Πριν από λίγο καιρό ο σκηνοθέτης Θόδωρος Αγγελόπουλος επισκέφθηκε την Κύπρο για την παραχώρηση ενός master class. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του βρήκε την ευκαιρία να συναντηθεί με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Δημήτρη Χριστόφια και τον υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού κ. Ανδρέα Δημητρίου, καθώς όλα δείχνουν ότι η Κύπρος θα είναι συμπαραγωγός χώρα της επόμενης ταινίας του, «Η άλλη θάλασσα» (εκτός από την Ιταλία που ήδη συμμετέχει, ενδιαφέρον έχουν επίσης δείξει η Τουρκία, η Γερμανία και η Γαλλία).
Ο κ. Αγγελόπουλος αποκαλεί «ηρωική πράξη» το να γυρίζεις σήμερα μια ταινία. Πάντως η «Αλλη θάλασσα» βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο. Και υπήρξε η αφορμή για τη δίωρη κουβέντα μας, μια βροχερή Τρίτη του Ιανουαρίου, στο γραφείο του σκηνοθέτη. Τελικά, ελάχιστα ειπώθηκαν για την ίδια την ταινία, καθώς ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν σε διάθεση να μιλήσει- για πρώτη φορά- για όσα τον πνίγουν και τον πληγώνουν από τη σημερινή κατάσταση της Ελλάδας. Της «χώρας της ελπίδας» την οποία ποτέ δεν εγκατέλειψε, ούτε και πρόκειται να εγκαταλείψει.
– Αν σας ζητούσα να χαρακτηρίσετε τον εαυτό σας,τι θα λέγατε; «Ενας άνθρωπος που ανήκει σε μια γενιά που έχει περάσει από συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους με όλες τις έννοιες και με την απήχηση του ιστορικού παρόντος τής εκάστοτε εποχής πάνω στην καθημερινότητα. Θεωρώ ότι δεν μπορείς να μένεις εκτός. Και αυτή είναι η ουσιώδης διαφορά της δικής μου γενιάς κινηματογραφιστών με τη σημερινή».
– Πώς ερμηνεύετε τον διαφορετικό τρόπο προσέγγισης της σημερινής γενιάς σε σύγκριση με τη δική σας; «Μιλάμε για μια γενιά που έρχεται λίγο νωρίτερα από το σήμερα. Να ξεκαθαρίσω ότι την καταλαβαίνω απολύτως, παρ΄ όλο που θεωρώ ότι η αποδόμηση της οικογένειας δεν μπορεί να είναι το μοναδικό θέμα. Οι ταινίες της νέας γενιάς συγγενεύουν με έναν τρόπο που είναι μεν συγκινητικός από τη μία μεριά, αλλά ανησυχητικός από την άλλη. Υπάρχει ο κίνδυνος της ομοιομορφίας. Ούτως ή άλλως αυτή τη στιγμή μπαίνουν καινούργια θέματα και αυτά είναι που θα απασχολήσουν την ακόμη πιο κοντινή στο σήμερα γενιά, αλλά και την παλαιότερη. Μπαίνουν καινούργιες προβληματικές, καινούργιοι ερεθισμοί. Προβλήματα και τραύματα. Ζούμε μια περίοδο που θα την ονόμαζα μοναδική, όχι με την καλή έννοια αλλά με την αρνητική της. Εχω αρκετά χρόνια πίσω μου και τέτοιο πράγμα δεν το έχω ξανα ζήσει. Ακόμη και στην περίοδο του Εμφυλίου, στην περίοδο της δικτατορίας ή και στην Κατοχή, ακόμη και τότε τα πράγματα είχαν μια δυναμική περίεργη, μια δυναμική υπόγεια, που δούλευε. Υπήρχε μια αντίσταση, υπήρχαν συγκρούσεις με ιδεολογικό περιεχόμενο, υπήρχε η αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου. Οταν είχαμε χούντα, πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή θα τελειώσει και ότι τα πράγματα θα ανοίξουν. Πιστέψαμε σε αυτό που έμοιαζε ότι πάει να γίνει και ποτέ δεν έγινε».
