Ο κατάλογος μιας βιβλιοθήκης είναι η ταυτότητά της και το διαβατήριό της στον κόσμο της γνώσης. Πριν από λίγες ημέρες τυπώθηκε ο κατάλογος της Βιβλιοθήκης του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης, όπου ανήκει από τον περασμένο Σεπτέμβριο η συλλογή του μελετητή του ελληνικού βιβλίου Κωνσταντίνου Σπ. Στάικου. Με την υποδειγματική φροντίδα του συλλέκτη, αποτυπώνονται στον τόμο με λεπτομερείς βιβλιογραφικές καταγραφές τα αποκτήματα αλλά και το ιδιαίτερο προφίλ της Βιβλιοθήκης. Εκδόσεις της Αναγέννησης, της νεοελληνικής γραμματείας, λειτουργικά και θεολογικά βιβλία, εκδόσεις του Διαφωτισμού, όλα επιλεγμένα βάσει των ιδιαίτερων ενδιαφερόντων του συλλέκτη για την ιστορία και την προσωπογραφία του ελληνικού βιβλίου.
Η πολύτιμη συλλογή αρχέτυπων και παλαίτυπων εκδόσεων, κάποιες από τις οποίες δεν υπάρχουν σε άλλες ελληνικές βιβλιοθήκες, θα είναι σύντομα ανοιχτή στο κοινό. Συναντήσαμε, με αυτή την αφορμή, τον Κωνσταντίνο Στάικο στο γραφείο του, στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Αραβαντινού, και μας μίλησε για τη συλλογή του, το ελληνικό βιβλίο αλλά και την τύχη του στις βιβλιοθήκες σήμερα.
«Η ιδιαιτερότητα του καταλόγου»
, λέει ο κ. Στάικος, «είναι ότι τα αποκτήματα της βιβλιοθήκης δεν είναι ταξινομημένα σε απόλυτη χρονολογική ή αλφαβητική σειρά αλλά σε θεματικές ενότητες, συγκροτώντας έτσι μικρές βιβλιογραφίες. Δίνει μεγάλη έμφαση στην ενασχόληση των Ελλήνων με την τυπογραφία και την έκδοση βιβλίων που προορίζονται για το ελληνικό κοινό της Διασποράς και δηλώνουν το ενδιαφέρον των Ελλήνων σε κοσμικό και θρησκευτικό επίπεδο, δίνοντας παραστατικά μια πλήρη εικόνα της έκφρασης του Γένους από την πτώση του Βυζαντίου ως την Επανάσταση». Η μικρή εισαγωγή, τα ποικίλα ευρετήρια προσώπων, τοπωνυμίων, τυπογραφείων και βιβλιοθηκών, ο σύντομος σχολιασμός των λημμάτων και η ελληνική και ξένη βιβλιογραφία στο τέλος μετατρέπουν τον κατάλογο της Βιβλιοθήκης σε συνοπτικό εγχειρίδιο μελέτης για την ιστορία του ελληνικού βιβλίου από τον 15ο ως τον 19ο αιώνα.
Τι ακολουθεί την έκδοση του καταλόγου, του πρώτου από τα υπεσχημένα βήματα για το άνοιγμα της Βιβλιοθήκης στο κοινό; «Ο κατάλογος θα αναρτηθεί σε ιστοσελίδα που ετοιμάζεται και θα εμπλουτιστεί με υλικό σε πληροφοριακό και βιβλιογραφικό επίπεδο. Θα προστεθούν σχόλια που αφορούν τους κτήτορες, οι προμετωπίδες και όλη η εικονογράφηση των βιβλίων καθώς και πληροφορίες για πρόσωπα και πράγματα που σχετίζονται με την έκδοση και την αναπαραγωγή του βιβλίου εν είδει μικρολήμματος». Μια ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια για την ιστορία του ελληνικού βιβλίου, με λίγα λόγια. Είμαστε όμως ακόμη στην αρχή, «κάθε βήμα για τη χαρτογράφηση του χώρου που λέγεται ελληνικό βιβλίο μάς αποκαλύπτει τις αδυναμίες μας», υπογραμμίζει με έμφαση ο κ. Στάικος. «Μας λείπουν πολλά. Για τον Μάρκο Μουσούρο, για παράδειγμα, τον μεγαλύτερο φιλόλογο της Αναγέννησης, από τα χέρια του οποίου πέρασαν όλες οι ελληνικές εκδόσεις της εποχής, δεν έχουμε μία μονογραφία. Εχουμε άγνοια όχι μόνο για ελληνικά πράγματα αλλά κατά συνέπεια και για τα ουμανιστικά, διότι οι έλληνες λόγιοι της Αναγέννησης έθρεψαν τον Ερασμο και τους άλλους».
