Η Νία Βαρντάλος είναι η Ελληνοαμερικανίδα η οποία πριν από λίγα χρόνια με μια αθώα κωμωδία, που κόστισε μόλις 5 εκατ. δολάρια, απέφερε στη βιομηχανία του σινεμά 368 εκατ. δολάρια. Τώρα αυτό το χρυσό κορίτσι, «με την ελληνική μύτη», όπως λέει η ίδια, επιστρέφει με ένα ακόμη φιλμ για την Ελλάδα. Και εδώ επιχειρεί να εξηγήσει με δικά της λόγια το «φαινόμενο Βαρντάλος».
Γεια! Ο Yanni;». «Καλησπέρα». «Πώς είσαι;» «Ωραία… Εσύ;». ΗΝία Βαρντάλος με πιάνει στον ύπνο με τη γνήσια – απ’ όσο μπορώ να αντιληφθώ εφόσον μιλάμε τηλεφωνικώς – οικειότητά της. Εντύπωση επίσης μου κάνει το πόσο σέξι ακούγεται η φωνή της, καθώς αρκετές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της συνομιλίας μια συρτή ανάσα ακολουθεί το τέλος των προτάσεών της. Η ηθοποιός και σεναριογράφος της παγκόσμιας επιτυχίας του «Γάμος α λα ελληνικά», που μεταξύ άλλων της χάρισε και μια υποψηφιότητα για το Οσκαρ πρωτότυπου σεναρίου, βρίσκεται σε ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης, έχοντας μόλις ολοκληρώσει μια μεγάλη περιοδεία προώθησης της τελευταίας ταινίας της «Ερωτας α λα ελληνικά» («My Life in Ruins»). Γυρισμένη σε αρκετούς αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας (Ακρόπολη, Αρχαία Ολυμπία, Δελφοί), η ταινία «ακολουθεί» τις περιπέτειες των επιβατών ενός τουριστικού πούλμαν, με ξεναγό τη Γεωργία (Βαρντάλος) και οδηγό τον Πούπη Κακά, όπως λέγεται στην ταινία ο Αλέξης Γεωργούλης. «Η ταινία θα είναι μια μεγάλη διαφήμιση για τη χώρα μας» θυμάμαι ότι είχα ακούσει από τον διανομέα του «Ερωτα α λα ελληνικά» στη χώρα μας, τον Κώστα Πιπέρα της Hollywood Entertainment, ενώ από την πλευρά του ο σκηνοθέτης Ντόναλντ Πέτρι την είχε αποκαλέσει «ερωτικό γράμμα προς την Ελλάδα, το οποίο θα εμπνεύσει και άλλους να την επισκεφθούν».
Επιλέγω να μην αναπτύξω στη Βαρντάλος την προσωπική γνώμη μου ως κριτικού για την ταινία – μου θυμίζει διαφημιστικό σποτ μεγάλου μήκους του ΕΟΤ. Παρ’ όλα αυτά της αναφέρω τουλάχιστον μια αντίρρησή μου. Αυτό όμως θα γίνει στο μέσον περίπου της συνομιλίας μας και ενώ έχω ήδη καταλάβει πόσο έξυπνος άνθρωπος είναι η Νία Βαρντάλος. Για την ακρίβεια, το μόνο ψέμα που μου είπε η Βαρντάλος σε αυτή την κουβέντα έχω την αίσθηση ότι ήταν που αποκάλεσε τον εαυτό της «όχι και τόσο έξυπνο»…
_Θα ξεκινήσω με μια ερώτηση κλισέ: Νιώθετε περισσότερο Ελληνίδα ή Αμερικανίδα;
«Κοιτάξτε, η πολιτιστική ταυτότητά μου είναι σίγουρα ελληνική. Μεγάλωσα στον Καναδά, ζω στην Αμερική, αλλά θέλω να πιστεύω ότι είμαι άτομο με το ένα πόδι στις Ηνωμένες Πολιτείες και το άλλο στην Ελλάδα. Είμαι πολύ ευτυχισμένη και στις δύο χώρες. Λατρεύω πάντως να αφηγούμαι ελληνικές ιστορίες».
_Από πού νομίζετε ότι προέρχεται αυτή η λατρεία;
«Νομίζω από τους γονείς μου. Οι γονείς μου ήθελαν πάση θυσία να μάθω την ιστορία του ελληνικού πολιτισμού μας και την ίδια ώρα όλοι στην οικογένειά μου έχουν πλάκα. Και σε όλους αρέσει να λένε ιστορίες. Νομίζω ότι όλη αυτή η κατάσταση έγινε κομμάτι του εαυτού μου. Ως αφηγήτριας ιστοριών στον κινηματογράφο».