– Πού αποδίδετε το ότι δεν έγινε ποτέ; «Πρώτα απ΄ όλα στο γεγονός ότι η πολιτική εξουσία δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Ενα δεύτερο, στο ότι μετά τη Μεταπολίτευση ο εκσυγχρονισμός αυτής της χώρας δεν έγινε ποτέ. Η Αριστερά ανέβαινε πάρα πολύ και βέβαια είχε προτάσεις. Κάτι πήγαινε να γίνει, δεν πέρασε όμως».
– Αναρωτιέται κανείς αν το κράτος αυτό λειτούργησε ποτέ σωστά.Γιατί ακούμε από την ηγεσία να μιλάει για αναδιάρθρωση της Ελλάδας,για φτιάξιμο από την αρχή. «Μπορεί να συγχωρήσει κανείς τα πρώτα μεταπολεμικά και μετεμφυλιακά χρόνια εξαιτίας του γεγονότος ότι τα τραύματα του παρελθόντος ήταν πολύ έντονα και η ισορροπία εξαιρετικά δύσκολη. Παρ΄ όλα αυτά, σκέψου ότι το 1958 η ΕΔΑ πήρε ένα πολύ ισχυρό ποσοστό. Ηταν όμως μια Αριστερά που έμοιαζε να έχει στόχο, πρόταση, να καταλαβαίνει πού βρίσκεται. Και δεν είναι τυχαίο ότι η δεκαετία του ΄60 σε όλη την Ευρώπη ήταν μια μαγική δεκαετία. Θα την έλεγα “σχεδόν 20ετία”, γιατί φθάνει περίπου στο τέλος του ΄70, όταν τα πράγματα αρχίζουν σιγά-σιγά να χάνονται».
– Εναποθέτετε κάπου τις ελπίδες σας; «Δεν θέλω να ξαναθυμηθώ και να επαναφέρω τον Παλαμά και τον Δωδεκάλογο του Γύφτου και την κάθοδο στου κακού τη σκάλα για να γίνει η έξοδος, αλλά νομίζω ότι παίζει μεγάλο ρόλο ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει κανείς την Ιστορία. Υπάρχουν πολλές θεωρίες πάνω στον τρόπο με τον οποίο πορεύεται η Ιστορία. Νομίζω ότι πορεύεται με καθόδους και ανόδους. Ζούμε μια κάθοδο και η άνοδος είναι η επόμενη φάση. Και εξαρτάται από τη γενιά στην οποία ανήκει κάποιος το πόσο θα ευνοηθεί από το πάνω και το κάτω της Ιστορίας».
– Αναφέρεστε μόνο στην παγκόσμια οικονομική κρίση που πλήττει και την Ελλάδα; «Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κατ΄ αρχάς πολιτική. Με τον τρόπο που έχει συμπεριφερθεί η πολιτική εξουσία σε αυτή τη χώρα, είναι πολύ φυσικό να μην εμπνέει καμία εμπιστοσύνη. Θα ευχόμουν η σημερινή εξουσία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων».
– Τι περιμένετε από τη σημερινή πολιτική εξουσία; «Κατ΄ αρχήν οφείλει να καταλάβει ότι ο μοναδικός τρόπος για να αλλάξει το πρόσωπο μιας χώρας είναι ο πολιτισμός. Ενας τόπος δεν αλλάζει μόνο με οικονομική άνθηση. Η εξουσία μπορεί να ενισχύσει μια έξοδο προς τον πολιτισμό. Οταν λέει ότι τα έσοδά μας είναι ο τουρισμός και ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε με έναν ειδικό τρόπο τον τουρισμό, από μια μεριά είναι σωστό. Το υπουργείο όμως σήμερα λέγεται “Πολιτισμού και Τουρισμού”. Ο πολιτισμός δεν πρέπει να μπαίνει στον κανόνα του παιχνιδιού ως ο τελευταίος επαίτης. Διότι έτσι αντιλαμβάνεται πάντα η εξουσία τον πολιτισμό. Ως τον τελευταίο επαίτη. Οταν έχουμε δώσει οπουδήποτε αλλού, όταν έχουμε ξοδέψει οπουδήποτε αλλού, όταν έχουμε κλείσει στόματα εδώ, εκεί, αριστερά και δεξιά, τότε μόνο σηκώνουμε το τηλέφωνο στον πολιτισμό. Ως τότε ο πολιτισμός έχει πάρει εκατοντάδες φορές τηλέφωνο. Ο υπουργός Πολιτισμού θα πρέπει να αποδείξει ότι είναι υπουργός Πολιτισμού. Δεν είναι δεδομένο ότι είναι. Ο διορισμός δεν σημαίνει ότι η θέση αυτή του ανήκει. Θα πρέπει να το αποδείξει. Η Μελίνα Μερκούρη ήταν μια εξαίρεση λόγω του ονόματός της και λόγω της τρέλας της. Διότι εγώ πιστεύω στην τρέλα. Οι τρελοί κάνουν πολιτισμό γιατί στοχεύουν στο αόρατο».