Είναι στο πρόγραμμα, σταδιακά, και η πλήρης ψηφιοποίηση της συλλογής, απαραίτητη στην ψηφιακή εποχή μας, αν και ο Κωνσταντίνος Στάικος είναι παραδοσιακός, δεν πιστεύει στην «κουλτούρα της κονσέρβας», στην «καραμέλα του διαδικτύου». «Το βιβλίο πρέπει να το πιάσεις», υποστηρίζει. Γι’ αυτόν τον λόγο ξεναγεί ομάδες ενδιαφερομένων στη Βιβλιοθήκη (Λεωφ. Αμαλίας 56) κάθε Τετάρτη, κατόπιν συνεννοήσεως (τηλ. 210-3713000). Στο μεταξύ οργανώνεται χώρος αναγνωστηρίου, όπου βιβλιόφιλοι και ερευνητές θα μπορούν να μελετήσουν ελεύθερα τους πολύτιμους θησαυρούς της.
Είναι η βιβλιοθήκη κομμάτι της ζωής του Νεοέλληνα; ρωτήσαμε τον άνθρωπο που οι χώροι φύλαξης και διάθεσης του βιβλίου είναι η ζωή του. Θεωρεί πως το ερώτημα είναι σαν εκείνο «με το αβγό και την κότα». «Η εικόνα στις δημόσιες βιβλιοθήκες είναι τραγική. Δεν είναι η έλλειψη χρημάτων το ζήτημα, αλλά η απουσία ολοκληρωμένου σκεπτικού τόσο για την Εθνική Βιβλιοθήκη όσο και για τις άλλες δημόσιες βιβλιοθήκες, επαρχιακές, σχολικές και πανεπιστημιακές. Δεν υπάρχει πολιτική ή είναι αποσπασματική, με αποτέλεσμα αποσπασματική και ελλιπής να είναι και η δυνατότητα γνώσης που μπορούν να προσφέρουν αυτές οι βιβλιοθήκες. Και βεβαίως διόλου δεν βοηθά και το υφιστάμενο προβληματικό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει».
«Θα επιστρέψουμε στο χαρτί»
Η μετατροπή των βιβλιοθηκών σε πολυχώρους πολιτισμού μπορεί να φέρει άραγε το κοινό πιο κοντά στο βιβλίο; Δεν είναι από τους υπέρμαχους αυτής της άποψης. Βασικό ρόλο των δημόσιων βιβλιοθηκών θεωρεί την υποστήριξη της μάθησης, της έρευνας και της γνώσης, που ειδάλλως είναι δαπανηρή και δεν είναι προσιτή στον πολίτη με άλλα μέσα, γι’ αυτό πρέπει να είναι ενημερωμένες με το υλικό που χρειάζονται μαθητές και ερευνητές. «Πρέπει, για παράδειγμα, να υπάρχει μηχανισμός έκδοσης των διδακτορικών διατριβών που εκπονούνται στα πανεπιστήμιά μας και να καταλήγει ένα αντίτυπο σε κάθε βιβλιοθήκη. Αυτά να είναι τα πρώτα βιβλία που κατατίθενται στις βιβλιοθήκες, σε αυτά στηρίζεται η γνώση. Το κόστος δεν είναι μεγάλο».
Οσο για το ηλεκτρονικό βιβλίο που πλησιάζει απειλητικά, αυτός ο εραστής του έντυπου βιβλίου είναι πολύ αισιόδοξος: «Παρά την κυκλοφορία ηλεκτρονικών βιβλίων παρατηρούμε ότι οι έντυπες εκδόσεις διαρκώς αυξάνονται αντί να μειώνονται. Από την άλλη, πιστεύω ότι συν τω χρόνω η οθόνη θα μας κουράσει και θα επιστρέψουμε στην άνεση του χαρτιού».