_Πιστεύετε ότι γνωρίζετε καλά την Ελλάδα;
«Ασφαλώς και όχι! Οπως επίσης δεν νομίζω ότι γνωρίζω καθετί για μια ελληνική οικογένεια, που ήταν το θέμα του “Γάμου α λα ελληνικά”. Απλώς, τόσο ο “Ερωτας α λα ελληνικά” όσο και ο “Γάμος α λα ελληνικά” είναι δύο πολύ μικρές φέτες μιας συγκεκριμένης οπτικής γωνίας. Και, βεβαίως, δεν είναι η μοναδική οπτική γωνία».
_Ενδιαφέρον αυτό που λέτε. Ισως στο μέλλον προσπαθήσετε να δείτε την Ελλάδα από μια πιο δραματική σκοπιά. Το έχετε σκεφτεί;
«Θα το ’θελα πολύ. Πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με πολύ βάθος. Θα μου άρεσε πολύ να το εξερευνήσω…».
_Η ταινία «Ερωτας α λα ελληνικά» είναι και αυτή μια κωμωδία, ένα είδος στο οποίο οι υπερβολές επιτρέπονται. Πώς δικαιολογείτε όμως κάποιες λεπτομέρειες της ταινίας που είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου, όπως το σαραβαλιασμένο πούλμαν που δίνει την εντύπωση ότι έχει βγει από τη δεκαετία του ‘60 ενώ στην πραγματικότητα δεν θα βρούμε σήμερα τέτοιο όχημα πουθενά στην Ελλάδα;
«Δεν σκηνοθέτησα την ταινία ούτε έγραψα το σενάριο. Η ερώτησή σας απευθύνεται στον σκηνοθέτη. Να τον πάρουμε τηλέφωνο; Ωστόσο δεν είναι πάντα απαραίτητο ότι μοιράζομαι την οπτική γωνία των ταινιών μου. Επαναλαμβάνω όμως ότι δεν επέλεξα εγώ το λεωφορείο ούτε ήταν αυτό που είχα ακριβώς στο μυαλό μου».
_Ως γνωστόν, είναι πολύ δύσκολο να κάνεις τον άλλον να γελάσει, είτε γράφοντας ένα κείμενο είτε ως ηθοποιός. Πού αποδίδετε αυτή την τεράστια επιτυχία του «Γάμου α λα ελληνικά» που ενώ είχε ένα μάλλον τοπικού χαρακτήρα χιούμορ, αφορώντας κυρίως τους Ελληνες, κατάφερε να αγγίξει τους πάντες σε όλον τον κόσμο;
«Αυτό που ανακάλυψα με την επιτυχία της ταινίας είναι το αυτονόητο: όλοι οι θεατές προέρχονται από οικογένειες που τους αγαπούν σε σημείο ασφυξίας. Με το να πω τη δική μου ιστορία, μια ελληνική ιστορία, ανακάλυψα την παγκοσμιότητά της. Ωστόσο αποκαλώ την επιτυχία αυτής της ταινίας “ευτυχές ατύχημα”. Δεν είμαι και τόσο έξυπνη. Δεν ήξερα ότι έγραφα για την οικογένεια του καθενός!».
_Πολύ μετριοπαθές αυτό από μέρους σας, να πείτε ότι δεν είστε και τόσο έξυπνη… Ασφαλώς και είστε, αφού «πιάσατε» τον παλμό του κοινού…
«Μα δεν τον έπιασα εγώ! Οι πρώτοι που το κατάλαβαν, και μάλιστα πάρα πολύ νωρίς, ήταν ο Τομ Χανκς και η γυναίκα του η Ρίτα Γουίλσον, που, ξέρετε, έχει ελληνική καταγωγή. Πίστεψαν πραγματικά ότι καθένας θα μπορούσε να βρει συγγενικά στοιχεία με τον “Γάμο α λα ελληνικά”. Στην αρχή θεώρησα ότι και οι δυο τους ήταν απλώς πολύ γλυκοί, πολύ αισιόδοξοι άνθρωποι. Δεν πίστεψα… Βλέπετε, το δυσκολότερο πράγμα για μένα ως εργαζόμενη στο Χόλιγουντ ήταν να κερδίσω την εμπιστοσύνη που έδειξαν στο πρόσωπό μου αυτοί οι δύο άνθρωποι από την αρχή».