– Η τρέλα είναι ωραία ως έμπνευση. Τι είναι αυτό που λείπει πρακτικά; «Πρακτικά πρέπει κατ΄ αρχήν αυτό που ονομάζουμε υπουργείο Πολιτισμού να καταλαβαίνει ποιος είναι ο ρόλος του σε σχέση με το τώρα και το αύριο. Πρέπει να καταλάβει ότι αυτή τη στιγμή γεννιέται το αύριο. Οταν στη δεκαετία του ΄60 επέστρεψα στην Ελλάδα από το Παρίσι, έμεινα, ενώ είχα αποφασίσει ότι θα γύριζα στη Γαλλία, επειδή είδα να γεννιέται κάτι καινούργιο, κάτι νέο, όταν άθελά μου βρέθηκα στη μέση μιας σύγκρουσης φοιτητών με την Αστυνομία. Είδα ότι η χώρα μου πήγαινε αλλού από εκεί που την είχα αφήσει. Εμεινα για να ζήσω το όραμα».
– Αποπειράστε έναν παραλληλισμό με κάτι που αντιστοίχως πρέπει να γίνει σήμερα; «Ναι. Το θέμα δεν είναι βέβαια οι διαδηλώσεις. Είναι να καταλάβεις ότι, αν φύγεις σήμερα, όπως κάνει πάρα πολύς νέος κόσμος, σημαίνει ότι εγκαταλείπεις. Για μένα αυτό είναι αρνητικό για το ίδιο το άτομο. Μπορεί στην ατομική πορεία του αυτό κάποια στιγμή να του χρησιμεύσει. Δεν έχει σημασία. Αυτή τη στιγμή αυτό που χρειάζεται είναι η αντιμετώπιση της κρίσης απ΄ όλους. Αλλά πρώτα απ΄ όλα η πολιτική εξουσία πρέπει να καταλάβει πού βρίσκεται. Και το υπουργείο Πολιτισμού να καταλάβει ότι δεν έχουμε άλλα όπλα». – Υπάρχει η αίσθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης στην Ελλάδα; «Δεν ξέρω τι υπάρχει. Περιμένω, όπως όλοι, να δω πώς θα αντιμετωπιστεί τελικά αυτό που συμβαίνει από την πλευρά της κυβέρνησης. Το κρίσιμο σημείο είναι να πιστέψει ότι δεν έχει τη μοναδική αλήθεια. Οτι ο τρόπος που οδηγεί τα πράγματα δεν είναι ο μοναδικός. Θα πρέπει η κυβέρνηση να αναζητήσει συμμάχους που να μπορούν όχι να διεκπεραιώνουν αλλά να οραματίζονται».
– Πιστεύετε ότι μπορεί η κινηματική Αριστερά να παίξει κάποιον ρόλο; «Για μένα η Αριστερά δεν σημαίνει τίποτε από τη στιγμή που δείχνει μόνο αρνητική διάθεση. Το τεράστιο πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα είναι ότι δεν έχει πρόταση. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν και εγώ δεν ξέρω πόσες συνιστώσες στη μία πλευρά. Στην άλλη πλευρά υπάρχει μόνο ένα “όχι” σε όλα τα πράγματα. Δεν σημαίνουν τίποτε αυτά χωρίς πρόταση. Και η πρόταση δεν είναι να ευνοούμε μόνο ένα μέρος της κοινωνίας αλλά ΤΗΝ κοινωνία. Είμαστε ένα σύνολο και δεν θα ήθελα να πιστέψω ότι τα κόμματα έχουν καταντήσει μαγαζιά με τους δικούς του πελάτες το καθένα».
