλάδα επανέλαβε ο διευθυντής του μουσείου Νιλ ΜακΓκρέγκορ, υποστηρίζοντας πως έχει προσφερθεί να τα δανείσει στην Ελλάδα, αλλά για ορισμένο χρονικό διάστημα.

Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «The Australian» o Νιλ ΜακΓκρέγκορ δηλώνει ότι «το πιο κατάλληλο μέρος για τη φιλοξενία των Γλυπτών είναι το Βρετανικό Μουσείο, το οποίο είχε πάντα στόχο να ωθεί κάθε φιλομαθή άνθρωπο να ερευνά τους διάφορους τρόπους με τους οποίους ο κόσμος είναι οργανωμένος σε κοινωνίες».

Το Βρετανικό Μουσείο φιλοξενεί περισσότερα από 10 εκατ. πολύτιμα και σπάνια αντικείμενα, έχει στο δυναμικό του πάνω από 1.000 άτομα, ενώ οι επισκέπτες του ανέρχονται στα σχεδόν 6 εκατομμύρια το χρόνο.

Στο άρθρο της εφημερίδας σημειώνεται ότι ο ίδιος ο ΜακΓκρέγκορ, μιλώντας για το Βρετανικό Mουσείο δεν θα μπορούσε παρά να αναφερθεί και στη μακροχρόνια διαμάχη για τα Γλυπτά του Παρθενώνα.

«Η παρουσίαση εκθεμάτων από διαφορετικές κουλτούρες μαζί -το ένα δίπλα στο άλλο- δίνει την ελπίδα για την προώθηση της κατανόησης και της ανοχής διαφορετικών πολιτισμών» δήλωσε και αναφέρθηκε στον αθηναϊκό τρόπο διακυβέρνησης μιας κοινωνίας όπως υπήρχε στην αρχαιότητα ως «αναμφισβήτητα τον καλύτερο», πρόσθεσε όμως «ότι είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι υπήρχαν και άλλοι τρόποι δημιουργίας μιας αρμονικής κοινωνίας, όπως στην Κίνα και την Περσία».

«Στην Αθήνα (τα μάρμαρα) μπορούν να θεωρηθούν κομμάτι της ελληνικής ιστορίας και στο Λονδίνο κομμάτι της ιστορίας του κόσμου» υποστήριξε ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, ενώ ανέφερε ότι «είναι σημαντικό να θυμόμαστε -και ιδιαίτερα εμείς οι Ευρωπαίοι- ότι η ελληνική ιστορία είναι μια ανάμεσα σε πολλές άλλες, οι οποίες δεν είναι καν ευρωπαϊκές. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος νομίζω να θεωρήσουμε ότι η Μεσόγειος είναι το κέντρο του κόσμου, το οποίο δεν είναι».