_Τι είδαν σε σας;
«Ενώ ήξεραν ότι δεν ήμουν σεναριογράφος και ότι ο “Γάμος α λα ελληνικά” ήταν το πρώτο σενάριό μου, το αγόρασαν! Είπαν, πολύ απλά, “αυτή είναι η ταινία που θέλουμε να φτιάξουμε”. Και εκεί τα ’χασα. Είδαν όμως στο κείμενο αυτό που όλοι είδαν αργότερα στην ταινία. Την “είχαν” από την αρχή».
_Στη συνέντευξη Τύπου της Αθήνας είπατε ότι ήταν ακατόρθωτο να πουλήσεις το σενάριο του «Γάμου α λα ελληνικά» προτού δείξουν ενδιαφέρον οι Χανκς – Γουίλσον. Αντιμετωπίσατε τις ίδιες δυσκολίεςμε τον «Ερωτα α λα ελληνικά» ή τα πράγματα ήταν ευκολότερα;
«Οχι, τώρα ήταν πολύ πιο εύκολα. Εκείνη την εποχή έγραφα το σενάριο μιας άλλης ταινίας για τον Τομ Χανκς. Ηρθε στα χέρια μου το σενάριο του “Ερωτα α λα ελληνικά”, γραμμένο από τον Μάικ Ρις. Εκανα κάποιες επεμβάσεις προσθέτοντας πράγματα γύρω από το ελληνικό κέφι για την αυθεντικότητα της ταινίας και ο Τομ μου είπε στη στιγμή “κανένα πρόβλημα, ας το αγοράσουμε”».
Απ’ όσο ξέρω, κάνετε παρέα. Τι άνθρωπος είναι ο Τομ Χανκς;
«Καθ’ ότι είναι και αυτός χριστιανός ορθόδοξος πηγαίνουμε στην ίδια εκκλησία. Κάναμε μάλιστα Πάσχα μαζί στο Λος Αντζελες. Ηταν μαζί μας ο Μπίλι Ζέιν, ο Τζιμ Γιαννόπουλος, όλοι στην ίδια σειρά στην εκκλησία. Ο Τομ είναι ένας έντιμος και πάρα πολύ καλός άνθρωπος – ανεξαρτήτως των φάσεων στις οποίες μπορεί να βρίσκεται».
_Στην αρχή της κουβέντας μιλήσατε για τους γονείς σας. Πράγματι, σας ακολουθούν παντού. Στα γυρίσματα της ταινίας ήταν εκεί, στη δημοσιογραφική προβολή του φιλμ το ίδιο, όπως και στη συνέντευξη τύπου της Αθήνας. Υπάρχουν στιγμές που νιώθετε ότι σας «πνίγει» όλη αυτή η αφοσίωση και η αγάπη τους;
«Παλαιότερα σκεφτόμουν ακριβώς όπως το περιγράφετε. Επιθυμούσα να είμαι μια απλή Αμερικανίδα χωρίς αυτή την τρελή οικογένεια που είχε γνώμη και άποψη για ό,τι και αν έκανα. Σήμερα το μόνο που σ κέφτομαι είναι πόσο τυχερή νιώθω που έχω αυτούς τους γονείς. Ο πατέρας μου είναι από τα Καλάβρυτα και η μητέρα μου από τους Μολάους, ξέρετε. Η ημέρα των γυρισμάτων της Ακρόπολης σήμαινε πολλά για μένα, ήταν τρομερά συναισθηματική και φορτισμένη – το τέλος ενός πολύ μεγάλου ταξιδιού για τη δημιουργία αυτής της ταινίας. Υπέροχος ήλιος, καταγάλανος, κρυστάλλινος ουρανός: ένιωθες την ιστορία του χώρου γύρω σου και τους τουρίστες, τους αληθινούς τουρίστες όχι τους ηθοποιούς, να ρουφούν την ατμόσφαιρα. Θα ήταν όμως μια πολύ μοναχική εμπειρία αν δεν ήμουν σε θέση να τη μοιραστώ. Ότανλοιπόν γύρισα στα δεξιά μου και είδα τη μαμά και τον μπαμπά μου… Ω, πόσο όμορφα ήταν!».
_Εχετε σκοπό να τους χαρίσετε εγγόνια;
«Μόλις υιοθέτησα ένα κοριτσάκι! Ναι, είμαι καινούργια μαμά. Είναι αμερικανιδούλα και θα τη βαφτίσουμε χριστιανή ορθόδοξη. Ποιος ξέρει, ίσως η διαδικασία μού δώσει κάποια ιδέα για ταινία».