– Αν αποφασίζατε να κάνετε μια ταινία για τη σημερινή Αριστερά,τι ταινία θα μπορούσε να είναι; «Δεν ξέρω. Δεν είναι πάντως ερώτηση του τώρα».
– Σκεφτήκατε ποτέ να εγκαταλείψετε την Ελλάδα; «Πολύς νέος κόσμος αναζητεί μια διαφορετική ποιότητα ζωής αλλού, γιατί εδώ δεν υπάρχουν πια ποιότητα και ευκαιρίες. Το κακό σε μένα είναι ότι δεν μπορώ να το κάνω, γιατί σκέφτομαι πάντα το σεφερικό “είναι καιρός να πούμε τα τελευταία μας λόγια, προτού η ψυχή μας κάνει πανιά”. Και αυτό πρέπει να ειπωθεί εδώ που γεννήθηκε η ελπίδα κάποτε. Σε αυτόν τον τόπο».
– Εχετε καιρό γι΄ αυτό. «Εχουμε καιρό ή νομίζουμε ότι έχουμε; Σκεφτόμουν ότι εδώ μέσα, στο γραφείο μου, έχω βάλει πολλά αλλά δεν έχω βάλει κάπου κάτι δικό μου, κάτι που να είναι ο επίλογος, όταν έρθει η ώρα».
– Σε ποιο στάδιο βρίσκεται η επόμενη ταινία σας,«Η άλλη θάλασσα»; «Η εποχή, όπως είπαμε, είναι εξαιρετικά δύσκολη αλλά τα πράγματα προχωρούν. Ο Σεφέρης λέει κάπου “στα σκοτεινά οδεύουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε, οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά”. Νομίζω ότι είναι πολύ ηρωικό πια το να επιχειρεί κανείς να κάνει μια ταινία. Είναι μια πράξη που σημαίνει “ελπίζω”».
«Η ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»
– Πώς σχολιάζετε τις πρόσφατες κινήσεις της κυβέρνησης σχετικά με το πρόβλημα των λαθρομεταναστών; «Οι μετανάστες είναι και αυτοί άνθρωποι. Από την άλλη μεριά,μιλάμε για μια χώρα με περιορισμένες δυνατότητες,που δύσκολα μπορεί να ισορροπήσει με αυτά που συμβαίνουν στον Εβρο,στην Πάτρα και στο Αιγαίο.Χρειάζεται κατ΄ αρχάς να αντιμετωπιστεί το θέμα με μια άλλου είδους πολιτική και την ίδια ώρα,επί πάρα πολλά χρόνια,στο συγκεκριμένο θέμα δεν υπήρξε καμία πολιτική. Ο τρόπος με τον οποίο η εξουσία αντιμετωπίζει το θέμα είναι σαν να περιμένει κατευθυντήρια γραμμή από την πλευρά των κρατών που υποτίθεται ότι είναι κυρίαρχα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.Θα έλεγα ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει μεγαλύτερη πρωτοβουλία και να ξέρει πόσο χωράει και πόσο δεν χωράει ο τόπος.Γιατί πολύ φοβάμαι ότι,έτσι όπως αντιμετωπίζεται όλη η ιστορία,οδηγεί σε αντιδράσεις ρατσιστικές και βεβαίως σε άνοιγμα προς την άκρα Δεξιά.Θέλει αποφασιστικότητα και σχέδιο που να σέβεται τους ανθρώπους και ταυτόχρονα να σέβεται τη χώρα.Θέλει το δύσκολο». – Πιστεύετε ότι η Ευρώπη έχει πολιτική πάνω στο θέμα; «Οχι.Κάθε χώρα προφυλάσσει εαυτήν.Και επειδή οι μεγάλες χώρες έχουν τη δυνατότητα να προφυλάσσουν τον εαυτό τους χωρίς προβλήματα,αρκούνται σε αυτόεξ ου και η σημερινή κρίση.Δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα το όνειρο της ενωμένης Ευρώπης.Εγινε ένα ενιαίο ευρώ,ένα ενιαίο νόμισμα,όχι μια ενιαία πολιτική.Δεν έγιναν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης,που ήταν το όνειρο,η ιδέα του ξεκινήματος.Εγινε μια οικονομική ιστορία που ευνοούσε πάντα τους ισχυρούς».