_Στη συνέντευξη Τύπου της Αθήνας κάνατε μια δήλωση που εύκολα μπορεί να παρεξηγηθεί. Είπατε ότι μετά την επιτυχία του «Γάμου α λα ελληνικά» αποφασίσατε να γράφετε ή να αναζητείτε το δικό σας υλικό, τις δικές σας ηρωίδες, επειδή δεχόσασταν προτάσεις για ηρωίδες που «έκαναν σεξ και έλεγαν κακές λέξεις». Κακές λέξεις; Μα αυτή δεν είναι η δουλειά του ηθοποιού; Να υποδύεται; Αν π.χ. σας τηλεφωνούσε ο Μάρτιν Σκορσέζε με μια πρόταση για μια ηρωίδα που κάνει σεξ και βρίζει θα την αρνιόσασταν;
«Νομίζω ότι δεν υπήρξα ξεκάθαρη. Θα μου άρεσε τρομερά να δοκιμαστώ παίζοντας διαφορετικούς ρόλους στην οθόνη. Δεν ήταν όμως ποιοτικοί οι ρόλοι που μου προσφέρθηκαν. Ηταν φτηνοί. Ο Μάρτιν Σκορσέζε δεν με κάλεσε ποτέ. Ούτε και ο Κουέντιν Ταραντίνο. Αυτό θα ήταν διαφορετικό. Αυτοί που με κάλεσαν μου πρόσφεραν ρόλους φτηνού χιούμορ, υποτιμητικούς για τις γυναίκες. Ο Μάρτιν Σκορσέζε προσφέρει γυναικείους ρόλους σε ηθοποιούς όπως η Νικόλ Κίντμαν και η Κάμερον Ντίαζ. Εγώ δεν έχω το παρουσιαστικό αυτών των γυναικών, επομένως δεν θα μου προσφερθούν ποτέ αυτοί οι ρόλοι. Αυτό προσπαθούσα να πω στη συνέντευξη Τύπου και δεν ήμουν σαφής, κάτι που επεσήμανε και η υπεύθυνη για τις δημόσιες σχέσεις μου. Μου είπε ότι φάνηκε σαν να ήθελα να παίζω μόνο ηρωίδες αισθηματικών κομεντί. Μακάρι σκηνοθέτες όπως ο Σκορσέζε και ο Ταραντίνο να λάμβαναν γνώση της επιθυμίας μου να παίξω σε ταινίες τους»…
_Κάνατε πάντως κάτι διαφορετικό με την «Κόνι και Κάρλα». Σας άρεσε αυτή η ταινία;
«Την αγάπησα! Τρομερή διασκέδαση. Και πρέπει να πω ότι νιώθω πως έχω έντονη σχέση με την κοινότητα των ομοφυλόφιλων».
_Ποια θα είναι η συνέχειά σας;
«Πριν από μερικούς μήνες σκηνοθέτησα για πρώτη φορά ένα σενάριο που έγραψα η ίδια. Λέγεται “I hate Valentine’s Day” (“Μισώ την ημέρα των ερωτευμένων”). Νομίζω ότι η ηρωίδα μου σε αυτή την ταινία είναι αρκετά διαφορετική από τις προηγούμενες. Δεν είναι και τόσο γλυκιά, της αρέσει να έχει τον έλεγχο, είναι μηχανορράφος, όχι και τόσο συμπαθής χαρακτήρας. Ημουν πανευτυχής που βρήκα αυτόν τον ρόλο. Ξέρεις, όμως, και πάλι δεν μου τον πρόσφεραν. Τον έγραψα μόνη μου».
_Η ηρωίδα σας σε αυτή την ταινία είναι και πάλι ελληνικής καταγωγής;
«Οχι. Είναι μια καθημερινή Nεοϋορκέζα».
_Επομένως δεν θα έχουμε και τόσο ελληνικό στοιχείο σε αυτή την ταινία.
«Εμ… ξέρεις, η μύτη μου θα είναι μέσα στην ταινία, επομένως, καταλαβαίνεις, θα υπάρχει κάτι ελληνικό».
_Και η Μπάρμπαρα Στράιζαντ έχει μεγάλη μύτη αλλά δεν είναι Ελληνίδα. Βέβαια η δική σας μύτη δεν είναι τόσο μεγάλη όσο της Στράιζαντ.
«Μακάρι να είχα το μισό ταλέντο της… Θα το δεχόμουν ευχαρίστως».
Η ταινία «Ερωτας α λα ελληνικά» θα προβάλλεται στην Ελλάδα από την Τετάρτη 27 Μαΐου.
Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 448, σελ. 26-32, 17/05/2009.